ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΥΡΙΜΗ
Η θάλασσα στο χιόνι
εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 140
Εξω από τη Φλώρινα, σε μια κωμόπολη, μια νέα γυναίκα διορίζεται αναπληρώτρια καθηγήτρια σε ένα Επαγγελματικό Λύκειο. Αφήνει πίσω στην Αθήνα τον άνδρα της και το παιδί της και αναλαμβάνει να διδάξει ιστορία στους έφηβους μαθητές της. Αυτό είναι το πλαίσιο της νουβέλας με τίτλο «Η θάλασσα στο χιόνι» της πρωτοεμφανιζόμενης Ελευθερίας Κυρίμη, με σπουδές Ιστορίας και Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ και μεταπτυχιακό στη Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία στο Πάντειο. Εκείνο που κάνει αυτό το πεζογράφημα να ξεχωρίζει είναι αφενός το αβίαστο και ελεύθερο ύφος της Ελευθερίας Κυρίμη και αφετέρου το θέμα. Ο διορισμός σε ένα ΕΠΑΛ στον νομό Φλώρινας είναι η αφορμή για να ξετυλιχτεί το κύριο θέμα, που είναι η καταπίεση της σλαβόφωνης μειονότητας.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ένα πεζογράφημα με θέμα «επίκαιρο» και σχεδόν βέβαιο ότι, πριν καλά καλά διαβαστεί, μπορεί να αποκτήσει φίλους και εχθρούς. Ομως η Ελευθερία Κυρίμη δεν προσφέρει δημοσιογραφική έρευνα, αλλά ένα λογοτεχνικό κείμενο, στο οποίο ενσωματώνει πολλά στοιχεία βιωματικά και μεθόδους ένθετης μαρτυρίας, τα οποία συνηγορούν στη δημιουργία ενός κειμένου πολυεπίπεδου. Η Ελευθερία Κυρίμη προσέρχεται με μία θέση. Δεν την υιοθετεί στην πορεία. Απουσιάζει, συνεπώς, ο τύπος εκείνος της ηρωίδας που σταδιακά προσεγγίζει αυτό που θα της μεταβάλλει την άποψη. Η ηρωίδα είναι μια γυναίκα ελεύθερη από προκαταλήψεις και ιδεολογικά, ηθικά και αισθητικά σαφώς αντίθετη στην αναπαραγωγή του συντηρητικού ιδεολογήματος περί καθαρού έθνους. Είναι φανερό ότι δεν δουλεύει με κατασκευές αφομοίωσης και ότι το εκπαιδευτικό κατεστημένο που βρίσκει απέναντί της τής προκαλεί αποστροφή («Χρέος μας είναι να ενισχύσουμε το εθνικό φρόνημα των μαθητών της περιοχής μας», της λέει ο διευθυντής του σχολείου στη συνάντηση γνωριμίας). Αυτό το ρήγμα που διαπιστώνεται από τις πρώτες σελίδες όχι μόνο δεν αποθαρρύνει την ηρωίδα να κάνει αυτό που πιστεύει σωστό, αλλά αντιθέτως την κινητοποιεί περισσότερο.
Η συγγραφέας Ελευθερία Κυρίμη επέλεξε ένα δύσκολο θέμα.
Στο ΕΠΑΛ δεν υπήρξε ποτέ διασάλευση των κανόνων. Η νέα καθηγήτρια, η «Κυρία» για τα παιδιά, η κυρία Κουράκου για τους λοιπούς, αποφασίζει να διδάξει στα παιδιά –για πρώτη φορά– νεότερη ιστορία. Και αμέσως, αψηφώντας κάθε οδηγία, οργανώνει έναν όμιλο προφορικής ιστορίας. Με συνεντεύξεις και καταγραφές μνήμης, η τάξη της κυρίας Κουράκου αρχίζει σταδιακά και παρασύρεται σε κάτι βιωματικά πρωτόγνωρο. Στην περιοχή υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις οικογενειών που μιλούν τα «ντόπια», φωνές εξόριστες, παιδιά που φέρουν τη μνήμη της απαγόρευσης, παιδιά που μεγάλωναν σαν όλα τα παιδιά, με τη διαφορά ότι στο σπίτι είχαν άλλη γλώσσα.
Να ξεχάσουν
Η Ελευθερία Κυρίμη οδηγεί την εμπειρία της ανάγνωσης σε μια κλιμακούμενη κορύφωση. Το εγχείρημα με τον όμιλο προφορικής ιστορίας και την κινητοποίηση των μαθητών προκαλεί αντιδράσεις. Οχι μόνο της διεύθυνσης. Ακροδεξιοί επιτίθενται στο σχολείο. «Ρίξατε λάδι στη φωτιά, κυρία μου», λέει ο διευθυντής στην καθηγήτρια. «Σκαλίσατε πάθη, πληγώσατε ανθρώπους θυμίζοντάς τους τις παλιές συμφορές. Επρεπε να τους βοηθήσετε να ξεχάσουν, όχι να θυμηθούν». Επόμενη μετάθεση, η Λαμία. «Δεν συμφέρει κανένα μας το θέμα να βγει παραέξω». Αντηχούν τα λόγια. Αλλά πιο πολύ μένει η αίσθηση της «προδοσίας» απέναντι στα παιδιά του ομίλου. Την είχαν πιστέψει. Για πρώτη φορά έκαναν κάτι δημιουργικό. Σε ένα στικάκι, της έδωσαν όλες τις συνεντεύξεις. «Εκεί που θα πάτε μπορεί να τις αξιοποιήσετε».