Σε σταδιακή απαξίωση οδηγούνται οι δεκάδες χιλιάδες απούλητες νεόδμητες κατοικίες ανά την επικράτεια, καθώς οι κατασκευαστές τους αδυνατούν να βρουν αγοραστές, εν μέσω της παρατεταμένης κρίσης στην κτηματαγορά και τη συνεχιζόμενη έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης, πρόβλημα που έχει κορυφωθεί φέτος λόγω της γενικότερης πιστωτικής ασφυξίας στην οικονομία. Οπως τονίζουν φορείς της αγοράς ακινήτων, σήμερα εκτιμάται ότι οι νεόδμητες απούλητες κατοικίες ανέρχονται σε περίπου 80.000 – 90.000 στο σύνολο της χώρας, αποτελώντας περίπου το 40% των απούλητων κατοικιών, που υπολογίζεται ότι φτάνουν στις 250.000 – 270.000.
Ωστόσο, όσο περνούν τα χρόνια και δεν βρίσκονται αγοραστές, σταδιακά οι κατοικίες αυτές θα απαξιώνονται, ιδίως αν επεκταθεί ακόμα περισσότερο η πρακτική που έχουν υιοθετήσει αρκετοί κατασκευαστές, που προχωρούν σε ενοικίαση των απούλητων ακινήτων τους, ώστε να έχουν κάποια έσοδα, ιδίως αν έχουν και κάποιο δάνειο που πρέπει να εξυπηρετήσουν. Το φαινόμενο αυτό εντοπίζεται τόσο στις φθηνές όσο και στις ακριβές περιοχές.
Σύμφωνα με τον κ. Λευτέρη Ποταμιάνο, αντιπρόεδρο του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, ήδη πολλά απούλητα νεόδμητα διαμερίσματα έχουν κατασκευαστεί πριν από τρία-τέσσερα χρόνια και σύντομα θα αρχίσουν να θεωρούνται μεταχειρισμένα, έστω κι αν δεν έχουν κατοικηθεί ποτέ. Μάλιστα, αρκετά από αυτά μισθώνονται, και επομένως, πέραν της ηλικίας, έχουν και καθημερινή χρήση και φθορά, που αναμφίβολα περιορίζει ακόμα περισσότερο τη μεταπωλητική τους αξία, ιδίως όσο η κρίση διατηρείται.
Κατά τον ίδιο, κάποια από τα απούλητα νεόδμητα ακίνητα, εκ των πραγμάτων, θα μετατραπούν σε μεταχειρισμένα με το πέρας των ετών, χάνοντας σημαντικό μέρος της αρχικής τους αξίας. «Είναι πιθανό ορισμένα από τα απούλητα να μείνουν μονίμως στην κατηγορία των ενοικιαζόμενων, γιατί ο ρυθμός απορρόφησης των απούλητων είναι πολύ μικρότερος από τα ακίνητα που προστίθενται στα προς πώληση, είτε νεόδμητα είτε μεταχειρισμένα» αναφέρει ο κ. Ποταμιάνος. Αυτός είναι άλλωστε και ο σημαντικότερος λόγος που ακόμα και σήμερα οι περισσότεροι κατασκευαστές επιλέγουν να μην εκμεταλλευτούν οικονομικά τα απούλητα διαμερίσματά τους, παρά μόνο ένα μικρό μέρος τους, π.χ. 1-2 ακίνητα από τα 10 που μπορεί να έχει ένας εργολάβος.
Η ενοικίαση
Παρ’ όλα αυτά, η λύση της ενοικίασης, τουλάχιστον ενός μέρους από τα απούλητα διαμερίσματα που έχει συσσωρεύσει ο κάθε κατασκευαστής, φαντάζει μονόδρομος, ιδίως αν αυτός έχει δανειακές υποχρεώσεις.
Επιπλέον, ο ΕΝΦΙΑ και ο συμπληρωματικός φόρος ακινήτων ΦΑΠ αποτελούν σημαντικό «κίνητρο» για τους κατασκευαστές, προκειμένου είτε να βρουν αγοραστές είτε να μισθώσουν κάποια ακίνητά τους, ώστε να μπορέσουν να πληρώσουν τον σχετικό φόρο. Πάντως, ακόμα και όσοι μισθώνουν νεόδμητα έχουν πρόσθετο οικονομικό όφελος, καθώς, κατά κανόνα, η τιμή ενοικίασης τέτοιων κατασκευών είναι υψηλότερη κατά 20-30%, σε σχέση με ένα αντίστοιχο ακίνητο 20ετίας στην ίδια περιοχή, τόσο λόγω μικρής ηλικίας και μηδαμινών φθορών, όσο και λόγω των πρόσθετων παροχών των ακινήτων (π.χ. θέση στάθμευσης, αποθήκη, τζάκι, μόνωση κ.τ.λ.). Επομένως, ένα μέρος έστω των απωλειών που προκύπτουν αναφορικά με την τιμή μεταπώλησης από τη χρήση του ακινήτου, αντισταθμίζεται από την υψηλότερη τιμή ενοικίασης, αρκεί βέβαια ο μισθωτής να αποδειχθεί φερέγγυος.
Μία άλλη ομάδα κατασκευαστών επιχειρεί να βρει αγοραστές από το εξωτερικό, κυρίως από χώρες εκτός Ε.Ε., ώστε να εκμεταλλευτούν τη ρύθμιση για τη χορήγηση άδειας παραμονής στους αγοραστές ακινήτων αξίας τουλάχιστον 250.000 ευρώ. Πρόκειται για κατασκευαστές που έχουν γνωριμίες στο εξωτερικό και βρίσκουν έστω και μεμονωμένα κάποιους αγοραστές, ιδίως σε περιπτώσεις ακινήτων της Αττικής. Επίσης, μέχρι πρόσφατα, τα νεόδμητα ακίνητα στην περιφέρεια έβρισκαν κάποιους αγοραστές από το εξωτερικό. Ωστόσο, πλέον, ακόμα και αυτή η διέξοδος έχει αποκλειστεί, καθώς οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι επιλέγουν να αναβάλουν την απόφαση αγοράς τους, έως ότου δοθεί λύση στη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους δανειστές και επανέλθει η σταθερότητα στην οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα.