«Ηρθε στον Κόσμο ένας Φιλόσοφος, που εμφανίστηκε με τη γραφή του η Φύση των Πραγμάτων στα Ονόματά τους: μπορούσε να βλέπει τις Ουσίες καθαυτές, και να διαβάζει τις Μορφές με τις ιδιότητές τους· μπορούσε να βλέπει τις Ακολουθίες όταν ακόμη υπέφωσκαν στις αρχές τους, και τα αποτελέσματα που δεν είχαν γεννηθεί ακόμη στη Μήτρα των αιτίων τους· η αντίληψή του μπορούσε σχεδόν να διεισδύσει στα μελλοντικά ενδεχόμενα, οι εικασίες του να φτάσουν ακόμη και το επίπεδο της Προφητείας, ή τις βεβαιότητες της Πρόβλεψης· ώς την πτώση του γνώριζε τα πάντα εκτός της Αμαρτίας, ή τουλάχιστον αρκούνταν στην εντύπωση χωρίς τον κόπο της Δοκιμής…».
Ενα κυριακάτικο πρωί του Νοεμβρίου του 1662, ο Ρόμπερτ Σάουθ εκστόμισε τα παραπάνω φλογερά λόγια στους πιστούς στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο. Ο «φιλόσοφος» στον οποίο αναφέρεται δεν είναι άλλος από τον «πρώτο άνθρωπο», τον Αδάμ. Δεν είναι ευρύτερα γνωστό αλλά από τα πρώτα χρόνια της χριστιανικής εποχής, οι συγγραφείς των πατερικών κειμένων είχαν σχολιάσει τις μοναδικές διανοητικές ικανότητες του πρώτου μας πατέρα, την τεράστια έκταση της γνώσης του, και το μέγεθος της απώλειας κατά την Πτώση.
Με αυτά τα λόγια εκκινεί την εκτενή του μελέτη «Η Πτώση και η ανάδυση της Επιστήμης» ο Αυστραλός ιστορικός Πίτερ Χάρισον (Peter Harrison), βιβλίο που πρόκειται να κυκλοφορήσει σε λίγες ημέρες από τις εκδόσεις Ροπή σε μετάφραση του Κωνσταντίνου Τάκη. Ενα βιβλίο που ο συγγραφέας του, χρειάστηκε περίπου οκτώ χρόνια για να ολοκληρώσει.
Η αφήγηση της Πτώσης ασκούσε ανέκαθεν μια ιδιαίτερη γοητεία στο δυτικό μυαλό και κύριο μέλημα του ανά χείρας τόμου είναι να «παραθέσει τους τρόπους με τους οποίους ο μύθος της Πτώσης τροφοδοτούσε συζητήσεις για τα θεμέλια της γνώσης και επηρέαζε μεθοδολογικές εξελίξεις στις εκκολαπτόμενες φυσικές επιστήμες».
Με άλλα λόγια, το Προπατορικό Αμάρτημα, κεφαλαιώδες αφήγημα για τον Δυτικό άνθρωπο, ιδωμένο είτε ως μοιραίο «σφάλμα» είτε ως κινητήριος μοχλός για την απόκτηση της γνώσης. Αν κάτι θεμελιώδες χάθηκε ως γνώση τη στιγμή που ο Αδάμ συνειδητοποιεί για πρώτη του φορά ότι είναι γυμνός, θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει ότι από εκείνη τη στιγμή ο άνθρωπος βαπτίζεται στην ανησυχία, την περιέργεια, την αέναη αναζήτηση της γνώσης. Τέτοια ερεθιστικά ζητήματα ερευνά, ιστορικά και πολιτισμικά, ο Χάρισον στην εν λόγω έκδοση από την οποία η «Κ» προδημοσιεύει σήμερα ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα το οποίο και ακολουθεί παρακάτω.
