Αφορμή για τη συνάντησή μας με τη Χαρίκλεια Μυταρά ήταν το εκθεσιακό αφιέρωμα που διοργανώνει το «Φουγάρο» στο Ναύπλιο για τα 35 χρόνια ζωής του Εργαστηρίου Τέχνης της Χαλκίδας, βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών. Πάτησα το «on» στο μαγνητόφωνο και απορροφήθηκα εντελώς από την αφήγησή της. Τρεισήμισι δεκαετίες μέσα σε μία ώρα.
«Το 1978 έπεσε η ιδέα να φτιάξουμε έναν θεσμό για την τέχνη και την εκπαίδευση, στην ιδιαίτερη πατρίδα του Μυταρά, τη Χαλκίδα. Δήμαρχος ήταν τότε ένας λαϊκός οραματιστής, ο Σπανός, που ήταν και αυτός πίσω από την πρωτοβουλία. Ξεκινήσαμε με τους μεγάλους και μετά βάλαμε και τμήματα για μικρούς. Και να σου σήμερα, τόσα χρόνια μετά, που μετράμε χιλιάδες αποφοίτους, ενήλικες και παιδιά. Κάποια από τα πιτσιρίκια που πέρασαν από εμάς έγιναν αρχιτέκτονες, ντιζάινερς, καλλιτέχνες, λουλουδίσανε, ανθίσανε. Αλλοι μας φέρνουν σήμερα τα βλαστάρια τους και τα εμπιστεύονται ξανά στα χέρια μας. Ποτέ δεν χάσαμε επαφή μαζί τους. Περνούσαν στο πανεπιστήμιο και έπαιρναν πρώτα εμένα στο τηλέφωνο να μου πουν τα καλά νέα ή μ’ έβλεπαν στον δρόμο και χυμάγαν στην αγκαλιά μου. Ποιο μπορεί να είναι μεγαλύτερο δώρο από αυτό;».
Εξ απαλών ονύχων
«Υπάρχουν παιδιά που βλέπεις ότι έχουν από μικρά μια γραφή, σχεδιαστική ή χρωματική, πολύ ενδιαφέρουσα. Αυτό χάνεται αν δεν βρουν έναν καλό δάσκαλο που να τα οδηγήσει, μαλακά και ανθρώπινα, στο βάθος. Βλέπετε μετά τα εννιά τους χρόνια, που αναπτύσσεται πολύ η λογική, οπισθοχωρεί η φαντασία και όλα μπορεί να χαθούν τότε. Η τέχνη μερώνει τον άνθρωπο. Μας ήρθαν και δύσκολες περιπτώσεις παιδιών και βοηθήθηκαν πολύ. Και ενήλικες προβληματικοί ήρθαν. Εχουμε σώσει πολλές κυρίες που ήξεραν μόνο να παίζουν χαρτιά και να κάνουν ένα καλό φαγητό. Τα μαθήματα ήταν μια “ψυχοθεραπεία” γιατί η έκφραση σε κάνει να βγεις από τον εαυτό σου.
»Το ξέρω και από μένα. Ζωγράφιζα με ουσία, όταν ήμουν δυστυχής, όταν είχα μεγάλο πρόβλημα. Εάν δεν το είχα αυτό, θα είχα μπει σε τρελοκομείο. Και τώρα είχα πολύ καιρό να ζωγραφίσω. Και ξανάπιασα τα πινέλα μου, όταν άρχισε ο Μυταράς να μην είναι καλά. Αισθάνθηκα μέσα μου πάλι, αυτό το ειδικό φτερούγισμα που με παρακίνησε να γυρίσω στον καμβά. Τοπία έκανα πάντα, παρότι ήμουν άνθρωπος των ανθρώπων, εγώ. Ο άνδρας μου πάλι ζωγράφιζε και ήταν χαρούμενος. Και όταν ήταν μπροστά στο καβαλέτο, τον άκουγα να τραγουδάει. Κελαηδούσε.
»Καλλιτέχνης είναι αυτός που βρίσκεται στην άλλη όχθη του ποταμού. Που έχει τεράστια, απόλυτη ανάγκη να εκφραστεί. Γεννιόμαστε και γινόμαστε. Οταν τελειώνεις τη Σχολή Καλών Τεχνών, δεν σημαίνει αυτόματα ότι γίνεσαι και καλλιτέχνης. Λίγοι έχουν αυτό το εκ θεού χάρισμα να τραβάνε μια γραμμή που έχει μέσα της ζωή. Μπορεί αυτό το νεύρο και τη δύναμη να το βρεις στα έργα ενός παιδιού. »Ομως δεν μπορούν όλοι να μεγαλουργήσουν, οπότε το βασικό είναι να περάσεις στα παιδιά, πολιτισμό, ρίζες, σεβασμό. Επειτα από 35 χρόνια που έχουμε τη Σχολή στη Χαλκίδα, πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα του τόπου είναι αυτό της παιδείας. Και παρότι θεωρώ ότι κάναμε κάποιο έργο στην κοινωνία, θα ήθελα να έχουμε μεγαλύτερη επίδραση. Τα πάντα είναι παιδεία: το να σηκωθείς από το κάθισμα του λεωφορείου για να κάτσει ο γέρος, το να καταλαβαίνεις την ομορφιά, να την προστατεύεις, να αγαπάς τον τόπο σου. Ολα μαθαίνονται αλλά χρειάζεται ένας καλός δάσκαλος».
Και πώς γίνεσαι καλός στη διδασκαλία; «Πρέπει να έχεις γνώση, μα κυρίως να είσαι καταπληκτικός ηθοποιός. Να κοιτάς γύρω σου και να ξέρεις με ποια λόγια και με τι ύφος θα μιλήσεις. Τις πρώτες φορές που έμπαινα για μάθημα έβγαινα ράκος. Δεν ήμουν σίγουρη ότι έκανα καλή δουλειά. Μετά, άρχισα να βλέπω τα ματάκια τους στυλωμένα στα δικά μου και έλεγα “Ωπ, τους κέρδισα, κάτι έκανα σήμερα”. Εγώ έπαιρνα την αγάπη τους. Μ’ άρεσε πολύ, έχω ανάγκη να μ’ αγαπάνε».
Ανοχή, πάνω απ’ όλα
«Από τη μια, είχα την τέχνη και από την άλλη την οικογένειά μου. Είχαμε τα πάνω και τα κάτω μας, δεν ήταν η ζωή τριανταφυλλάκια. Ομως τα καταφέραμε. Ο καλός γάμος γίνεται όταν έχουν και οι δύο σεβασμό και ανοχή. Πρέπει να ανεχθείς τον άλλο, να σταθείς δίπλα του ξέροντας ότι σκέφτεται και αντιδρά διαφορετικά από σένα. Ο Μυταράς γεννημένος λαμπερός, εγώ κρυβόμουν. Ο γιος μας πήρε πιο πολύ από μένα. Εγινε μουσικός, η εγγονή μου ζωγραφίζει. »Ζούμε όλοι στη δίνη της κρίσης. Δεν έχω καταλάβει τι μας συνέβη. Μας κρύβουν πράγματα και τα μαθαίνουμε τελευταία στιγμή. Το μόνο που μας μένει για να μην τρελαθούμε είναι να κάνουμε ο καθένας ό,τι ξέρει καλύτερα και να μοιραζόμαστε, να νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλο. Αυτό το νοιάξιμο ήταν στη συλλογική μνήμη του Ελληνα. Ομως χάνουμε και τις ρίζες μας λίγο – λίγο. Για να πάμε κάπου πρέπει να ξέρουμε από πού ερχόμαστε.
»Εγώ είμαι Πειραιώτισσα αλλά Σμυρνιά. Μόλις ακούσω σμυρναίικα, το σώμα μου υπακούει μια περίεργη εντολή να κινηθεί και να συγκινηθεί. Δεν πρέπει να ξεχνιούνται τα πράγματα αυτά. Είναι σπουδαία. Και λειτουργούν σαν γιατρικό, σε μια εποχή που δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Μέσα σε αυτά τα 35 χρόνια, οι μαθητές μας κέρδισαν πολλά βραβεία σε διεθνείς διαγωνισμούς. Εμένα δεν μου βγάζεις από το μυαλό ότι στην περίπτωση των ιδιαίτερα μικρών σε ηλικία βραβευθέντων που δεν έχουν περάσει την 4η δημοτικού, αυτό που βλέπουν οι κριτές στα έργα είναι κάτι από το ελληνικό φως που δίνει τη ζωογόνο δύναμή του στο παιδικό χέρι».
Η έκθεση για τα 35 χρόνια του εργαστηρίου έχει παιδικά έργα τέχνης που απευθύνονται και σε μικρούς αλλά και σε μεγάλους. Περιλαμβάνει έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρτογλυπτικής, κεραμικής, σκηνογραφίας, χαρακτικής, φωτογραφίας, κατασκευές, κόμικ και έργα από ανακυκλωμένα υλικά. Στην έκθεση θα λειτουργεί πωλητήριο με αντικείμενα τέχνης για την ενίσχυση του έργου του Εργαστηρίου Τέχνης Χαλκίδας. Mέχρι τα μέσα Μαρτίου.