Γνώρισε δοκιμασίες σκληρές ο Ελληνισμός από τότε που συρρικνώθηκε, για λόγους αδήριτης ιστορικής αναγκαιότητας, σε εθνικό κράτος. Κινδύνεψε, όχι λίγες φορές η κρατική του υπόσταση, απειλήθηκε επανειλημμένα η εδαφική του ακεραιότητα, ξεριζώθηκαν ελληνικοί πληθυσμοί από κοιτίδες πανάρχαιες καταγωγής τους. Εζησε πολέμους, ξενικές κατοχές, φτώχεια, βασανιστικές στερήσεις, προδόθηκε ή αδικήθηκε βάναυσα από «συμμάχους» και «προστάτες». Γεύτηκε την ντροπή ώς το μεδούλι της ψυχής του ο Ελληνας για σπιθαμιαίους ηγέτες του, ανίκανους, εγωλάγνους, ξιπασμένους μεταπράτες ιδεολογιών, που δίχασαν τον λαό και τον ματοκύλισαν. Χώρια η πίκρα και ο καϋμός για την προγραμματική στο κράτος απαιδευσία που εξασφάλιζε ευκολότερη εξαγορά ψήφων και συνειδήσεων – την παγίωση του πρωτογονισμού του αποκαλούμενου «πελατειακό κράτος».
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, όχι επιπόλαια, ότι στη δραματική αυτή διαδρομή των δύο αιώνων κρατικού βίου, είχαν οι Ελληνες κάποια αντιστηρίγματα σθεναρά: Είχαν γλώσσα, που την πίστευαν ατίμητο κληροδότημα, παθιάζονταν για την ακεραιότητά της. Είχαν ζωντανή ιστορική συνείδηση, αντλούσαν αυτοπεποίθηση και κριτήρια αρχοντιάς από την Ιστορία τους. Συνέχιζαν, έστω εθιμικά, τυπολατρικά, αλλά διέσωζαν τη διαφορά του εκκλησιαστικού «τρόπου» από την ατομοκεντρική, νομική θρησκευτικότητα.
Σήμερα και τα τρία αυτά αντιστύλια έχουν μάλλον απολείψει: Η ασυλία της αγλωσσίας καλύπτει αναρίθμητο πλήθος δημόσιων αγορητών, μέχρι και πρώην πρωθυπουργούς. Ετσι και ο ανταποκριτής της Κρατικής Τηλεόρασης μπορεί να μεταδίδει, καθημερινά, ανακοινώσεις του Διεθνή Νομισματικού Ταμείου (ναι: το διεθνές, του διεθνή!!). Χωρίς να διανοείται κανείς να του διακόψει την ανταπόκριση και να τον απολύσει παραχρήμα. Σήμερα, παράλληλα, λογαριάζεσαι σαν «προοδευτικός» πολίτης μόνο αν δηλώνεις μαχητικός αντι-πατριώτης διεθνιστής και προπαγανδίζεις στην τηλεόραση, πουλώντας εντυπώσεις, ότι οι Ελληνες, τετρακόσια χρόνια υπόδουλοι στους Τούρκους είχαν άνετο βίο, και το 1821 επαναστάτησαν μόνο στοιχεία του κοινωνικού περιθωρίου, ληστοσυμμορίτες πλιατσικολόγοι. Σήμερα, τρίτο, έστω και η υποψία για τη διαφορά του εκκλησιαστικού γεγονότος από τη φυσική, την ενστικτώδη θρησκεία του ατομοκεντρικού νομικισμού απουσιάζει προκλητικά από τον επίσημο λόγο των κορυφαίων της τυπολατρίας.
Δεν μοιάζει να υπάρχει κανένα συλλογικό, βιωματικό αντιστήριγμα, στόχος κοινός που να εξασφαλίζει τη συνοχή των Ελλήνων. Τα κριτήρια που διαβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής, τη χαρά της ζωής, είναι αποκλειστικά και μόνο οικονομικά, μετράνε την καταναλωτική ευχέρεια. Καθιέρωσε αυτά τα κριτήρια μια συγκεκριμένη πολιτική, υπηρετική του πελατειακού κράτους: πολιτική ασύδοτων παροχών, επιδοτήσεων, χαριστικών διορισμών και σκανδαλωδών συνταξιοδοτήσεων, ατιμώρητης λεηλασίας του κρατικού ταμείου, για να εξαγοραστούν ψήφοι.
Το κλίμα που δημιούργησε αυτό το πολύχρονο και ξέφρενο γλεντοκόπι της ασύδοτης κομματοκρατίας, διέλυσε (στην κυριολεξία) τον κοινωνικό ιστό, μετέβαλε την κάποτε ελλαδική κοινωνία σε ζούγκλα ακοινωνησίας, πρωτόγονων εγωκεντρικών θωρακίσεων. Ο πολύ πρόσφατος μανιασμένος διχασμός οπαδών του «όχι» και οπαδών του «ναι» δεν αντιθέτει πολιτικές επιλογές, πεποιθήσεις, ιδεολογικές σκληρύνσεις.
