Σε αρνητικό πληθωρισμό επέστρεψε τον Φεβρουάριο η Ευρωζώνη, εξέλιξη που κατέπληξε τους αναλυτές και αναμένεται να «αναγκάσει» την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να πάρει και νέα μέτρα χαλάρωσης της νομισματικής της πολιτικής στην επόμενη συνεδρίαση στις 10 Μαρτίου. Ωστόσο το ενδεχόμενο οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης να συνδράμουν την προσπάθεια της ΕΚΤ χαλαρώνοντας τη δημοσιονομική τους πολιτική φαντάζει σχεδόν ουτοπικό, δεδομένης της αντίθεσης που εξέφρασε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών στο πλαίσιο της συνόδου του G20 το περασμένο Σάββατο.
Δυσάρεστη έκπληξη
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσίευσε χθες η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, ο εναρμονισμένος πληθωρισμός διαμορφώθηκε στην Ευρωζώνη στο -0,2% τον Φεβρουάριο, από 0,3% τον Ιανουάριο. Τα δεδομένα είναι χειρότερα απ’ αυτά που περίμεναν οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters, οι οποίοι είχαν προβλέψει μηδενικό πληθωρισμό για τον Φεβρουάριο. Τελευταία φορά που ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης είχε βρεθεί κάτω από 0% ήταν τον Σεπτέμβριο του 2015. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ έχει αρχίσει να αγοράζει κρατικά και άλλα ομόλογα από τον Μάρτιο του 2015, στην προσπάθειά της να ενισχύσει τον πληθωρισμό, ο οποίος σύμφωνα με την εντολή που της έχει δοθεί πρέπει να κυμαίνεται «κοντά αλλά κάτω» από το 2%. Κατά την Eurostat, η μεγάλη πτώση του πληθωρισμού αποδίδεται στην περαιτέρω υποχώρηση των τιμών της ενέργειας. Ωστόσο παρατηρήθηκε μεγάλη υποχώρηση και του λεγόμενου δομικού πληθωρισμού, δηλαδή του ονομαστικού πληθωρισμού χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ευμετάβλητες τιμές της ενέργειας και των επεξεργασμένων τροφίμων, ο οποίος από το 1% τον Ιανουάριο υποχώρησε στο 0,8% τον Φεβρουάριο. Το γεγονός υποδηλώνει ότι οι χαμηλές τιμές της ενέργειας έχουν αρχίσει να επηρεάζουν ευρύτερα τις τιμές άλλων αγαθών και υπηρεσιών, εξέλιξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε φαύλο κύκλο και σε μόνιμη κατάσταση αποπληθωρισμού. Η εξέλιξη θα ήταν καταστροφική όχι μόνο για το κύρος της ΕΚΤ, αλλά και για το δημόσιο χρέος πολλών μελών της Ευρωζώνης.
«Ο αποπληθωρισμός θα ήταν καταστροφικός για την Ευρωζώνη, διότι θα αυξανόταν το (ονομαστικό) βάρος του χρέους», εξηγεί στο Reuters ο κ. Χόλγκερ Σάντε, οικονομολόγος της τράπεζας Nordea. «Γι’ αυτό η ΕΚΤ θα εξακολουθήσει να χαλαρώνει σημαντικά τη νομισματική της πολιτική», προσθέτει. Αν συνδυαστούν τα στοιχεία του πληθωρισμού με τη συνεχιζόμενη μεγάλη επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και της παραγωγής του ιδιωτικού τομέα, τότε είναι πολύ δύσκολο να μην καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα ότι επιβραδύνεται η ήδη αναιμική ανάκαμψη της Ευρωζώνης. Στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης Βιλρουά ντε Γκαλό είχε προειδοποιήσει ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να δράσει στην περίπτωση που φανεί ότι οι χαμηλές τιμές της ενέργειας άρχισαν να έχουν ευρύτερες και πιο μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. «Αν οι χαμηλές τιμές έχουν διαρκή μακροπρόθεσμη επίπτωση, τότε θα πρέπει να δράσουμε. Φαίνεται ότι αυτό συμβαίνει, αλλά θα δούμε τον Μάρτιο».
Εκκληση από ΕΚΤ
Η ΕΚΤ καλεί εδώ και μήνες τις κυβερνήσεις να «κάνουν όσα τους αναλογούν», δηλαδή να υποστηρίξουν την επεκτατική νομισματική πολιτική της κεντρικής τράπεζας, χαλαρώνοντας τη δημοσιονομική τους πολιτική και εφαρμόζοντας διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ουσιαστικά η ΕΚΤ αναφέρεται κυρίως στη Γερμανία, δεδομένου ότι αυτή είναι από τις ελάχιστες χώρες που έχουν το περιθώριο να αυξήσουν τις κρατικές τους δαπάνες χωρίς να παραβιάσουν τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωζώνης. Μετά τη συνάντησή τους την Παρασκευή και το Σάββατο στη Σαγκάη, οι υπουργοί Οικονομικών των 20 μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου (G20) παραδέχτηκαν ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν «όλα τα εργαλεία», δηλαδή να πάρουν και άλλα μέτρα πέρα από την πολύ χαλαρή νομισματική πολιτική. Ωστόσο, δεδομένης της αντίρρησης της Γερμανίας και της Αυστραλίας, οι υπουργοί Οικονομικών του G20 δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν στη λήψη συγκεκριμένων μέτρων που θα εφαρμόζονταν συντονισμένα, ώστε να αποφέρουν το μεγαλύτερο κέρδος στην ανάπτυξη.