Αντίσταση στη στρατηγική της εξάπλωση συναντά η Κίνα, όχι από τον βασικό γεωπολιτικό της αντίπαλο στον Ειρηνικό, τις ΗΠΑ, αλλά από το μόνιμο αγκάθι στα νότια, το μικρό αλλά ισχυρό Βιετνάμ.
Αντιμέτωπα με το βιετναμέζικο ναυτικό ήρθαν έτσι κινεζικά πολεμικά πλοία, στην προσπάθειά τους να προσεγγίσουν αμφισβητούμενες βραχονησίδες στα θαλάσσια σύνορα των δύο χωρών την Τετάρτη. Το περιστατικό έφερε τις ΗΠΑ στην ιστορικά πρωτότυπη θέση να υπερασπίζεται το πάλαι ποτέ εχθρικό της Βιετνάμ, απέναντι στο Πεκίνο, ανατρέποντας το «Δόγμα Νίξον» για άνοιγμα της Ουάσιγκτον προς την Κίνα.
Στο μεταξύ, την οικονομική της πρωτοκαθεδρία πρόκειται να απολέσει η Ουάσιγκτον, για πρώτη φορά μετά το 1872, με την Κίνα να αναδεικνύεται στην ηγεσία της παγκόσμιας οικονομίας μέσα στο 2014 και όχι το 2019, όπως εκτιμούσαν μέχρι πρότινος οικονομολόγοι σε όλο τον κόσμο. Τα νέα δεδομένα δεν αποτελούν μόνο επιστέγασμα των προσπαθειών της κινεζικής ηγεσίας, δημιουργώντας εύλογα ερωτήματα για θέματα όπως η διοίκηση διεθνών οικονομικών οργάνων. Φόβους προκαλεί έτσι στη Δύση, η ενδεχόμενη ένσταση του Πεκίνου γύρω από τη σύνθεση των διοικητικών συμβουλίων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, που έχουν πάψει πλέον να αντιπροσωπεύουν την παρούσα οικονομική πραγματικότητα και τις νέες ισορροπίες της διεθνούς αγοράς.
Την αξία της οικονομετρικής αυτής προσέγγισης και τη σημασία της για την Αμερική, αμφισβητεί σε άρθρο του στους «Financial Times», ο Εντουαρντ Λους.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η Κίνα δεν πρόκειται να υποκαταστήσει τις ΗΠΑ ως πρώτη υπερδύναμη στον πλανήτη, γιατί δεν το επιθυμεί και γιατί δεν είναι ικανή να το πράξει. Την ευθύνη της υποχώρησης της αμερικανικής ισχύος επιρρίπτει ο αρθρογράφος στην ίδια την Ουάσιγκτον και την άρνησή της να συνεχίσει τον ρόλο που ανέλαβε μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η αδυναμία της Κίνας να διαδραματίσει τον ρόλο των ΗΠΑ αποτελεί, όμως, τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα της Κίνας, που σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, δεν οικοδομήθηκε πάνω στη μετανάστευση και οι αυταρχικές πολιτικές παραδόσεις της χώρας, δεν θα επιτρέψουν την αξιόπιστη διαιώνιση σημαντικών θεσμών, που γεννήθηκαν μέσα στη Μεταπολεμική οικονομική δίνη, όπως το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΝΑΤΟ.
Με τη θέση αυτή συμφωνεί και ο αρθρογράφος των Financial Times, Μάρτιν Γουλφ, που υπογραμμίζει την προοπτική δεκαετιών της αμερικανικής ηγεμονίας.
Ο Γουλφ γράφει χαρακτηριστικά: «Με την πάροδο του χρόνου, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Κίνα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ, ως η πρώτη οικονομία του κόσμου. Το ίδιο ισχύει και σε ό,τι αφορά την κινεζική τεχνολογία και αμυντική ικανότητα. Θα χρειαστούν, όμως, δεκαετίες προτού ο αναδυόμενος κολοσσός πετύχει να ασκεί την επιρροή που ασκεί σήμερα η Ουάσιγκτον στον κόσμο.
Είναι, ωστόσο, αλήθεια ότι ο κόσμος εισέρχεται σε περίοδο, κατά την οποία η ενισχυόμενη επιρροή και ισχύς του Πεκίνου πρέπει να γίνουν αποδεκτές από τη Δύση. Η αποδοχή αυτή θα πρέπει να συνοδευθεί από οδυνηρούς συμβιβασμούς, με τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς να είναι έτοιμοι να παραδώσουν πολλά από τα γεωπολιτικά προνόμια που θεωρούσαν μέχρι σήμερα δεδομένα.
Τέτοιες μεταβολές των διεθνών δεδομένων είναι πάντα δύσκολες, ενώ η παρούσα απειλεί να είναι και ιδιαίτερα περίπλοκη, δεδομένων των αβυσσαλέων πολιτισμικών διαφορών που χωρίζουν τις δύο πλευρές».