Σε κατάσταση ελεγχόμενης ασφυξίας θα διατηρήσει και τις επόμενες ημέρες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) την Ελλάδα, καθώς περιμένει μεγαλύτερη πρόοδο στις διαπραγματεύσεις και ένα πολύ ισχυρότερο σήμα από αυτό που είναι διατεθειμένο να εκπέμψει αύριο το Eurogroup για να δώσει την ανάσα ρευστότητας που διεκδικεί η κυβέρνηση.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, υπεύθυνος για τη διαπραγμάτευση με τους πιστωτές, Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη συνάντηση με τον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, την Τρίτη, ζήτησαν να αυξηθεί το όριο των εντόκων γραμματίων που έχουν στην κατοχή τους οι τράπεζες, δηλαδή να επιτρέψει στις τράπεζες να δανείσουν το Δημόσιο. Επικαλέσθηκαν την πρόοδο που έχει συντελεστεί το τελευταίο διάστημα, μετά τις αλλαγές στην ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, αλλά και τις υποχωρήσεις που κάνει η ελληνική πλευρά σε όλα τα ζητήματα της διαπραγμάτευσης.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ο κ. Ντράγκι κατέστησε σαφές στους Ελληνες αξιωματούχους ότι για να αυξήσει το όριο των εντόκων η ΕΚΤ πρέπει να υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement), ότι δηλαδή είναι πολύ κοντά η καταβολή δόσεων από την Ευρωζώνη. Μια θετική ανακοίνωση από το Eurogroup, που απλώς θα αναγνωρίζει πρόοδο, δεν είναι επαρκής για το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ.
Η ανακοίνωση
Πάντως, μια τέτοια ανακοίνωση που -εκτός απροόπτου- είναι το καλύτερο που μπορεί να πάρει αύριο η κυβέρνηση από το Eurogroup, έχει τη σημασία της, καθώς μπορεί τουλάχιστον να αποτρέψει τα χειρότερα. Η ΕΚΤ παραμένει με το όπλο παρά πόδα, σε πλήρη ετοιμότητα να αυξήσει το «κούρεμα» των ενεχύρων που δίνουν οι τράπεζες για να αντλήσουν ρευστότητα από τον ELA. Η κοινή δήλωση Τσίπρα – Γιουνκέρ με τις υποχωρήσεις σε εργασιακά και ασφαλιστικό και οι διαβεβαιώσεις που έδωσαν οι κ. Δραγασάκης και Τσακαλώτος στον κ. Ντράγκι απέτρεψαν το «κούρεμα» και τη συνεπαγόμενη διακοπή της παροχής ρευστότητας.
Η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε ένα τόσο δραστικό μέτρο, μόνο εάν η Αθήνα οδηγήσει εκ νέου σε αξιέξοδο τις διαπραγματεύσεις ή εάν σταματήσει τις πληρωμές στο ΔΝΤ.
Ωστόσο, σύμφωνα με παράγοντες που είναι σε θέση να γνωρίζουν, είναι πολύ πιθανό να υπάρξει ένα μικρό «κούρεμα» των ενεχύρων -όσο ήταν περίπου τον Νοέμβριο του 2014- στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ερχόμενης Τετάρτης. Αυτό όμως δεν θα δημιουργεί άμεσα πρόβλημα ρευστότητας στις τράπεζες, αλλά θα αυξήσει την πίεση προς την Αθήνα για επίσπευση της συμφωνίας.
Οι επιλογές
Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι ελάχιστες οι επιλογές που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση για να καλύψει τις υποχρεώσεις του Δημοσίου τον Μάιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, η «τρύπα» στα κρατικά ταμεία -προκειμένου να καλυφθεί το σύνολο των υποχρεώσεων- υπολογίζεται σε περίπου 1,6 δισ. ευρώ. Την Τρίτη, το Δημόσιο θα πρέπει να καταβάλει στο ΔΝΤ το ποσό των 710 εκατ. ευρώ. Επίσης, την Τετάρτη θα πρέπει να πιστωθεί από το υπουργείο Οικονομικών κονδύλι της τάξης των 200 εκατ. ευρώ που αφορά την πρώτη δόση των μισθών του Μαΐου. Την τελευταία εβδομάδα του μήνα απαιτούνται 1,9 δισ. ευρώ για μισθούς και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και για επιχορηγήσεις προς ασφαλιστικά ταμεία για να καταβάλουν με τη σειρά τους τις συντάξεις.
Τα 710 εκατ. ευρώ για το ΔΝΤ έχουν εξασφαλισθεί και θα καταβληθούν. Εξάλλου, ακόμη κι αν δεν πληρώσουν το Ταμείο, θα εξακολουθήσει να υπάρχει τρύπα. Για να πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, η κυβέρνηση θα πρέπει να «σκουπίσει» όλα σχεδόν τα ρευστά διαθέσιμα των δημόσιων φορέων, είτε εθελοντικά είτε υποχρεωτικά, καθώς όσο περνάει ο καιρός οι εθελοντές εξαντλούνται.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ιούνιος θα είναι ο πιο «δύσκολος» μήνας για το Δημόσιο, καθώς θα κληθεί να εξυπηρετήσει 1,5 δισ. ευρώ προς το Ταμείο, με τις πηγές χρηματοδότησης του κράτους να έχουν πλέον εξαντληθεί.