Τα εισιτήρια
Κύριε διευθυντά
Κατανοητή η αύξηση στα εισιτήρια των αστικών μεταφορών, ελέω ΦΠA. Προς τη σωστή κατεύθυνση η προσπάθεια διατήρησης των μηνιαίων καρτών, στα 15 και 30 ευρώ αντίστοιχα. Oμως επειδή οι αυξήσεις σε αυτόν τον ευαίσθητο τομέα, που θα πλήξουν άμεσα τα λαϊκά στρώματα αλλά ενδεχομένως και το περιβάλλον, δεν συνάδουν με μια αριστερή κυβέρνηση, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη μείωση του κόστους των ετήσιων καρτών απεριορίστων διαδρομών και στη στροφή του επιβατικού κοινού σε αυτές. Αν, για παράδειγμα, η ετήσια κάρτα μειωθεί από τα 320 στα 160 ευρώ και η μειωμένη από τα 160 στα 80 ευρώ, με ταυτόχρονη αύξηση του μεμονωμένου εισιτηρίου, πετυχαίνουμε τα εξής:
1) Στρέφουμε τους πολίτες στην αγορά ετήσιας κάρτας.
Επιβραβεύουμε τον επιμελή χρήστη των αστικών συγκοινωνιών, ως θεματοφύλακα του αστικού περιβάλλοντος. Η επιβράβευση του επιμελούς χρήστη είναι ένα φαινόμενο σχεδόν καθολικό στις μέρες μας και ισχύει στις περισσότερες επιχειρήσεις.
Μπορούμε να προϋπολογίσουμε σε μεγάλο βαθμό τα έσοδα των αστικών συγκοινωνιών από την αρχή της κάθε περιόδου και να κάνουμε καλύτερο προγραμματισμό εξόδων. Το μεγάλο ποσό που θα συγκεντρωθεί με την εφαρμογή των αλλαγών, θα εισέλθει σε λογαριασμό τραπέζης και θα τοκίζεται. Επιβαρύνουμε ελαφρώς τον επισκέπτη της πόλης, Eλληνα ή ξένο, αλλά και όσους οδηγούν και σπάνια χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς.
Διευκολύνουμε τους πολίτες, καθώς αντί να προβαίνουν σε καθημερινή συναλλαγή, θα ξεμπερδεύουν με μία τους ενέργεια, για όλη τη χρονιά.
Απελευθερώνουμε προσωπικό, το οποίο δύναται να εργασθεί στον προληπτικό έλεγχο της εισιτηριοδιαφυγής και όχι στην καταστολή της, όπως συμβαίνει σήμερα, με τραγικά αποτελέσματα σε ορισμένες περιπτώσεις. Τελειώνουμε δηλαδή με αυτό το φαινόμενο (20-40 εκατ. ευρώ απώλεια έσοδων ανά έτος), χωρίς επιπλέον κόστος και χωρίς την προσθήκη του κοστοβόρου ηλεκτρονικού εισιτηρίου. Απελευθερώνουμε τους πολίτες από το άγχος του κατασταλτικού ελέγχου. Αναβαθμίζουμε την ποιότητα ζωής τους.
Iωαννης Mπουμπουρεσης – Γεωγράφος
Το μάθημα των Θρησκευτικών
Κύριε διευθυντά
Στο φύλλο της Κυριακής 15.11.2015 της έγκυρης και μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδας «Καθημερινή» δημοσιεύτηκε άρθρο του έγκριτου και διακεκριμένου δημοσιογράφου Πάσχου Μανδραβέλη με τον ερωτηματικό τίτλο «Μάθε, παιδί μου, Θρησκευτικά;».
Επειτα από διεξοδική και λεπτομερή ανάλυση και διατύπωση κριτικής και σχολίων σε άρθρο του καθηγητού Πασχάλη Κιτρομηλίδη, ο αρθρογράφος σας καταλήγει και συμπεραίνει ότι «τα σημερινά Θρησκευτικά παραμένουν ένας επιβλαβής αναχρονισμός της παιδείας μας».
Χωρίς να επιχειρηματολογήσω για την αναγκαιότητα ή όχι της διδασκαλίας των Θρησκευτικών στα σχολεία της πατρίδας μας, θα διατυπώσω μερικά απλά, ίσως αφελή, άμεσα και εύλογα ερωτήματα.
– Είναι δυνατόν η Τουρκία, η κοιτίδα του Ισλαμισμού, να καθορίζει «τον Χριστιανισμό» ως μάθημα επιλογής για τους μουσουλμάνους («Καθημερινή», 15.11.2015) και η Ελλάδα με ομώνυμο υπουργείο «…και Θρησκευμάτων», φύσει χριστιανική χώρα και με συνταγματική επιταγή για τον σκοπό της παιδείας της «…την ανάπτυξη της εθνικής και χριστιανικής συνείδησης» (παρ. 2 άρθρου 16) να επιζητεί και να μεθοδεύει τρόπους κατάργησης της διδασκαλίας των Θρησκευτικών;
– Αλήθεια, οι δημοσιογράφοι, οι κύριοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, με ποια στοιχεία τεκμηριώνουν τις απόψεις τους ότι «τα σημερινά Θρησκευτικά στα σχολεία, παραμένουν ένας επιβλαβής αναχρονισμός της παιδείας μας;».
– Τέλος, ποια βλάβη προξενείται στην ελληνική παιδεία από τη διδασκαλία των Θρησκευτικών;
Ολα τα Συντάγματα της πατρίδας μας, από το έτος 1844 μέχρι σήμερα, έχουν εκδοθεί «στο όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος» και έχουν καθορίσει τις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας (άρθρο 3) και την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης (άρθρο 13), η οποία αναγνωρίζεται και προστατεύεται και από διεθνείς συμβάσεις (άρθρο 9 Σύμβασης της Ρώμης).
Η ελευθερία εκδήλωσης των θρησκευτικών πεποιθήσεων περιλαμβάνει την ελευθερία της θρησκευτικής διδασκαλίας αρκεί να μην προσλαμβάνει τη μορφή προσηλυτισμού κατά της επικρατούσας θρησκείας (Σγουρίτσα. Ατομικές Ελευθερίες).
Καταργώντας τη διδασκαλία των Θρησκευτικών στα σχολεία, μεθοδικά και συστηματικά απομονώνουμε την παιδεία από τις εθνικές παραδόσεις και τις αξίες της ιστορίας μας, περιθωριοποιούμε τη χριστιανική πίστη μας και απομακρύνουμε τη νεολαία από τη θρησκεία.
Αυθαίρετος, αναιτιολόγητος και αντισυνταγματικός καταδεικνύεται ο χαρακτηρισμός ότι «τα σημερινά Θρησκευτικά παραμένουν ένας επισφαλής αναχρονισμός της παιδείας μας». Το μάθημα των Θρησκευτικών είναι ένα από τα πολλά του σχολικού προγράμματος και συνεπώς πρέπει να διδάσκεται χωρίς σκοπιμότητες, διακρίσεις, αποχές ή απαλλαγές. Ας σταματήσουμε να μισούμε, να κατασυκοφαντούμε και να περιφρονούμε τη θρησκεία και την πίστη μας.
Νικολαος Ζαρκαδας
Τα φαρμακεία
Κύριε διευθυντά
Στο δεύτερο μνημόνιο ψηφίστηκε ο νόμος 4254/2014 για τα φαρμακεία και ορίζεται ότι «για την εκμετάλλευση φαρμακείου ή φαρμακαποθήκης επιτρέπεται η σύσταση ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας μόνο μεταξύ φαρμακοποιών». Και κατά συμβιβασμό με τις απαιτήσεις της τρόικας, μετουσιώθηκε σχετικά επιτυχώς η έννοια της απελευθέρωσης του επαγγέλματος του φαρμακοποιού. Στο τρίτο μνημόνιο, όμως, ψηφίστηκε ο πιο σκληρός νόμος Γ5 (β)/Γ.Π.οικ. 82829/2015 αρ. ΦΕΚ 2330, καταργήθηκαν οι παράγραφοι του ν. 4254/2014 που αφορούσαν την ίδρυση φαρμακείων και αντικαταστάθηκαν με την εξής απαράδεκτη διατύπωση:
«Οι άδειες ίδρυσης φαρμακείων χορηγούνται σε φαρμακοποιούς κατόχους άδειας ασκήσεως επαγγέλματος φαρμακοποιού χώρας-μέλους της Ε.Ε., καθώς και σε άλλα φυσικά πρόσωπα πολίτες κράτους-μέλους της Ε.Ε.
Τα φαρμακεία των ιδιωτών μη φαρμακοποιών που ιδρύονται μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης λειτουργούν υποχρεωτικά με τη μορφή της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης. Στην εταιρική σύνθεση των ΕΠΕ στις οποίες συμμετέχουν μη φαρμακοποιοί, μετέχει υποχρεωτικά ως εταίρος, με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 20%, και ο ορισθείς υπεύθυνος φαρμακοποιός για τη λειτουργία κάθε φαρμακείου».
Ο μη φαρμακοποιός που θα συμμετέχει κατά 80% στην ΕΠΕ φυσικό είναι να διατηρεί τον οικονομικό έλεγχο της εταιρείας, ο δε φαρμακοποιός να παίζει έναν περιθωριακό ρόλο στην υπευθυνότητα της λειτουργίας του φαρμακείου.
Με το ισχύον μέτρο της συνταγογράφησης, που αποτελεί μνημονιακή επιταγή, ο γιατρός θα αναγράφει τη δραστική ουσία στη συνταγή και ο φαρμακοποιός θα επιλέγει το αντίστοιχο γενόσημο.
Aρα μεταφέρεται τεράστια ευθύνη στον φαρμακοποιό για την επιλογή του φαρμάκου. Με γνώμονα την επιστημονική του γνώση και πείρα θα πρέπει να επιλέξει από μια μεγάλη εμπορική λίστα συνωνύμων το καλύτερο γενόσημο.
Επειδή τα γενόσημα παρασκευάζονται από πολλά εργοστάσια ανά τον κόσμο, ο ανεύθυνος επιχειρηματίας θα επιδιώξει να προμηθευτεί ό,τι τον συμφέρει οικονομικά, καλυπτόμενος από την έγκριση του ελέγχου που νομιμοποιεί την οποιαδήποτε επιλογή του, παραμερίζοντας έτσι τον υπεύθυνο φαρμακοποιό.
Οι έλεγχοι όμως που γίνονται και αφορούν τη βιοδιαθεσιμότητα, βιοϊσοδυναμία, τα βιο-ϋλικά γνωστά ως «έκδοχα» τα οποία συμμετέχουν στο θεραπευτικό αποτέλεσμα αλλά χωρίς φαρμακολογική δράση, έχουν πολλά κενά και δίνουν τη δυνατότητα τρόπων διαφυγής.
Με την επέκταση της εφαρμογής των γενοσήμων, αφού πλέον η χορήγηση του συγκεκριμένου φαρμάκου θα επαφίεται στην κρίση και υπευθυνότητα του φαρμακοποιού, διότι αυτός θα επιλέγει από μια λίστα συνωνύμων τη δραστική ουσία που θα γράφει η συνταγή του γιατρού, θα πρέπει η συμβολή του να είναι ουσιαστική. Ο γιατρός προτείνει τη δραστική ουσία και ο φαρμακοποιός πρέπει να χορηγεί το φθηνότερο σκεύασμα που την περιέχει, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα, προκειμένου να κερδίσει περισσότερα ο ιδιώτης επιχειρηματίας.
