«Η κυβέρνηση είναι έτοιμη για κάθε είδους συμβιβασμό, αλλά δεν είναι έτοιμη να υποκύψει», ανέφερε χθες από το Παρίσι ο υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης, υπογραμμίζοντας ότι προηγουμένως πρέπει να συμφωνήσει σε ένα κατάλληλο επίπεδο για το πρωτογενές πλεόνασμα, ένα επενδυτικό πακέτο και μια σοβαρή συζήτηση για το χρέος.
Επίσης, σε συνέντευξή του στο Bloomberg εμφανίσθηκε σίγουρος για συμφωνία μέχρι τις 24 Απριλίου.
Ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών δήλωσε ακόμη ότι θα υπάρξει επανεκκίνηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και δεσμεύθηκε ότι η κυβέρνηση θα αποφύγει να πάει εκ νέου σε ένα πρωτογενές έλλειμμα. «Θα υπάρξει επανεκκίνηση της διαδικασίας ιδιωτικοποιήσεων ως ένα πρόγραμμα που θα κάνει ορθολογική χρήση των υφισταμένων δημοσίων περιουσιακών στοιχείων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός στο ετήσιο συνέδριο του Ινστιτούτου New Economic Thinking. Ταυτόχρονα, στην ομιλία του έκανε λόγο για δυσαρέσκεια σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι διαπραγματεύσεις για τις μεταρρυθμίσεις, καθώς, όπως είπε, οι δανειστές θέλουν πρώτα συνολικά συμφωνία και μετά να προχωρήσουν κάποιες από αυτές.
Ο κ. Βαρουφάκης ανέφερε ότι απαιτείται βαθιά συζήτηση επί των μεταρρυθμίσεων, του χρέους και της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Η Ελλάδα είναι πολύ πρόθυμη να καθήσει στο τραπέζι με τους εταίρους της και να ιεραρχήσει τις μεταρρυθμίσεις, ακόμη και να δημιουργήσουμε νομοσχέδια τα οποία θα καταθέσουμε στο Κοινοβούλιο αύριο και γνωρίζουμε ότι θα το κάνουμε αυτό για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, τρία χρόνια, δύο χρόνια, όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών. Πάντως, σημείωσε πως η λέξη μεταρρύθμιση αντηχεί στην Ελλάδα όπως η λέξη δημοκρατία στο Ιράκ. Εάν οι πολίτες στην Ελλάδα ακούσουν τη λέξη «μεταρρύθμιση», θεωρούν ότι οι συντάξεις τους θα περικοπούν. Οι μικρές επιχειρήσεις πιστεύουν ότι θα αυξηθεί ο ΦΠΑ. Πρέπει να δώσουμε στη μεταρρύθμιση ένα καλό όνομα, τόνισε. «Η Ελλάδα πρέπει να καταστεί και πάλι μία διαμορφώσιμη κοινωνία. Είμαστε πρόθυμοι να καθήσουμε με τους εταίρους μας και να ιεραρχήσουμε τις μεταρρυθμίσεις». Αναφερόμενος στον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 4,5% του ΑΕΠ το 2016 είπε ότι «αυτό σημαίνει συνέχιση της λιτότητας που είναι αυτοκαταστροφική διότι το χρέος αυξάνεται ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης του ΑΕΠ». Αντίθετα, σημείωσε στη συνέντευξή του στο Bloomberg ότι είναι εξαιρετικά εφικτός ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,5%, δεδομένης της φοροεισπρακτικής υπέρβασης που παρατηρήθηκε τον περασμένο μήνα, αλλά και των υψηλών εσόδων που αναμένονται από το τουριστικό κύμα του καλοκαιριού.
Αναφερόμενος στο ζήτημα του χρέους, ο υπουργός Οικονομικών επανέλαβε για μία ακόμη φορά τη θέση του σχετικά με την αναγκαιότητα σύνδεσης του δημοσίου χρέους με το ΑΕΠ, μέσω ρητρών ανάπτυξης. Με αυτόν τον τρόπο, πρόσθεσε, «όσο περισσότερο μεγαλώνει η οικονομία, τόσα περισσότερα οικονομικά οφέλη θα έχουν οι πιστωτές μας».
Τέλος, ο υπουργός Οικονομικών διαβεβαίωσε πως η ελληνική κυβέρνηση δεν «ψάχνει για λύσεις στο οικονομικό της πρόβλημα εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου», απαντώντας επί της ουσίας στις αντιδράσεις που δημιούργησε η επίσκεψη του πρωθυπουργού στη Μόσχα.