Μοιάζει μάλλον να συσπειρώνει τον ορμέμφυτο, άλογο πανικό για το ενδεχόμενο απώλειας της ευμάρειας ή αποκλεισμού κάθε προοπτικής για κατάκτηση της ευμάρειας.
Ο,τι ονομάζουμε παρακμή είναι, ακριβώς, η παραίτηση των πολλών από το άθλημα των σχέσεων κοινωνίας. Για να «κοινωνήσει» ο άνθρωπος τις εμπειρικές του πιστοποιήσεις, αλλά και τις σκέψεις, τις κρίσεις, τις γνώμες του, πρέπει να διασώζει την ετοιμότητα να αναγνωρίσει στον άλλον ή στους άλλους μιαν ορθότερη ενδεχομένως πιστοποίηση, άποψη, οπτική – να δεχθεί – παραδεχθεί πιθανό του σφάλμα, έλλειψη, αστοχία, επομένως την ανάγκη να προσλάβει και αξιοποιήσει αυτό που ο άλλος τού προσφέρει. Αυτή την κοινωνική ετοιμότητα την αποκλείει ο πρωτογονισμός της εγωτικής αυτάρκειας, το ένστικτο αυθυπεράσπισης, αυτοθωράκισης, επιβολής. Υπερασπίζοντας την ποδοσφαιρική ομάδα που επέλεξα, το κόμμα που ψηφίζω, τις ιδεολογικές μου πεποιθήσεις, τη θρησκευτική μου «πίστη», τις κρίσεις-γνώμες μου για πρόσωπα ή γεγονότα, υπερασπίζω ενστικτωδώς (γι’ αυτό και συνήθως ανεπίγνωστα) το εγώ μου, την αυτοκαταξίωσή μου, την αυτοπροστασία μου. Αυτή η υπεράσπιση είναι ορμέμφυτη, λογικά ανεξέλεγκτο ένστικτο, τυφλή ανάγκη.
Η αντίσταση στην επιθετική εγωτική αυτοάμυνα, η ελευθερία από τον ορμέμφυτο εγωκεντρισμό, συνιστά ό,τι ονομάζουμε «καλλιέργεια» του ανθρώπου, «πολιτισμό». Να είχες κατακτήσει πολιτισμό και να τον απεμπόλησες, το λέμε «παρακμή», το να είσαι πάντα καθηλωμένος στον κτηνώδη ατομοκεντρισμό, το λέμε «βαρβαρότητα». Στη σημερινή Ελλάδα, η παρακμιακή εγωπάθεια διαλύει κάθε λειτουργία σχέσεων κοινωνίας της ζωής και της χρείας. Στις συζητήσεις των άλλοτε φίλων, των γειτόνων, των άγνωστων της ουράς στα ΑΤΜ, είναι αδύνατο να πραγματωθεί συν-ομιλία. Ολοι τα ξέρουμε όλα, είμαστε όλοι φανατισμένα σίγουροι ότι κατέχουμε την αλάθητη αλήθεια.
Κάθε ένας μας σήμερα είναι απόλυτα βεβαιωμένος ότι διαθέτει την απόλυτης εγκυρότητας πηγή πληροφοριών: Κάποιον γνωστό ή γνωστόν γνωστού από τον οποίο και εξασφαλίζουμε την αυθεντική είδηση!
Κατέχουμε όχι μόνο την εγγυημένα ορθή ερμηνεία γεγονότων, δηλώσεων, ενεργειών των διαχειριστών της ζωής μας, αλλά ξέρουμε με αράγιστη σιγουριά και τις προθέσεις τους: Πού απέβλεπαν, σε τι αποσκοπούσαν, τι σχεδίαζαν κρυφά και προετοίμαζαν ύπουλα ή ευφυέστατα οι άρχοντες, που το εγώ μας έχει επιλέξει να τους θαυμάζει ή να τους βδελύσσεται.
Η ανάκαμψη από μια τέτοια κατρακύλα στον πρωτογονισμό της ανάγκης για εγωτική κατασφάλιση και υπεροχή δεν κατορθώνεται σε εβδομάδες ή μήνες, ούτε με την τυφλότερη δυνατή πειθάρχηση στον εξανδραποδισμό που επιβάλλουν οι «προηγμένες» κοινωνίες των κοιτίδων του ατομοκεντρικού παλιμβαρβαρισμού. Μοναδικό όπλο μιας συλλογικότητας για να φτάσει να γίνει κοινωνία, να ελευθερωθεί είτε από την «προηγμένη» καταναλωτική αποκτήνωση είτε από τον βυθισμό στην εξαθλιωτική φτώχεια, μοναδικό όπλο-μέσο-εργαλείο είναι η πολιτική. Η ζωή μας και η ποιότητα της ζωής μας, το γόνιμο ή το εφιαλτικό μέλλον των παιδιών μας, θα κριθούν από τις πολιτικές επιλογές μας: Χρειαζόμαστε πολιτικούς με νοο-τροπία κοινωνικού αναμορφωτή, όχι διαχειριστή συνταγών καταναλωτικής βουλιμίας.
Κυρίως: χρειαζόμαστε σοβαρότητα, όχι άλλα καραγκιοζιλίκια.