Το βασικό συμπέρασμα από την ομιλία που έδωσε την περασμένη εβδομάδα ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, είναι πως η Ευρωπαϊκή Ενωση ενισχύει τον οικονομικό δυναμισμό της Βρετανίας, αν και της δημιουργεί προκλήσεις στη χρηματοπιστωτική της σταθερότητα. Το πρώτο επιχείρημα του Βρετανού κεντρικού τραπεζίτη είναι σωστό. Αντίθετα, το δεύτερο είναι λάθος. Μπορεί η Ε.Ε. να δημιουργεί προκλήσεις στη Βρετανία, παράλληλα, όμως, προσφέρει ευκαιρίες για μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα. Εάν η Βρετανία το αντιληφθεί, τότε η Ε.Ε μπορεί να παίξει θετικό ρόλο, απορροφώντας τις επιπτώσεις από κρίσεις.
Η ένταξη της Βρετανίας στην Ε.Ε έχει συμβάλει στο να εξελιχθεί η χώρα σε μια πιο ανοικτή οικονομία ως προς το εμπόριο και τις διασυνδέσεις της με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες. Παράλληλα έχει βοηθήσει στη διασπορά των επιπτώσεων από εγχώριες κρίσεις, διότι οι κραδασμοί δεν περιορίζονται στα σύνορα της χώρας.
Η έκθεση της Βρετανίας στα ελαττώματα της Ε.Ε έγινε προφανής λόγω της πρόσφατης κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη. Το 40% των βρετανικών εξαγωγών απορροφώνται από την Ευρωζώνη. Οπότε υπήρξαν επιπτώσεις από την κρίση χρέους. Προκλήθηκαν, επίσης, αλυσιδωτές αντιδράσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι βρετανικές τράπεζες υπέστησαν ζημίες από δάνεια σε κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Παράλληλα, οι τράπεζες της Ευρωζώνης μείωσαν τον δανεισμό τους στη Βρετανία, επιδεινώνοντας τις επιπτώσεις από την πιστωτική κρίση.
Ωστόσο, η Βρετανία ως κράτος-μέλος της Ε.Ε προσφέρει στις χρηματοοικονομικές εταιρείες της ένα «διαβατήριο» για να δραστηριοποιούνται στις υπόλοιπες χώρες-μέλη. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους που έχει αναπτυχθεί τόσο γρήγορα ο βρετανικός τραπεζικός κλάδος κατά τη διάρκεια της τελευταίας 25ετίας. Δημιουργήθηκε αφθονία και πλούτος. Ωστόσο, οι επιπτώσεις ήταν ιδιαίτερα έντονες από την τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση.
Η δυνατότητα της Βρετανίας να μοιραστεί τις συνέπειες από μια κρίση με την υπόλοιπη Ε.Ε. δεν έχει ακόμη γίνει πλήρως αντιληπτή από τους πολίτες της χώρας. Εάν, όμως, υπάρξει πτώση της εγχώριας ζήτησης στη Βρετανία, οι εταιρείες μπορούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές και έτσι να περιορίσουν τις επιπτώσεις στα εγχώρια εισοδήματα και την απασχόληση. Η Ε.Ε. μπορεί να αποτελέσει μια «δεύτερη μηχανή», όπως επισήμανε ο κ. Κάρνεϊ στην ομιλία του.
Την ίδια στιγμή, οι Βρετανοί έχουν την εναλλακτική να στραφούν στα υπόλοιπα κράτη-μέλη για την εύρεση εργασίας. Προς το παρόν, συμβαίνει το αντίθετο. Οι πολίτες της Ε.Ε αναζητούν απασχόληση στη Βρετανία επειδή η οικονομία διανύει μια περίοδο ανάπτυξης που «γεννά» θέσεις εργασίας. Στο μέλλον, όμως, μπορεί να ανατραπούν τα δεδομένα.
Ενας άλλος παράγοντας που περιορίζει τις επιπτώσεις μιας κρίσης είναι η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Επειδή οι Βρετανοί δεν έχουν αποταμιεύσει όλη την περιουσία τους στην εγχώρια αγορά, μετριάζεται η οποιαδήποτε επίδραση στον πλούτο και τα εισοδήματά τους. Η ενιαία αγορά της Ε.Ε. δεν είναι τέλεια. Οπότε η δυνατότητα της Βρετανίας να μοιραστεί τις επιπτώσεις από μια κρίση με την υπόλοιπη Ευρώπη δεν είναι ίδια με αυτήν της Καλιφόρνιας σε σχέση με τις ΗΠΑ. Εν τούτοις, οι οικονομίες της Ε.Ε ενοποιούνται όλο και πιο πολύ λόγω, εν μέρει, των κινήτρων που προσφέρονται για τη σύγκλιση των αγορών κεφαλαίου, του κλάδου ενέργειας και της επέκτασης της ενιαίας αγοράς μέσω του Διαδικτύου. Οπότε, εάν η Βρετανία παραμείνει στην Ε.Ε θα ανακαλύψει πώς έχει στη διάθεση της ένα όλο και πιο αποτελεσματικό «σφουγγάρι» για την απορρόφηση κρίσεων. Η Βρετανία ως κράτος-μέλος της Ε.Ε έχει γίνει πιο αποτελεσματική στη λειτουργία της και δυναμική. Ενας ακόμη παράγοντας που προάγει τη σταθερότητα στη Βρετανία είναι η αποτελεσματική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Παρόλα τα λάθη που έγιναν στη χρηματοπιστωτική κρίση από τη Βρετανία και την Ε.Ε., το Λονδίνο έπαιξε κομβικό ρόλο στη δημιουργία κοινών κανόνων και κριτηρίων λόγω του μεγαλύτερου διεθνούς κύρους του.
Ο κ. Κάρνεϊ καταλήγει στο συμπέρασμα πως τα πλεονεκτήματα για να παραμείνει η Βρετανία στην Ε.Ε. υπερτερούν των μειονεκτημάτων. Αρκεί να καταβάλει η Βρετανία προσπάθειες για τη βελτίωση των κανόνων εποπτείας του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Ετσι η παραμονή της χώρας στην Ε.Ε. θα συμβάλει στην ενίσχυση της σταθερότητας και του δυναμισμού της οικονομίας.