Σκηνικό μετωπικής σύγκρουσης κυβέρνησης – αντιπολίτευσης στήθηκε εκ νέου χθες στη Βουλή, αυτή τη φορά με αφορμή το νομοσχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης για τις καταργήσεις φορέων του Δημοσίου και την αξιολόγηση των υπαλλήλων. Η συζήτηση επί του σχεδίου νόμου συνεχιζόταν έως αργά χθες το βράδυ και προγραμματίστηκε να ολοκληρωθεί σήμερα με την επί των άρθρων ψηφοφορία.
Πεπεισμένος για την ορθότητα των επιλογών του, όπως αυτές αποτυπώνονται στις ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης εμφανίζεται αποφασισμένος να επιμείνει σε αυτές, προβαίνοντας μόνο σε επιμέρους «νομοτεχνικές βελτιώσεις». Απέναντί του σύσσωμη η αντιπολίτευση εγείρει ενστάσεις, με τον ΣΥΡΙΖΑ να προαναγγέλλει ευθύς εξαρχής ότι για άρθρα του νομοσχεδίου που θεωρεί ιδιαιτέρως κρίσιμα (όπως είναι εκείνα που αφορούν το προσωπικό των υπό κατάργηση φορέων, καθώς και τον επανέλεγχο παλαιών συμβάσεων ορισμένου χρόνου που μετατράπηκαν σε αορίστου) θα υποβάλει αίτημα διεξαγωγής ονομαστικής ψηφοφορίας.
Σε μια ένδειξη πολιτικής διάθεσης να κλιμακωθεί η επίθεση στην ακολουθούμενη πολιτική στο Δημόσιο, η αξιωματική αντιπολίτευση ήγειρε χθες θέμα αντισυνταγματικότητας του σχεδίου νόμου. Στην κίνησή της αυτή φάνηκε να βρίσκει «σύμμαχο» το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, το οποίο σε έκθεσή του μεταξύ άλλων εκφράζει έντονο προβληματισμό ως προς το εάν κεντρικές ρυθμίσεις είναι συμβατές με συνταγματικές διατάξεις.
Ο κ. Αλέξ. Μητρόπουλος, ο οποίος ανέπτυξε τη σχετική περί «αντισυνταγματικότητας» πολιτική επιχειρηματολογία, είχε χρησιμοποιήσει, νωρίτερα, κατά τη διάρκεια παρέμβασής του, σκληρή γλώσσα για να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση: έκανε λόγο ακόμα και για «δέσμια του Μνημονίου κυβέρνηση, που συνεχίζει ακάθεκτη τη διαδικασία ακρωτηριασμού του κράτους».
Οπως ήταν αναμενόμενο και ενώ η ηγεσία του υπ. Διοικητικής Μεταρρύθμισης είχε από νωρίς υποστηρίξει πως η επίμαχη έκθεση κάθε άλλο παρά κατηγορηματική στον σχολιασμό της είναι, τις αιτιάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέρριψε εκ μέρους της Ν.Δ. ο κ. Κ. Καραγκούνης. «Εχετε επενδύσει στο να διατηρηθεί αλώβητος ο παρασιτικός μηχανισμός και θα κάνετε οτιδήποτε για να το επιτύχετε», είπε απευθυνόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ.
Σημειώνεται ότι τα άρθρα επί των οποίων εκφράζεται εκ μέρους του Επιστημονικού Συμβουλίου της Βουλής προβληματισμός, μεταξύ άλλων αφορούν: α) Την πρόβλεψη για κατάργηση των φορέων, στον βαθμό που δεν έχει προϋπάρξει ολοκληρωμένη μελέτη επανακαθορισμού των λειτουργιών του κράτους και της διοικητικής αναδιοργάνωσής του, β) το ζήτημα της ανάθεσης αρμοδιοτήτων αξιολόγησης σε εξωτερικούς συμβούλους, καθώς υποστηρίζεται ότι τέτοιες αρμοδιότητες ασκούνται μόνο από το κράτος και δεν εκχωρούνται, όπως επίσης και γ) τη διάταξη για τη λύση συμβάσεων που είχαν κατά το παρελθόν μετατραπεί από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, τουλάχιστον για τον τρόπο με τον οποίο αυτή η διαδικασία προωθείται.