Κοσμική κρίση
Στον «Πολιτικό του Πλάτωνα», αυτές οι ιδέες περί ανθρώπινης ροπής στο σφάλμα ενισχύθηκαν από τη μυθολογική αφήγηση μιας χρυσής εποχής στην οποία οι άνθρωποι ζούσαν ειδυλλιακά υπό την άμεση καθοδήγηση του Θεού. Αυτή η εποχή έφτασε στο τέλος της όταν μία «κοσμική κρίση» επιτάχυνε στον φυσικό κόσμο αλλαγές παρόμοιες με εκείνες που υπέστησαν από την Πτώση ο Αδάμ και η Εύα: οι άνθρωποι έγιναν αδύναμοι και αβοήθητοι, κατασπαράσσονταν από άγρια θηρία που κάποτε ήταν ήμερα, και η γη δεν προσέφερε πια αυθόρμητα ό,τι χρειάζονται οι ανθρώπινοι κάτοικοί της. Σε αυτόν τον χαοτικό και αποπροσανατολισμένο κόσμο, η επιβίωση της ανθρωπότητας διασφαλιζόταν μόνο με θεία δώρα γνώσης. Η φωτιά ήταν το δώρο του Προμηθέα, οι χειροτεχνίες έγιναν γνωστές από τον Ηφαιστο, και η γνώση της γεωργίας κοινοποιήθηκε από άλλους θεούς. «Από αυτά τα δώρα» εξηγεί ο Πλάτωνας «προήλθε οτιδήποτε εφοδίαζε την ανθρώπινη ζωή από τη στιγμή που η θεϊκή προστασία έπαψε».
Η παράλληλος με τη βιβλική αφήγηση της Πτώσης δεν είναι ακριβώς ευδιάκριτη, αλλά οι ομοιότητες ήταν αρκετές ώστε σημαντικά στοιχεία του πλατωνικού μύθου να ενσωματωθούν στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση. Για τους Χριστιανούς στοχαστές ανά τους αιώνες, προσέφεραν ώς ένα βαθμό μία ανεξάρτητη επιβεβαίωση της βιβλικής αφήγησης για την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας και για τη θεϊκή προέλευση της χρήσιμης γνώσης.
Αργότερα κατά τη χριστιανική περίοδο, ο μυστικιστής πλατωνικός φιλόσοφος Πλωτίνος (περ. 204-270) έκανε λόγο ρητά για μία Πτώση και για μία απώλεια μιας αρχικής εικόνας. Η απόδραση από τα δεινά της παρούσας κατάστασης, έγραψε ο Πλωτίνος, θα γινόταν με «την ομοίωση προς τον Θεό» – την ίδια συνταγή θα χρησιμοποιούσαν οι Χριστιανοί Πατέρες.
Αυτή η πλατωνική Πτώση, εξάλλου, συνδέεται άμεσα με επιστημολογικές ερωτήσεις, και η παρούσα μας προσήλωση στις αισθήσεις και την αισθητηριακή γνώση αποδόθηκε ευθέως σε αυτήν. Για τον Πλωτίνο, όλο το βασίλειο των αισθήσεων είναι το βασίλειο της Πτώσης.
Με αυτόν τον τρόπο μπορούσε να υποστηρίξει ότι οι εμπειρικά προσανατολισμένες φιλοσοφίες των Επικούρειων και των Στωικών αποτελούσαν χαρακτηριστικά παραδείγματα του είδους των εγχειρημάτων που αναμένονταν σε ένα εκπεσόντα κόσμο, αφού και οι δύο στηρίζονταν υπερβολικά στη γνώση που προέρχεται από τις αισθήσεις.
Στις ιουδαϊκές πηγές, αντίθετα, η απώλεια της αρχικής γνώσης συμβαίνει εντός της ανθρώπινης ιστορίας και συνδέεται μόνον έμμεσα με την Πτώση. Δεν είναι συνέπεια ριζικού εκφυλισμού του ανθρώπινου πνεύματος που προκλήθηκε από τη γέννηση σε υλικό σώμα, αλλά συμβαίνει ως αποτέλεσμα ιστορικών συγκυριών – της αναστάτωσης του Κατακλυσμού και της σύγχυσης των γλωσσών στη Βαβέλ. Μάλλον αυτά τα ιστορικά γεγονότα ήταν που έκοψαν τους δεσμούς με τις αρχικές πηγές της γνώσης, παρά κάποια κοσμική καταστροφή.
Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Πλωτίνος γνώριζε την ιουδαϊκή ή τη χριστιανική έννοια της Πτώσεως, αν και υπάρχει μια αρχαία παράδοση σύμφωνα με την οποία ο δάσκαλός του Αμμώνιος Σακκάς ήταν Χριστιανός. Δεν υπάρχει, βέβαια, ρητή αναφορά στην αφήγηση της Γένεσης στις Εννεάδες του. Αλλά άλλοι –με πιο γνωστό τον Αλεξανδρινό συγγραφέα Φίλωνα τον Ιουδαίο (περ. 20 π.Χ.-περ. 50 μ.Χ.)– είχαν ήδη προσπαθήσει να συνδυάσουν τις δύο παραδόσεις της ανθρώπινης πτώσης.