Επειτα από 300 χρόνια βιομηχανοποίησης, η ευρωπαϊκή κοινωνία κινείται προς μια βιώσιμη κατεύθυνση, με μικρό αντίκτυπο στο περιβάλλον. Ενώ το ΑΕΠ μας έχει αυξηθεί κατά 50% από το 1990, οι εκπομπές ρύπων παρουσίασαν μείωση κατά 22%. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε αποσυνδέσει με επιτυχία τις εκπομπές από την οικονομική μας ανάπτυξη, αποδείξαμε δηλαδή ότι μπορούμε να επιδιώξουμε και τους δύο στόχους ταυτόχρονα, χωρίς συμβιβασμούς μεταξύ τους. Και είναι επίσης σημαντικό ότι η συνειδητοποίηση πως η κλιματική αλλαγή μπορεί να προκαλέσει στο μέλλον πολύ μεγαλύτερη ύφεση σε σχέση με την παγκόσμια ύφεση του 2008, κερδίζει παγκοσμίως όλο και περισσότερο έδαφος. Σε τελική ανάλυση, τον 21ο αιώνα έχουμε ζήσει τις εννέα από τις δέκα θερμότερες χρονιές που έχουν καταγραφεί ποτέ, με το 2016 να βρίσκεται στην κορυφή.
Η ειρωνεία είναι ότι το 2016 ήταν επίσης και το έτος με τη μεγαλύτερη επιτυχία στον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή. Και τη σθεναρή απόφαση που ελήφθη το 2016 εκφράζουν απόλυτα τόσο η έναρξη της ισχύος των μέτρων της Διάσκεψης του Παρισιού, όσο και η υιοθέτηση της δέσμης μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους». Με αυτή τη δέσμη μέτρων προτείναμε το 90% όσων ανακοινώθηκαν στη Στρατηγική-Πλαίσιο του 2015 για μια Ανθεκτική Ενεργειακή Ενωση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο αποκάλεσα το 2016 έτος έκδοσης των μέτρων. Και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θεωρώ το 2017 έτος εφαρμογής τους.
Το πνεύμα αυτής της δέσμης μέτρων έγκειται στο ότι όχι μόνο θα μας επιτρέψουν να επιτύχουμε τους κλιματικούς και ενεργειακούς μας στόχους, αλλά ότι αποτελούν ταυτόχρονα και ένα εργαλείο για τον εκσυγχρονισμό των βιομηχανικών και οικονομικών δομών μας προς όφελος των πολιτών. Είναι μια αλλαγή προτύπου, με την οποία μετακινούμαστε από τα παλαιότερα, συγκεντρωτικά συστήματα ορυκτών καυσίμων, σε ένα πιο αποκεντρωμένο, απαλλαγμένο από εκπομπές άνθρακα, δημοκρατικό, διαφοροποιημένο, ψηφιοποιημένο και καινοτόμο μοντέλο.
Συνεπώς, δεν πρόκειται απλώς και μόνο για την ενέργεια ή τον αγώνα ενάντια στην κλιματική αλλαγή, αλλά αφορά την επανεφεύρεση της οικονομίας μας, των πηγών ανάπτυξής της, της εργασίας και της ευημερίας. Ο αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή διαθέτει επίσης μια πολύ ισχυρή επιχειρηματική λογική. Αν φτάσουμε στα κυρίαρχα ύψη του αγώνα για την παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση, θα δημιουργηθούν νέες εμπορικές ευκαιρίες, οι οποίες θα φέρουν με τη σειρά τους περισσότερες πράσινες θέσεις εργασίας στην Ευρώπη, εκσυγχρονίζοντας παράλληλα την οικονομία στο σύνολό της και συμβάλλοντας στο να «σώσουμε τον πλανήτη μας». Τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η ψηφιοποίηση ήρθε σχεδόν ταυτόχρονα με σημαντικά βήματα προόδου στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας και των μεταφορών. Αυτές οι σημαντικές τομές αποτελούν συνεχή πρόκληση για τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα. Και οι κυβερνήσεις πρέπει να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να επενδύουν γνωστικά στις ανώριμες ακόμα βιώσιμες τεχνολογίες και να αξιοποιούν τα τεράστια συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχουμε ήδη στην Ευρώπη.
Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε αυτήν την επείγουσα ευθύνη ενσαρκώνεται στο Στρατηγικό Σχέδιο Ενεργειακών Τεχνολογιών (Σχέδιο ΣΕΤ). Το σχέδιο αυτό συντονίζει τα κράτη-μέλη ως προς την εξέλιξη 10 ενεργειακών τεχνολογιών-διευκολυντών: μείωση του κόστους των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και καλύτερη ενσωμάτωσή τους στο σύστημα, ανάπτυξη έξυπνων κατοικιών και γενικότερα ανάπτυξη ενός πιο έξυπνου ενεργειακού συστήματος, βελτίωση της απορρόφησης ενεργειακά αποδοτικών λύσεων για κτίρια, βελτίωση της αποτελεσματικότητας κόστους της βιομηχανίας μας, ενίσχυση των ενεργειακών επιλογών μας για βιώσιμες μεταφορές, βελτίωση του ανταγωνισμού στον τομέα των μπαταριών, καθώς και επιτάχυνση των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας στη δέσμευση, αποθήκευση και χρήση του άνθρακα και ενίσχυση της πυρηνικής ασφάλειας.
Αυτός ο χρόνος θα σηματοδοτήσει το ιωβηλαίο έτος του Σχεδίου και 10 χρόνια διαρκών προσπαθειών κινητοποίησης της κοινότητας της καινοτομίας. Με το Σχέδιο ΣΕΤ έχουμε θέσει φιλόδοξους στόχους για την έρευνα και την καινοτομία που αποβλέπουν στη μείωση του κόστους, τη βελτίωση της απόδοσης και την παγκόσμια εφαρμογή των τεχνολογιών αυτών. Για να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους, φέραμε σε επαφή εντός μιας κοινότητας καινοτομίας τριτοβάθμια εκπαίδευση, ερευνητικό τομέα και επιχειρήσεις μαζί, κάτι που συζητήθηκε και πρόσφατα στο συνέδριο για το Σχέδιο ΣΕΤ, στην Μπρατισλάβα, τον Νοέμβριο του προηγούμενου έτους. Παρέχοντας υποστήριξη σε αυτές τις καινοτόμες τεχνολογίες, επωφελούμαστε όλοι μας από φτηνότερους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας, καλύτερες υπηρεσίες ενέργειας, καθαρότερο αέρα και καλύτερη ποιότητα ζωής. Χωρίς το Σχέδιο ΣΕΤ και άλλες πρωτοβουλίες, όπως ο Ορίζοντας 2020, η απάντησή μας στην κλιματική αλλαγή θα ήταν πολύ περιορισμένη, σε καιρούς όπου αυτό που χρειάζεται περισσότερο από όλα είναι η δράση.
Ενόψει της προόδου που επιτεύχθηκε, κατά την οποία είδαμε αυτήν την πολύπλευρη αλλαγή να οδηγεί προς μια πιο βιώσιμη οικονομία, παρουσιάσαμε πρόσφατα την έκθεση για την Κατάσταση της Ενεργειακής Ενωσης. Αξιολογήσαμε το πού βρισκόμαστε και το τι πρέπει ακόμα να γίνει, για μια Ενεργειακή Ενωση που υπηρετεί τις ποικίλες ανάγκες των 28 κρατών-μελών. Τέθηκαν επίσης ζητήματα σχετικά με την πρόοδο της ενεργειακής καινοτομίας, καθώς και τα επόμενα βήματα. Θέσαμε τις πολιτικές προτεραιότητες για το έτος 2017. Και επειδή θέλουμε η Ενεργειακή Ενωση να έχει και μια ισχυρή κοινωνική και εξωτερική διάσταση, πέραν του βιώσιμου οικονομικού εκσυγχρονισμού της, θα εξακολουθήσουμε να επιδιώκουμε μια κοινωνικά δίκαιη ενεργειακή μετάβαση στο εσωτερικό της Ευρώπης, ενισχύοντας παράλληλα την ανταγωνιστικότητα και την παγκόσμια ηγετική θέση της στον τομέα της κλιματικής δράσης εκτός των συνόρων της.
* Ο κ. Maros Sefcovic είναι αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπεύθυνος για την Ενεργειακή Ενωση.