«Ξενοδοχειακό συγκρότημα στη Μεσσηνία προσφέρει στους πελάτες του συμμετοχή στις αρχαιολογικές ανασκαφές της Αρχαίας Μεσσήνης! Η ανασκαφική έρευνα από επιστημονική διαδικασία μετατρέπεται σε τουριστική “ατραξιόν”!». Αντιγράφουμε το δελτίο της επιτροπής Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ με τα θαυμαστικά και τα εισαγωγικά του. Οκτώ βουλευτές του κατέθεσαν μάλιστα σχετική ερώτηση προς τον υπουργό Πολιτισμού.
Ο άνθρωπος δηλαδή που επί 27 χρόνια έχει συνδέσει τη ζωή του και το επιστημονικό κύρος του με την ανασκαφή στην Αρχαία Μεσσήνη, ο καθηγητής Πέτρος Θέμελης, συναινεί ώστε να μετατραπεί το έργο του σε «ατραξιόν»; Και τι ακριβώς σημαίνει η λοιδορία του ΣΥΡΙΖΑ; Αρκεί να διαβάσει κανείς «το σκεπτικό της ερώτησης» για να αντιληφθεί την έλλειψη ενημέρωσης, τον αναχρονισμό, τη διαστρέβλωση, την πλήρη άγνοια της διεθνούς πρακτικής, τη δαιμονοποίηση κάθε επόμενου βήματος, τη βασανιστική προσκόλληση σε ιδέες που φτωχαίνουν εμποδίζοντας κάθε εξέλιξη, κάθε προσπάθεια, τουλάχιστον, για εξέλιξη.
Ο ανασκαφικός τουρισμός είναι, κατ’ αρχάς, διεθνώς δημοφιλής. Το πρόγραμμα που είχε καταρτίσει το ξενοδοχειακό συγκρότημα του Costa Navarino θα απέφερε έσοδα στην Εταιρεία Αρχαιολογικών Μεσσηνιακών Σπουδών, η οποία τροφοδοτεί τις ανασκαφές στη Μεσσήνη. Δεκαετίες τώρα, άτυπα, εθελοντές, διαφόρων ηλικιών και επαγγελμάτων, από πολλές χώρες, πλαισιώνουν από αγάπη και μεράκι τη δουλειά των αρχαιολόγων. Ομως, προφανώς, άλλο «άτυπα» και άλλο οργανωμένα, με τη συμβολή μιας επιχείρησης με αναπτυξιακό πρόσημο στην περιοχή. Η αντίδραση ξεκίνησε από τον Σύλλογο Υπαλλήλων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, η κινητοποίηση απασχόλησε την Αρχαιολογική Εταιρεία, η οποία ζήτησε την παύση του προγράμματος. Οπερ και εγένετο. Η προσπάθεια στραγγαλίστηκε πριν καν δει το φως της ημέρας.
«Εξεπλάγην», είναι η λιτή αντίδραση του Πέτρου Θέμελη στην «Κ». «Ηταν ό,τι πιο πρωτοποριακό έχει γίνει τις τελευταίες δεκαετίες στην αρχαιολογική κοινότητα γιατί εμπλέκει βιωματικά πολίτες από όλον τον κόσμο σε μια σχέση άρρηκτης αγάπης με τα μνημεία της χώρας μας. Απ’ όποια πλευρά και να το δει κανείς, μόνο οφέλη θα μπορούσαν να προκύψουν», λέει ο Σταύρος Μπένος, ιδρυτής της κίνησης πολιτών «Διάζωμα» (με σκοπό την ανάδειξη των αρχαίων θεάτρων της χώρας).
Ομως τα μνημεία (σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ) δεν έχουν σχέση ούτε με τη ζωή ούτε με την οικονομία της χώρας. Ο,τι δεν είναι κράτος, με βούλες, σφραγίδες, υπογραφές, διαβουλεύσεις, ό,τι δεν χρηματοδοτείται από υπουργεία και δεν διευθύνεται από δημόσιες υπηρεσίες, ερμηνεύεται ως ξεπούλημα, «εξωτική εμπειρία για τουρίστες».
Ο συντηρητισμός, η αποστροφή σε οτιδήποτε παρακάμπτει την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, θεωρεί ιδιοκτησία του χρόνου και της Ιστορίας την πολιτιστική κληρονομιά, δεν έχει καμία πρόταση για το μέλλον. Τρέφεται από την ακινησία, αναπαράγει την άγνοια ως κατάκτηση, επενδύει στην ευθυνοφοβία. Αυτή η διαρκής συνενοχή μόνο έγνοια για τα μνημεία δεν δηλώνει.