Για να μη «βαρέσουμε κανόνι»

2' 49" χρόνος ανάγνωσης

Σηκώνουμε ένα βουνό από χρέη. Πριν από τη μεγάλη κρίση, όσο δυνατότερο ένα κράτος, όσο πιο ευφυές, τόσο περισσότερα κεφάλαια του εμπιστεύονταν οι αγορές κεφαλαίων. Το ίδιο και με τις επιχειρήσεις. Τώρα όμως, κι ενώ υπάρχει αφθονία κεφαλαίων, υποφέρουμε από υπερβολική έλλειψη εμπιστοσύνης.

Η απώλεια της αυτοπεποίθησης και η υποβάθμισή μας στην κοινωνία των εθνών είναι το χειρότερο που μας έχει συμβεί. Γιατί κατά τα λοιπά είμαστε, ακόμη, αρκετά πλούσιοι. Στην ετήσια έρευνα της διεθνούς τράπεζας Crédit Suisse, ο πλούτος των Ελλήνων υπολογίστηκε σε 947 δισ. ευρώ και για κατά κεφαλήν ενήλικα σε 103.569 ευρώ. Τα χρέη μας δεν είναι τόσα πολλά και υπολογίζονται σε 16.120 ευρώ για κάθε ενήλικο.

Το πραγματικό ζήτημα με όσα χρωστούμε είναι το πόσα πολλά χρωστάει το κράτος και το πόσο λίγα είμαστε σε θέση να εξυπηρετούμε ώστε να μη «βαρέσουμε κανόνι». Γιατί η άρνηση ή και η πραγματική αδυναμία ομαλής αποπληρωμής είναι που κρατάει την Ελλάδα παγιδευμένη στο χρέος και εμποδίζει την παραγωγή να επιστρέψει σε μια κάποια αυτοτροφοδοτούμενη κανονικότητα. Δείτε το βουνό από χρέη που έχουμε πάνω μας και παρατηρήστε πόσο πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι δεν έχουν καμία πραγματική υποχρέωση έναντι όλων αυτών των χρεών: εθνικών, επιχειρηματικών, οικογενειακών και προσωπικών.

Από τα 324 δισ. δημόσιου χρέους, τα 225 είναι δάνεια από άλλα κράτη και μας δόθηκαν με την εγγύηση ότι θα εφαρμόσουμε τα μνημόνια. Περίπου 15 δισ. είναι έντοκα γραμμάτια που αγοράζουν οι τράπεζες με τις καταθέσεις μας, άρα εσωτερικό χρέος. Προσθέστε σ’ αυτά και περίπου 12 δισ. ρέπος, που σήκωσε το κράτος από τα ταμεία όσων οργανισμών ελέγχει. Μένουν περίπου 57 δισ. κρατικού χρέους προς ιδιώτες. Το δυσάρεστο είναι ότι το συντριπτικά μεγάλο μέρος όλων αυτών το χρωστάει το κράτος στο εξωτερικό, άρα για να πληρωθούν τόκοι ή να γυρίσει το κεφάλαιο, πρέπει να πάρουμε τα αντίστοιχα κεφάλαια από τη δική μας οικονομία και να τα μεταφέρουμε στις άλλες.

Το ίδιο συμβαίνει και με τις καλύψεις των τραπεζών. Μπορεί το ποσόν να μειώνεται αλλά η Τράπεζα της Ελλάδος είναι χρεωμένη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με βραχυπρόθεσμο δανεισμό (ELA) ύψους 46,3 δισ. με το οποίο καλύπτεται μέρος των 132 δισ. που χρωστούν οι τράπεζες στους καταθέτες τους. Τα οποία όμως δεν φτάνουν για να καλυφθούν σωστά τα 145,5 δισ. δανείων που πήραν επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Σκεφτείτε όμως ότι απ’ αυτά, τα 65 είναι «φέσι» των επιχειρήσεων προς το σύστημα ενώ και οι ιδιώτες δεν εξυπηρετούν άλλα 43,3 δισ. σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, άθροισμα περίπου 110 δισ. Προσθέστε τώρα όσα χρωστάμε στο κράτος αλλά και εκείνα που χρωστάει το κράτος σε εμάς, όπως θα τα βρείτε σε άλλη στήλη, για να δείτε πώς ψηλώνει το βουνό των χρεών.

Αν όλα τα παραπάνω τα έχετε κάποια στιγμή σκεφτεί, τότε σίγουρα θυμάστε ότι το κράτος χρωστάει 130.000 πλήρεις συντάξεις, που αντιστοιχούν σε ετήσια δαπάνη περίπου 1,5 δισ. Επομένως, η ετήσια συνταξιοδοτική δαπάνη, επειδή δεν καλύπτεται από τις τρέχουσες πανάκριβες εισφορές, αλλά χρειάζεται χρήματα του προϋπολογισμού, ισοδυναμεί με χρέος του κράτους προς τους μελλοντικούς συνταξιούχους. Υπολογίστε ότι κάθε χρόνο απαιτούνται κεφάλαια ίσα με τουλάχιστον 10% του ΑΕΠ για να καταλάβετε το βουνό κρυφού χρέους που δεν έχει πουθενά καταγράψει το κράτος. Τι μπορούμε να κάνουμε; Η αντιμετώπιση είναι μία και μοναδική: εντατική δημιουργία νέου επιχειρηματικού πλούτου. Με άλλα λόγια, πολύ περισσότερο και πολύ καλύτερο καπιταλισμό με ακόμη βαθύτερη ένταξη στην παγκόσμια αγορά. Ποιος, όμως, θα το κάνει; Και, το χειρότερο, πόσοι μεταξύ μας πιστεύουμε σε αυτή την προοπτική;

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT