Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι μια ισχυρή ψήφος εμπιστοσύνης στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού επείσθη από τα επιχειρήματά του υπέρ του ΟΧΙ και του παραχώρησε ηγεμονικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Ελλάδας και στις εξελίξεις. Η έως τώρα πορεία της κυβέρνησης δεν έχει επιφέρει καμία βελτίωση στην οικονομία και στις συνθήκες ζωής των πολιτών, οπότε πρέπει να συμπεράνουμε ότι το ισχυρό ΟΧΙ επιβραβεύει τη συνέχιση αυτής της τακτικής, με την ελπίδα ότι στο τέλος θα φέρει αποτέλεσμα. Είναι, δηλαδή, ένδειξη εμπιστοσύνης στο άγνωστο.
Αγνωστη είναι η πορεία της χώρας τις επόμενες μέρες και εβδομάδες, αφού εξαρτάται από τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εάν η οικονομία και οι πολίτες θα μπορούν να πάρουν ανάσα. Αγνωστο είναι το ουσιαστικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, επειδή ήταν τόσο μπερδεμένο το ερώτημα και τόσο παραπλανητικές και αλληλοσυγκρουόμενες οι θέσεις που παρουσίασαν ο κ. Τσίπρας και στελέχη της κυβέρνησής του, ώστε δεν γνωρίζει κανείς γιατί ψηφίζαμε. Το ΝΑΙ ήταν υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ και την Ε.Ε. ή υπέρ της λιτότητας και των Μνημονίων, ή εκδήλωση δωσιλογισμού; Το ΟΧΙ ήταν υπέρ της αποδοχής μιας συμφωνίας με τους εταίρους (έστω καλύτερης από αυτή που αναφέρεται στο ερώτημα του δημοψηφίσματος) ή επιταγή να αποσυρθεί η κυβέρνηση από τις διαπραγματεύσεις και, συνεπώς, να οδηγηθεί η χώρα εκτός Ευρωζώνης; Ολα αυτά τα ερωτήματα συνυπήρχαν στον δημόσιο διάλογο της τελευταίας εβδομάδας. Το ΟΧΙ παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση και τους συμμάχους της ως γενναία στάση αξιοπρέπειας εναντίον των εχθρών που πρότειναν τη λύση (οι Ευρωπαίοι) και των λακέδων τους εντός Ελλάδας.
Η κυβέρνηση πέτυχε, επίσης, να μην χρεωθεί τους χειρισμούς που οδήγησαν στο κλείσιμο των τραπεζών και στους ελέγχους στην κίνηση του χρήματος, με όσα αυτά στοιχίζουν σε πολίτες και σε επιχειρήσεις. Η ταχύτητα με την οποία διεξήχθη το δημοψήφισμα βοήθησε σε αυτό. Από την άλλη, η πλευρά του ΝΑΙ δεν είχε τη συνοχή της κυβέρνησης και των συνεταίρων του ΟΧΙ (Ανεξάρτητοι Ελληνες και Χρυσή Αυγή). Επίσης, δεν μπόρεσε να «πουλήσει» με την ίδια ευκολία την ανάγκη για δύσκολες αποφάσεις, από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ μονοπωλούσε την αφήγηση με νέες υποσχέσεις για την αποφυγή θυσιών. Ετσι, η πλευρά του ΟΧΙ κατάφερε να χρεώσει στους οπαδούς του ΝΑΙ όλα τα δεινά που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, και ας είναι θύματα της πολύμηνης, ατελέσφορης «διαπραγμάτευσης» με την τρόικα και τους εταίρους. Το μεγάλο ερώτημα τώρα είναι πώς η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει αυτό το μεγάλο ΟΧΙ εκτός συνόρων. Δεν είναι σαφές ότι βελτιώθηκε η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας με αυτή την ψήφο. Μπορεί να ενισχύθηκε ηθικά και πολιτικά ο κ. Τσίπρας στο εσωτερικό, αλλά η πραγματικότητα, όσον αφορά τη σχέση με την Ευρώπη και το ΔΝΤ, παραμένει ίδια: στις 30 Ιουνίου η Ελλάδα χρεοκόπησε προς το ΔΝΤ, και η δανειακή σύμβαση με την τρόικα έληξε. Επιπλέον, δεν αυξήθηκαν οι εισροές βοηθείας από την ΕΚΤ. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι η συνέχιση του αδιεξόδου τρομάζει τους εταίρους περισσότερο μετά το δημοψήφισμα. Εάν, λοιπόν, παραχωρήσουν κάτι, αυτό θα είναι για να μην καταρρεύσει η οικονομία μας. Θα είναι πράξη ελεημοσύνης παρά συνθηκολόγησης. Βρισκόμενος σε αδιέξοδο, πριν από δέκα μέρες, ο κ. Τσίπρας μετέφερε τις ευθύνες της διαπραγμάτευσης στους πολίτες. Αυτοί, με τη συντριπτική υποστήριξη του ΟΧΙ που αυτός ζητούσε, του χάρισαν μεν μεγάλη πολιτική νίκη, του επέστρεψαν δε την ευθύνη. Τώρα αυτός και μόνον αυτός ευθύνεται για το τι θα γίνει από εδώ και πέρα. Οπως και πριν από δέκα μέρες. Με όλη τη φασαρία, τον διχασμό και την ταπείνωση που υπέστη ο λαός την περασμένη εβδομάδα, τι κέρδισαν οι Ελληνες; Πώς βγαίνουμε από το αδιέξοδο; Αγνωστο.