Εκλογές τελευταίας ευκαιρίας

3' 56" χρόνος ανάγνωσης

Δεν θα πω ότι είναι οι πιο κρίσιμες εκλογές της Μεταπολίτευσης, γιατί δεν είναι. Και όμως η κυβέρνηση που θα προκύψει από αυτές τις εκλογές θα είναι κυβέρνηση τελευταίας ευκαιρίας. Γιατί η υπομονή των εταίρων έχει εξαντληθεί, κάποιοι περιμένουν το πρώτο στραβοπάτημα, για να αποφανθούν ότι η Ελλάδα δεν αξίζει ένα νέο τεράστιο δάνειο και καλύτερα να πάρει τον δρόμο της εκτός ευρώ. Γιατί οι σοβαροί επενδυτές είναι ένα βήμα πριν από την απόφαση να διαγράψουν οριστικά την Ελλάδα. Γιατί το νέο Μνημόνιο κρέμεται από μια κλωστή, όχι επειδή οι υπονομευτές του το καταγγέλλουν ως αδιέξοδο και καταδικασμένο, αλλά διότι οι χειρισμοί τους οδήγησαν σε capital controls, νέα ύφεση και 50 δισ. νέο χρέος, που κινδυνεύουν να το καταστήσουν αδιέξοδο και καταδικασμένο. Γιατί οι πολιτικές δυνάμεις έδειξαν ότι αντιδρούν με ένστικτο αυτοσυντήρησης όταν η χώρα βρεθεί κρεμάμενη στην άκρη του γκρεμού, αλλά δεν έχουν πείσει ότι είναι σε θέση να εξασφαλίσουν ότι δεν θα ξαναβρεθούμε σύντομα κρεμάμενοι στην άκρη του γκρεμού. Γιατί η κοινωνία, τέλος, είναι εξαντλημένη, εξοργισμένη, προδομένη, και η επόμενη διάψευση θα την οδηγήσει στην αγκαλιά νέων τσαρλατάνων και δημαγωγών. Αλλωστε τον κάθε λαϊκιστή που ξεφουσκώνει ακολουθεί επόμενος πιο αποτρόπαιος. Οταν έσκασε η μπαμπούσκα του αριστερού λαϊκισμού, μέσα από τον κ. Τσίπρα βγήκε η κ. Κωνσταντοπούλου.

Η χώρα βάδισε προς αυτές τις εκλογές καταφέρνοντας να μη μιλήσει σχεδόν καθόλου για την επόμενη μέρα. Και όμως υπάρχει πρόγραμμα ψηφισμένο από 222 βουλευτές, με περιορισμένα περιθώρια απόκλισης, και ας επιδίδονται οι πολιτικοί αρχηγοί σε πλειοδοσίες αποκήρυξης του 3ου μνημονίου. Τα υφεσιακά του μέτρα είναι ένα βάρος, όμως οι μεταρρυθμίσεις του μπορούν να λειτουργήσουν αναπτυξιακά. Δεν είναι πλήρες εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης το μνημόνιο. Δίνει όμως την τελευταία ευκαιρία να διαμορφώσουμε, σε βάση πολιτικής συναίνεσης, ένα πραγματικό εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης συμβατό με την πραγματικότητα του ευρώ.

Ξεκινώντας με ένα βαρύτατο φορτίο ανεργίας, τα επόμενα χρόνια η χώρα θα πρέπει να δημιουργεί περίπου 100.000 νέες θέσεις εργασίας ετησίως. Δεν θα τις δημιουργεί ούτε ανοίγοντας κρατικούς οργανισμούς ούτε προσλαμβάνοντας νέους υπαλλήλους στο Δημόσιο. Πρέπει να προσελκύει σοβαρούς επενδυτές, που θα φέρουν κεφάλαια, τεχνογνωσία, διεθνή διασύνδεση, θέσεις εργασίας. Δεν θα τους φέρει διεξάγοντας πόλεμο εναντίον τους, όπως στις Σκουριές και στην αποκρατικοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων.

