«Πρωταθλητές» στην Ευρωπαϊκή Ενωση στην ηλεκτρονική παραγγελία φαγητού είναι οι Ελληνες χρήστες του internet, καθώς, σύμφωνα με έρευνα της Nielsen, στην Ελλάδα καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό, 47%, όσων έχουν παραγγείλει έστω και μία φορά έτοιμο φαγητό μέσω Διαδικτύου. Το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι μόλις 19%. Δεν είναι τυχαίο ότι η μία ηλεκτρονική εφαρμογή για παραγγελία φαγητού εξαγοράστηκε το 2015 από γερμανικό όμιλο, ενώ μεγάλη επιτυχία σημειώνουν και οι λοιπές παρόμοιες εφαρμογές.
Αυτή, μάλιστα, δεν είναι η μοναδική κατηγορία στην οποία παρατηρούνται ιδιαιτέρως υψηλά ποσοστά «διείσδυσης» των ηλεκτρονικών αγορών στην καθημερινότητα των Ελλήνων καταναλωτών. Αιτία; Η ολοένα και μεγαλύτερη διασύνδεση των Ελλήνων με το Διαδίκτυο καθώς και τα capital controls που εκτόξευσαν στα ύψη το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Από τα στοιχεία της Nielsen προκύπτει ότι οι Ελληνες επιλέγουν ολοένα και περισσότερο το Διαδίκτυο κυρίως για την αγορά υπηρεσιών και διαρκών καταναλωτικών αγαθών, όχι όμως και για την αγορά τροφίμων και ποτών. Οι λόγοι για την υστέρηση της ανάπτυξης των ηλεκτρονικών αγορών στη δεύτερη αυτή κατηγορία είναι δύο. Πρώτον, τα ηλεκτρονικά σούπερ μάρκετ αναπτύσσονται στην Ελλάδα ουσιαστικά τα δύο-τρία τελευταία χρόνια. Ακόμη και αν προϋπήρχαν ως τμήμα των γνωστών λιανεμπορικών αλυσίδων, δεν είχαν γίνει μέχρι πρόσφατα σημαντικές επενδύσεις σε αυτά. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι καταναλωτές εμφανίζονται ιδιαιτέρως επιφυλακτικοί στην αγορά μέσω internet νωπών τροφίμων, αμφισβητώντας συχνά την ποιότητά τους.
Ετσι, λοιπόν, σύμφωνα με τα στοιχεία της Nielsen από την έρευνα «Global Connected Commerce Survey» προκύπτει ότι το 62% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα αγόρασε έστω και μία φορά κάποια ταξιδιωτική υπηρεσία μέσω Διαδικτύου, έναντι 47% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Ακολουθούν τα είδη ένδυσης με 54%, πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (52%), τα κινητά τηλέφωνα και προϊόντα τεχνολογίας με 52% έναντι 37% στην Ε.Ε., οι οικιακές ηλεκτρονικές συσκευές (τηλεοράσεις κ.ά.) με 49% (έναντι 38% στην Ε.Ε.) και τα εισιτήρια για θεάματα με 45% (έναντι 41% στην Ε.Ε.). Επίσης, στην Ελλάδα καταγράφονται υψηλότερα –σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο– ποσοστά αγορών μέσω Διαδικτύου στις κατηγορίες των καλλυντικών (37% στην Ελλάδα έναντι 33% στην Ε.Ε.), των φαρμάκων και παραφαρμάκων (30% στην Ελλάδα έναντι 20% στην Ε.Ε.).
Οι κυριότερες κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών όπου στην Ελλάδα καταγράφεται χαμηλότερο ποσοστό σε σύγκριση με τον μέσο όρο στις χώρες της Ε.Ε. είναι οι ακόλουθες: βιβλία – μουσική – γραφική ύλη (41% στην Ελλάδα έναντι 49% στην Ε.Ε.), ζωοτροφές – είδη για ζώα συντροφιάς (10% στην Ελλάδα έναντι 15% στην Ε.Ε.), απορρυπαντικά – χαρτικά (9% στην Ελλάδα έναντι 14% στην Ε.Ε.), κρασιά και αλκοολούχα ποτά (7% στην Ελλάδα έναντι 15% στην Ε.Ε.), συσκευασμένα τρόφιμα (6% στην Ελλάδα έναντι 9% στην Ε.Ε.) και νωπά τρόφιμα (μόλις 5% στην Ελλάδα έναντι 11% στην Ε.Ε.).
Η έρευνα της Nielsen πραγματοποιήθηκε συνολικά σε 63 χώρες σε όλο τον κόσμο και συμμετείχαν σε αυτή 30.000 άτομα. Θα πρέπει να σημειωθεί, βεβαίως, ότι το δείγμα αφορά καταναλωτές με πρόσβαση στο Διαδίκτυο.