Με διπλές χρεώσεις έρχονται συχνά αντιμέτωποι οι ιδιοκτήτες ακινήτων για την ένταξη των κατοικιών τους στο σχέδιο πόλης στην Αττική. Εκτός από την «καθιερωμένη» εισφορά σε χρήμα, που καταβάλλεται στον δήμο για όλες τις απαραίτητες υποδομές, η ΕΥΔΑΠ τους χρεώνει για το κόστος του δικτύου ύδρευσης ή τις απαραίτητες τροποποιήσεις του. Μια τέτοια περίπτωση, για το Πάτημα Χαλανδρίου, ήρθε στο φως έπειτα από καταγγελία πολίτη στον Συνήγορο του Πολίτη.
Ακόμα και μέσα σε αυτό που θεωρούμε «αστικό κορμό» της Αθήνας υπάρχουν μεγάλες οικιστικές περιοχές που παραμένουν εκτός σχεδίου πόλης, συνήθως επειδή κάποτε ήταν βιομηχανικές ή αγροτικές. Οταν οι περιοχές αυτές εντάσσονται στο σχέδιο, οι ιδιοκτήτες καλούνται υποχρεωτικά να πληρώσουν ένα ποσό στον δήμο («εισφορά σε χρήμα») για την κατασκευή των βασικών, κοινόχρηστων έργων υποδομής (δρόμοι, πεζοδρόμια, πλατείες, δίκτυα κ.ά.). Στην περίπτωση της Αττικής, όπου την ευθύνη του δικτύου ύδρευσης έχει η ΕΥΔΑΠ, ο δήμος οφείλει να της αποδώσει ένα μέρος των χρημάτων αυτών, μαζί με τη δική του συνεισφορά (30% του κόστους των έργων).
Ομως, όπως αποδεικνύεται, ο κανόνας τυγχάνει ερμηνείας. Πολίτης προσέφυγε στον Συνήγορο του Πολίτη διαμαρτυρόμενος για την επιπλέον χρέωση που του ζητούσε η ΕΥΔΑΠ μετά την ένταξη το 2005 της περιοχής όπου μένει (Πάτημα Χαλανδρίου) στο σχέδιο πόλης. Οπως υποστήριξε, ο δήμος έπρεπε να αναζητήσει τυχόν επιπλέον κόστος από τον Δήμο Χαλανδρίου, στον οποίο είχε καταβάλει το 2007 την εισφορά σε χρήμα.
Ο Συνήγορος απευθύνθηκε και στους δύο εμπλεκομένους. Η ΕΥΔΑΠ υποστήριξε ότι σύμφωνα με τον «κανονισμό λειτουργίας υδρεύσεως» τα δίκτυα ύδρευσης είναι ιδιοκτησίας της κι όχι κοινόχρηστα και επομένως δεν καλύπτονται από τη νομοθεσία περί εισφοράς σε χρήμα. Σημείωσε δε ότι αν ο κανόνας αυτός δεν ισχύει, τότε ο εκάστοτε δήμος θα πρέπει να πραγματοποιεί ιδίοις εξόδοις τα έργα. Ο δήμος από την πλευρά του υποστήριξε ότι η καταβολή της εισφοράς δεν αναιρεί την υποχρέωση καταβολής της αναλογίας των παρόδιων ιδιοκτητών, ούτε και την επιβολή τέλους σύνδεσης από την ΕΥΔΑΠ.
Ο Συνήγορος απέρριψε τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών. Οπως γνωμοδότησε, η σύνδεση με τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης συγκαταλέγεται στις κοινόχρηστες παροχές, σημειώνοντας ότι ο κανονισμός της ΕΥΔΑΠ κατισχύει του νόμου. Υπέδειξε, δε, στον Δήμο Χαλανδρίου να καλύψει τις απαιτήσεις της ΕΥΔΑΠ αντί του πολίτη, καθώς εισέπραξε την εισφορά σε χρήμα κατά την ένταξη της περιοχής στο σχέδιο πόλης. Με την άποψη αυτή συμφώνησε και η υπηρεσία του (αρμόδιου για τα πολεοδομικά ζητήματα) υπουργείου Περιβάλλοντος, εκτιμώντας ότι η εισφορά σε χρήμα καλύπτει το μερίδιο του πολίτη στη δαπάνη κατασκευής των υποδομών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης. «Ο Συνήγορος εμμένει στη θέση του ότι η υποχρέωση των ιδιοκτητών για τις δαπάνες κατασκευής έργων υποδομής στα οποία σαφώς συμπεριλαμβάνονται τα δίκτυα ύδρευσης εξαντλείται με την καταβολή εισφοράς σε χρήμα και τυχόν καταλογισμός τους από την ΕΥΔΑΠ Α.Ε. για την κατασκευή/επέκταση του δικτύου συνιστά διπλή επιβάρυνση», καταλήγει η παρέμβαση. Οσο για την κατάληξη της υπόθεσης; Με δεδομένο ότι ο ρόλος του Συνηγόρου είναι γνωμοδοτικός, τόσο η ΕΥΔΑΠ όσο και ο Δήμος Χαλανδρίου επιμένουν, μέχρι στιγμής, στην άποψή τους.