Τις θέσεις εργασίας θα δημιουργήσουν κυρίως νέες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Δεν θα ανοίξουν ποτέ εάν οι εκκρεμότητες της 1ης αξιολόγησης του μνημονίου δεν διευθετηθούν ταχύτατα, εάν οι τράπεζες δεν ανακεφαλαιοποιηθούν εγκαίρως μέσα στο 2015, εάν δεν επιλυθεί το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, εάν δεν αποσυρθούν τα capital controls, εάν κυβέρνηση και αντιπολίτευση δεν δεσμευτούν σε βάθος χρόνου σε ένα σταθερό φορολογικό και ρυθμιστικό πλαίσιο.

Το νέο παραγωγικό πρότυπο πρέπει να διευκολύνει τη δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας σε επιχειρήσεις και κλάδους του εμπορεύσιμου και εξωστρεφούς τομέα. Δεν θα το επιτύχουμε εάν το πολιτικό σύστημα δεν οικειοποιηθεί τη λογική της ανταγωνιστικότητας, που υπηρετείται από την προσήλωση σε εκατοντάδες επιμέρους δείκτες και πολιτικές. Δεν θα την επιτύχουμε χωρίς μια επανάσταση του συστηματικού και συγκεκριμένου, χωρίς να αντλήσουμε από τα διδάγματα της διεθνούς σύγκρισης και εμπειρίας. Παραδείγματα; Στον συνολικό δείκτη ανταγωνιστικότητας (World Economic Forum Competitiveness Index, 2014-15) είμαστε στη θέση 81, κάτω από την Ουκρανία και λίγο παραπάνω από τη Μολδαβία. Στον δείκτη καινοτομίας στη θέση 74, κάτω από τη Σλοβακία. Στην ποιότητα των θεσμών στη θέση 85, μόλις πάνω από την Ακτή Ελεφαντοστού και τη Ρουμανία. Σύμφωνα με τους δείκτες Doing Business της World Bank, χρειάζονται 1.580 μέρες για να εφαρμοστεί μία σύμβαση στην Ελλάδα, έναντι μέσου όρου ΟΟΣΑ 539. Στα δικαστήρια εκκρεμούν χιλιάδες υποθέσεις που ξεπερνούν την πενταετία. Δεν θα περάσουμε ποτέ σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο χωρίς ευρεία, γενναία μεταρρύθμιση του κράτους, των θεσμών, της Δικαιοσύνης.

Χώρες φτωχές άλλοτε, η Ιρλανδία και η Φινλανδία, έλαβαν στο παρελθόν μεγάλες στρατηγικές αποφάσεις. Επένδυσαν στην εκπαίδευση, την έρευνα, την τεχνολογία, ανέπτυξαν πολιτικές διασύνδεσης της εκπαίδευσης με την επιχειρηματικότητα. Ανέβηκαν τα σκαλιά της προστιθέμενης αξίας, αυξάνοντας τα εισοδήματα των εργαζομένων και τη συνολική ευημερία του πληθυσμού. Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βαδίσουμε αυτό τον δρόμο εάν δεν απελευθερωθούν τα σχολεία και τα πανεπιστήμιά μας από τις αραχνιασμένες αντιλήψεις των ιδεολογικά γερασμένων καταληψιών.

Το κοινωνικό μας κράτος είναι διάτρητο. Ενας στους τέσσερις που βγαίνουν στη σύνταξη σήμερα είναι ακόμη κάτω των 55. Στο Δημόσιο είναι ένας στους τρεις. Και όμως η οξύτερη κοινωνική κρίση είναι αυτή που αφορά τους μακροχρόνια ανέργους. Εννιά στους δέκα δεν λαμβάνουν επίδομα ανεργίας ή άλλη στήριξη. Το 3ο μνημόνιο εισάγει ένα σύστημα ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, που θα μειώσει δραστικά τα ποσοστά της φτώχειας και της ακραίας φτώχειας.

Τους τελευταίους επτά μήνες η κοινωνία μας έζησε την καταστροφική και ταυτόχρονα λυτρωτική κατάρρευση των ψευδαισθήσεων. Οποια κι αν είναι η έκβαση των εκλογών, από τη Δευτέρα ξεκινά το δυσκολότερο έργο της αναμέτρησης με το συγκεκριμένο.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT