Αλλοτε φορούσε σκούφο, άλλοτε καπέλο και μερικές φορές τον έβλεπαν και με αλογοουρά. Μπορεί από την Κυριακή και μετά στις μεσημεριανές εκπομπές το μαλλί του Χριστόδουλου Ξηρού να κάνει μεγαλύτερη θραύση κι απ’ την παλιά διαφήμιση για το ξανθό-μελί της Crystal Color, αλλά ένας γείτονάς του στην Ανάβυσσο, απ’ αυτούς που απέτυχαν να αναγνωρίσουν τον τρομοκράτη κάτω απ’ τις ξανθές μπούκλες, επιμένει πως, ειδικά το καλοκαίρι, ο «Μανώλης» της 17Ν έμοιαζε να δένει τέλεια με τους αλλοδαπούς επισκέπτες της τουριστικής περιοχής. Που θα πει πως, τελικά, η δεύτερη στη σειρά μεταμφίεση του Χριστόδουλου Ξηρού (γιατί, για να έρθει στην Αθήνα από τη Χαλκιδική, λένε πως είχε ντυθεί και παπάς!) δεν ήταν και τόσο ατυχής όσο θέλει να πιστεύει το Τwitter. Βλέπετε, όταν πρόκειται για τους καταζητούμενους στη μικρή μας χώρα, οι μεταμφιέσεις δεν κρίνονται στις ηλεκτρονικές λεωφόρους. Δοκιμάζονται κάθε φορά που οι δραπέτες βγαίνουν στον δρόμο.
Κι έτσι, στις πιο πρόσφατες φωτογραφίες της η Πόλα Ρούπα μοιάζει άλλος άνθρωπος, αφού εκτός από τα κιλά της εγκυμοσύνης, έχασε και την άναρχη κόμη της, την οποία αντικατέστησε μ’ ένα ξανθό ντεγκραντέ. Αλλά το ότι παραμένει ακόμη ασύλληπτη κάπου εκεί έξω δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην έμπνευση του κομμωτή της. Γιατί και ο Αλκέτ Ριτζάι όταν συνελήφθη στο Σούλι Γραμματικού είχε κόμη πλατινέ. Και ποιος μπορεί να ξεχάσει πόσο λίγο βοήθησε η μεταμφίεση τον Νίκο Μαζιώτη να διατηρήσει την απόσταση ασφαλείας απ’ της φυλακής τα σίδερα;
Η πρώτη φορά που είδαμε το περουκίνι του συγκεκριμένου τρομοκράτη ήταν σ’ εκείνες τις φωτογραφίες από τη ληστεία της τράπεζας στην Αχαΐα και έμοιαζε να δένει τέλεια με τα σκούρα κοκάλινα γυαλιά του. Τουλάχιστον μέχρι εκείνο το μεσημέρι που το ξαναείδαμε να σέρνεται στη μέση του δρόμου: ήταν την ημέρα που ο Ν. Μαζιώτης συνελήφθη. Βλέπετε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του φουντωτού αξεσουάρ, κάποιος αναγνώρισε τον κάτοχό του ενόσω ψώνιζε στην Αθηνάς το νέο του τρομοκρατικό σακίδιο. Κάπως έτσι η περούκα βρέθηκε στο πεζοδρόμιο και ο Ν. Μαζιώτης στον Κορυδαλλό. Γιατί αυτή τη διαφορά κάνει η σωστή μεταμφίεση: αν πετύχει, στο τέλος της μέρας τα λεφτά της επικήρυξης θα είναι ακόμη στα ταμεία του κράτους.
Με αυτή τη λογική, άλλωστε, ενημερώθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο το πανελλήνιο για τη νέα και βελτιωμένη εμφάνιση του Βασίλη Παλαιοκώστα. Ηταν τον Οκτώβριο του 2013 που οι αστυνομικοί έδωσαν στη δημοσιότητα τρεις φωτογραφίες στις οποίες είπαν πως εικονίζεται ο διαβόητος δραπέτης, ο οποίος, όμως, ήταν αγνώριστος: το αραιό μαλλί και η φαρδιά μύτη ανήκαν στο παρελθόν. Οπως κάθε ποινικός που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και ο διασημότερος δραπέτης της μικρής μας χώρας φρόντισε να κάνει ρετούς, πριν τον βρει ο χρόνος και οι αστυνομικοί. Κι έτσι σήμερα πλέον, αν πιστέψει κανείς τους κυρίους της ΕΛ.ΑΣ., ο Β. Παλαιοκώστας έχει πυκνό μαύρο μαλλί και χείλη σαρκώδη. Οσο για το γεγονός ότι τα «αποκαλυπτήρια» της νέας φυσιογνωμίας του δραπέτη έγιναν με μια σειρά από φωτογραφίες στις οποίες τον βλέπουμε να ψωνίζει κεκάκια στο Σχηματάρι… ίσως ακόμα κι αυτό να αποτελεί τμήμα της μεταμφίεσης. Εκτός κι αν έχει γίνει λάθος και ο δύστυχος κύριος της φωτογραφίας είναι απλώς ένας λιχούδης συμπολίτης μας, που τον έπιασε λιγούρα τη λάθος στιγμή.
Βλέπετε, υπάρχει και η πιθανότητα τίποτε απ’ αυτά να μην έχει μεγάλη σημασία. Γιατί υπάρχουν πολλοί που πιστεύουν πως καμία μεταμφίεση δεν μπορεί να αλλάξει τη μοίρα ενός καταζητούμενου – όπως ο Δ. Κουφοντίνας, ας πούμε. Ο οποίος το 2002 ήταν επί δυόμισι μήνες φυγόδικος και κρυβόταν στο Αγκίστρι, μονάχα μ’ ένα καπέλο τζόκεϊ κι ένα ζευγάρι γυαλιά ηλίου. Παρά ταύτα, κανείς δεν τον αναγνώρισε, κι ας είχε διανείμει παντού η ΕΛ.ΑΣ. φωτογραφίες του, κι ας ξεκινούσαν κάθε βράδυ τα δελτία με τη φυσιογνωμία του. Για να συλληφθεί ο Δ. Κουφοντίνας χρειάστηκε να έρθει εκείνο το μεσημέρι Πέμπτης που μόνος του πέταξε το καπέλο και τα γυαλιά, μπήκε σ’ ένα ταξί, σταμάτησε στη λεωφόρο Αλεξάνδρας και παραδόθηκε στον φρουρό της ΓΑΔΑ. Ακόμα κι έτσι, ούτε ο ταξιτζής ούτε οι αστυνομικοί ούτε ο φύλακας κατάφεραν να τον αναγνωρίσουν. Αντιθέτως. Στο «ήρθα να παραδοθώ! Είμαι ο Δημήτρης Κουφοντίνας», ο τρομοκράτης εισέπραττε ξανά και ξανά την κλασική απάντηση «…ναι, κι εγώ είμαι ο Πάπας!», συνοδευόμενη με μικρό χαχανητό. Βλέπετε, η μεταμφίεση του διωκομένου μπορεί πράγματι να μην παίζει και τόσο μεγάλο ρόλο. Η παρατηρητικότητα του διώκτη, όμως, είναι ένα εντελώς διαφορετικό κεφάλαιο.