Παρέμβαση βουλευτών υπέρ απόσπασης δημοσίων υπαλλήλων
Τέσσερις βουλευτές της Ν.Δ. επιχειρούν να προωθήσουν ένα μίνι ρουσφέτι, προς εξυπηρέτηση μικρού μεν, πλην όμως απροσδιορίστου ακριβώς, αριθμού δημοσίων υπαλλήλων: μέσω δύο σχεδόν πανομοιότυπων τροπολογιών (την πρώτη συνυπογράφουν οι βουλευτές Λέσβου Π. Βογιατζής, Φλώρινας Ευστ. Κωνσταντινίδης, Δωδεκανήσου Μ. Κόνσολας και τη δεύτερη ο βουλευτής Κιλκίς Γ. Γεωργαντάς), ζητούν «κατ’ εξαίρεση να επιτρέπεται η απόσπαση στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και η διάθεση σε γραφείο βουλευτή, ο οποίος εκλέγεται σε παραμεθόριο ή προβληματική περιοχή, δημοσίων υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια περιοχή». Οι τροπολογίες κατατέθηκαν προκειμένου να συζητηθούν και να επιδιωχθεί σήμερα να ψηφιστούν, στο πλαίσιο της επεξεργασίας νομοσχεδίου για τη συγχώνευση-κατάργηση φορέων του Δημοσίου, την αξιολόγηση δημοσίων υπαλλήλων και την κινητικότητα – διαθεσιμότητα. Οι τέσσερις γαλάζιοι αιτιολογούν την κίνησή τους υποστηρίζοντας ότι οι διατάξεις οι οποίες προβλέπονται για υπαλλήλους υπηρετούντες σε παραμεθόριες περιοχές «περιορίζουν σημαντικά και καθιστούν εξαιρετικά προβληματική την επιλογή στελεχών για τα πολιτικά γραφεία των περιοχών αυτών».
Πίσω στις θέσεις τους αν βρεθούν κονδύλια
«Επαρκείς οδηγίες» σχετικά με τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθηθούν προκειμένου να υλοποιηθεί απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας και να επανέλθουν στη θέση τους όσοι είχαν αναγκαστικά συνταξιοδοτηθεί ή είχαν τεθεί σε καθεστώς προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας εμπεριέχει, σύμφωνα με τον κ. Κυρ. Μητσοτάκη, έγγραφο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Οι σχετικές διαδικασίες, ωστόσο, θα ολοκληρωθούν υπό την προϋπόθεση ότι θα εξασφαλιστούν τα απαραίτητα κονδύλια.
Με αφορμή ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, μέσω της οποίας ζητούσαν από την κυβέρνηση να γνωστοποιήσει τον σχεδιασμό της έναντι απόφασης του ΣτΕ που χαρακτήριζε αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου του 2011 περί «προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας» υπαλλήλων του Δημοσίου, ο κ. Μητσοτάκης, αφού σημειώνει ότι το προαναφερθέν έγγραφο οδηγιών εκδόθηκε στα μέσα του περασμένου Δεκεμβρίου, μεταξύ άλλων διευκρινίζει πως για την επαναφορά των εν λόγω υπαλλήλων πρέπει: α) Οι ενδιαφερόμενοι να υποβάλουν αίτηση στη Διεύθυνση Προσωπικού ή Διοικητικού της υπηρεσίας τους. β) «Να μην πληρούνται οι προϋποθέσεις για αυτοδίκαιη απόλυση από την υπηρεσία λόγω συμπλήρωσης 35ετούς πραγματικής ή συντάξιμης δημόσιας υπηρεσίας και δη του ορίου ηλικίας».
Σύμφωνα με την έγγραφη απάντηση του κ. Μητσοτάκη, «η επαναφορά γίνεται με απόφαση του γενικού γραμματέα του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργείου ή οργάνου διοίκησης του φορέα, σε οργανική θέση». Αν η οργανική θέση την οποία κατείχαν έχει καταργηθεί ή οι υπάρχουσες δεν επαρκούν, «η Διοίκηση θα πρέπει να προβεί σε επανασύσταση των θέσεων, αφού βέβαια εξασφαλιστούν οι αναγκαίες πιστώσεις προς τούτο». Σε ό,τι αφορά τη βαθμολογική τους κατάταξη, «θα καταταγούν με βάση τον συνολικό χρόνο υπηρεσίας τους, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου από τις 27/11/2011, ημερομηνία αυτοδίκαιης αποχώρησής τους λόγω εισόδου τους σε καθεστώς προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας». Οσο «για τα ζητήματα μισθολογικής αποκατάστασης των υπαλλήλων αυτών, αρμόδια υπηρεσία να απαντήσει είναι η Διεύθυνση Μισθολογίου και Συντάξεων του υπουργείου Οικονομικών».