Το φαρμακείο πάντοτε υπήρξε άτυπος μη αμειβόμενος θεσμός πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Στον μικρόκοσμο της γειτονιάς του ο φαρμακοποιός είναι ο ιατρικός σύμβουλος και αυτός που θα δώσει τις πρώτες βοήθειες σε κάθε ανάγκη των συνανθρώπων του.
Ο νόμος αυτός δημιουργεί προβλήματα στη χορήγηση φαρμάκων, αλλά οδηγεί και στο κλείσιμο των μικρών φαρμακείων προς όφελος κερδοσκοπικών ομίλων. Ισως έτσι να διευκολύνεται και το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος. Υπουργός της κυβέρνησης χαρακτήρισε τον συγκεκριμένο νόμο προϊόν νεοφιλελεύθερης έμπνευσης. Αυτή είναι η φιλοσοφία της αριστερής κουλτούρα, να εξαφανίσουμε τους μικρούς για να κάνουμε τους μεγάλους μεγαλύτερους;
«Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές…»
Σταθης Κινινης – Συνταξιούχος φαρμακοποιός
ΙΙ
Κύριε διευθυντά
Ευθύς εξαρχής πρέπει να δηλώσω ότι δεν έχω καμία σχέση επαγγελματική με τα φαρμακεία ή το εμπόριο των φαρμάκων τόσο εγώ όσο και η οικογένειά μου και μοναδική μου σχέση, με τα φάρμακα, είναι ότι επί 30 χρόνια δίδαξα σε πολλά πανεπιστήμια (ΑΠΘ, Γάνδης Βελγίου, Τριπόλεως Λιβύης, Νιχόν Ιαπωνίας κτλ.) πολλά μαθήματα που έχουν σχέση με αυτά (φαρμακολογία και βιοχημεία φαρμάκων, μεταβολισμός αυτών, σύσταση και ιατρική τους δράση, ανάλυση και ταυτοποίηση αυτών, τοξικότητα κτλ.). Οι παρακάτω παρατηρήσεις μου αποσκοπούν στο να σκιαγραφήσουν τις επιπτώσεις πωλήσεως φαρμάκων στα σούπερ μάρκετ έναντι της διά των φαρμακείων.
Πρώτον, τούτο είναι αντιεπιστημονικό, έστω και αν στα σούπερ μάρκετ υπάρχει υπεύθυνος φαρμακοποιός διότι αυτός δεν θα είναι κατάλληλος να δώσει λεπτομερείς εξηγήσεις τόσο για τη δράση τους όσο, κυρίως, για τις ανεπιθύμητες ενέργειές τους και αναφυλακτικές εκδηλώσεις τους.
Δεύτερον, δεν θα μπορεί να δώσει οδηγίες και εξηγήσεις για τις αλληλεπιδράσεις φαρμάκων στην περίπτωση λήψεως περισσότερων του ενός φαρμάκων για την αντιμετώπιση ειδικής παθολογικής κατάστασης.
Σε μια ειδική περίπτωση, ο φαρμακοποιός μπορεί να κατευθύνει καλύτερα και αποδοτικότερα έναν ασθενή και να δώσει πληροφορίες για τον καταλληλότερο τρόπο αντιμετώπισης αυτής και ιδίως δηλητηριάσεων κτλ. Είναι απαράδεκτο να αντικαθίσταται ένας επιστήμων, που σπούδασε σε ανώτατο επίπεδο το φάρμακο, από έναν πωλητή διαφόρων προϊόντων μεταξύ των οποίων θα είναι και τα φάρμακα, υπό τη δήθεν εποπτεία και έλεγχο του απαίδευτου στα περί φαρμάκων και των ιδιοτήτων τους πωλητή των σούπερ μάρκετ. Τι λέει γι’ αυτά το υπουργείο Υγείας;
Δρ Αναστασιος Β. Κοβατσης