Εάν ο Στιβ Τζομπς ζούσε, τότε η απόφαση της Apple να πληρώσει 3,2 δισ. δολάρια για να αγοράσει μια εταιρεία που φτιάχνει μοδάτα ακουστικά δεν θα αμφισβητούνταν από κανέναν. Για την Apple τα 3,2 δισ. αντιστοιχούν σε έσοδα τριών εβδομάδων ή στο ένα πεντηκοστό των ταμειακών διαθεσίμων της (150 δισ.)! Γεγονός είναι ότι η μέχρι τώρα τακτική της βασιζόταν σε «μικρές» εξαγορές άγνωστων εταιρειών, που έφτιαχναν συγκεκριμένα καινοτόμα προϊόντα (π.χ. σύστημα αναγνώρισης φωνής), τα οποία η Apple ενσωμάτωνε στο «οικοσύστημά» της. Γεγονός είναι επίσης ότι ο ίδιος ο Τζομπς είχε διακηρύξει ότι προτιμά να κρατά τα «πυρομαχικά» (βλ. τα χρήματα) «στεγνά» αντί να επενδύει σε ηχηρές εξαγορές. Ωστόσο η τυφλή εμπιστοσύνη στο ένστικτό του θα προοιωνιζόταν μια ιδιοφυή κίνηση, το επόμενο «ματ» στη σκακιέρα.
Ο Τζομπς όμως δεν είναι πια εδώ. Και η πληροφορία ότι η εταιρεία του αγοράζει την Beats, του 49χρονου πρώην ράπερ και μεγαλοπαραγωγού Dr. Dre (κατά κόσμον Andre Romelle Young) και του 61χρονου μεγιστάνα της μουσικής βιομηχανίας Jimmy Ιovine, που βρίσκεται πίσω από σταρ όπως οι U2 και η Lady Gaga, άφησε τους απορημένους αναλυτές να καταστρώνουν πιθανά σενάρια.
Η Beats, μέσα σε έξι χρόνια, έχει καθιερωθεί ως φίρμα στη μουσική βιομηχανία, με μερίδιο 65% στην αγορά ακουστικών πολυτελείας. Βασισμένη σε τεχνολογία που ανέπτυξε η μικρή εταιρεία προϊόντων ήχου Monster, του αυτοδημιούργητου Νoel Lee (ενός εξαίρετου επιστήμονα με μηδέν επιχειρηματικό ένστικτο, που εκχώρησε όλα τα δικαιώματα και μένει έξω από την τωρινή συμφωνία), λάνσαρε ακουστικά-«κάσκες» με μοντέρνο design σε διάφορα χρώματα και με το όνομα του Dr. Dre για «σημαία», και τα προώθησε με μάρκετινγκ για… σεμινάριο. Ράπερ, DJs και σελέμπριτις τα καθιέρωσαν ως αξεσουάρ μόδας, ενώ οι δαιμόνιοι ιδρυτές της εταιρείας επινοούσαν τρόπους να τα διαφημίζουν ακόμη και πλαγίως – όπως στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπου τα μοίρασαν σε διάσημους αθλητές. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι τα Beats, που κοστίζουν έως και 400 ευρώ (!), δεν δικαιολογούν την τιμή τους από άποψη ποιότητας και ότι ο κόσμος πληρώνει κυρίως τη φίρμα τους. Η εμπειρία ακρόασης, με σύστημα εξουδετέρωσης εξωτερικού θορύβου και εκκωφαντικά μπάσα, είναι σαν να έχεις ένα… κλαμπ στα αυτιά. Ομως η εταιρεία πέτυχε να έχει έσοδα 1,2 δισ. το χρόνο.
Ενα σενάριο είναι ότι η Apple θέλει να αξιοποιήσει το υβρίδιο μόδας – lifestyle – μάρκετινγκ της Beats σε μια νέα γενιά τεχνολογικών αξεσουάρ που θα φοριούνται. Ενα άλλο έχει να κάνει με τη διανομή της μουσικής. Το μοντέλο της αγοράς τραγουδιών, όπου η ίδια κυριάρχησε επί 11 χρόνια με το iTunes, δείχνει να γερνά. Ο τζίρος από τα νόμιμα downloads παρουσιάζει κάμψη – σημάδι ότι το κοινό θέλει να ακούει μουσική, αλλά όχι να γεμίζει σκληρούς δίσκους με χιλιάδες τραγούδια. Η διάδοχη κατάσταση είναι το streaming: οι νόμιμες συνδρομητικές υπηρεσίες τύπου Spotify, που εξασφαλίζουν πρόσβαση σε εκατομμύρια τραγούδια, με δυνατότητα επιλογής και καταχώρισης σε λίστες προτιμήσεων. Η Beats έχει ήδη λανσάρει τη δική της υπηρεσία, υποστηρίζοντας ότι είναι η πιο εξελιγμένη που υπάρχει, με αλγόριθμους που κάνουν… πρόγραμμα στον κάθε χρήστη, ανάλογα με την ώρα, τη διάθεση ή και το πού βρίσκεται, έναντι 9,99 δολαρίων το μήνα. Μήπως εκεί θέλει να «πατήσει» η Apple για να διασφαλίσει την κυριαρχία της στη μουσική αγορά;
Το πρόβλημα και με τα δύο σενάρια είναι ότι η Apple θεωρητικά δεν έχει ανάγκη μια εταιρεία σαν την Beats – ούτε στο design ούτε στην τεχνολογία διακίνησης μουσικής. Οπότε καταλήγουμε στο… τρίτο. Υπερβολικά μεγάλη πλέον, χωρίς τον πρωτοπόρο ιδρυτή της, πιεζόμενη από τον ανταγωνισμό της Google και της Samsung και έχοντας, όπως φαίνεται, ανάγκη για το επόμενο επαναστατικό λανσάρισμα, η Αpple θέλει να προσελκύσει φρέσκα «μυαλά». Πρόσφατα έδωσε 68 εκατ. δολάρια για τη μεταγραφή της Αngela Ahrendts, της μάνατζερ που «ανέστησε» τον οίκο μόδας Burberry, η οποία ανέλαβε το εμπορικό της κομμάτι. Οι δαιμόνιοι Dr. Dre και Jimmy Ιovine μπορεί να γίνουν, μέσω της εξαγοράς, οι επόμενες μεταγραφές της. Και μαζί με τον Tim Cook και τον θρυλικό Johnny Ive, υπεύθυνο σχεδιασμού, να δημιουργήσουν την απόλυτη dream team. Θα δούμε.