Ο Αντρέ Ασιμάν ήταν 14 χρονών όταν αυτός και η οικογένειά του αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σπίτι τους στην Αλεξάνδρεια (το 1965, επί Νάσερ), αναζητώντας μια καινούργια ζωή αλλού. Ο Αντρέ ήταν αρκετά μεγάλος για να μπορεί να θυμάται και, ακριβώς από τις αναμνήσεις του αυτές, ξεκίνησε τριάντα χρόνια αργότερα τη συγγραφική του καριέρα. Το αυτοβιογραφικό «Έξοδος από την Αίγυπτο» (εκδ. Μεταίχμιο) απέσπασε πολλούς επαίνους, ωστόσο ήταν μέχρι πριν από λίγες ημέρες το μοναδικό του βιβλίο που είχε μεταφραστεί στη γλώσσα μας. Πλέον κυκλοφορεί και το πιο γνωστό του μυθιστόρημα, το οποίο έγινε διάσημο μέσα στη χρονιά χάρη στην κινηματογραφική του μεταφορά από τον Λούκα Γκουαντανίνο. Ο λόγος για το «Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου», που γέμισε τις αίθουσες σε όλο τον κόσμο, έφτασε μέχρι τα Όσκαρ και συζητήθηκε όσο λίγες ταινίες τα τελευταία χρόνια.
Στο βιβλίο του Ασιμάν (από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση του Νίκου Μάντη) και αντίστοιχα στην ταινία του Γκουαντανίνο, ο έφηβος Έλιο περνά οικογενειακά τις διακοπές του καλοκαιριού του ’87 σε μια παραμυθένια κατοικία στη βόρεια Ιταλία. Εκεί, σε ιδανικές συνθήκες, του δίνεται η ευκαιρία να εξερευνήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα και τα όρια του εαυτού του.
Οι ιστορίες ενηλικίωσης («coming of age») είναι από τα δημοφιλέστερα (υπο)είδη μυθοπλασίας, με τη νοσταλγία για την ανήλικη ζωή να γοητεύει παραδοσιακά θεατές και αναγνώστες. Μια τέτοια ιστορία είναι και το «Σκίτσο ενός καλοκαιριού» (εκδ. Κριτική), που κυκλοφόρησε λίγο νωρίτερα μέσα στη σεζόν, από τον 48χρονο Αντρέ Κούμπιτσεκ – από τα ανερχόμενα ονόματα στη λογοτεχνική σκηνή της Γερμανίας. Το μυθιστόρημά του διαδραματίζεται και αυτό καλοκαίρι, και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 1985. Αντί όμως για το μαγευτικό τοπίο της ιταλικής φύσης, που αφήνει την αίσθηση ότι όλα επιτρέπονται, οι ήρωες του Κούμπιτσεκ μεγαλώνουν στο Πότσνταμ, στην Ανατολική Γερμανία· ο 16χρονος Ρενέ και η παρέα του προσπαθούν μέσα σε ένα καλοκαίρι να μεγαλώσουν, να γνωρίσουν τον κόσμο, τη μουσική, τα κορίτσια.
Λόγω ημερομηνίας και τοποθεσίας, το μυθιστόρημα του Κούμπιτσεκ θα μπορούσε να θεωρηθεί πολιτικό, και ίσως εμμέσως να είναι, ωστόσο δεν διαβάζεται ως τέτοιο. Αυτό που κυριαρχεί στην ανάγνωση είναι η νοσταλγία για τον καιρό της εφηβείας, με τις παράλογες ανησυχίες, τις παράλογες επιθυμίες και τις παράλογες συμπεριφορές – ο συγγραφέας φτιάχνει το κλίμα άψογα, ειδικά όταν βάζει τους ήρωές του να κουβεντιάζουν είναι σαν να κρυφακούς δικές σου συζητήσεις από το παρελθόν.
Από τη Γερμανία στην Ισπανία: το «Ένα αξέχαστο καλοκαίρι» της νεαρής Καταλανής σκηνοθέτιδας Κάρλα Σιμόν είναι μία από τις ταινίες που μέχρι στιγμής έχουν ξεχωρίσει το φετινό καλοκαίρι. Η ηρωίδα εδώ είναι μικρότερη. Έξι χρονών, ορφανή. Οι θείοι της την παίρνουν στο σπίτι τους, ένα αγροτόσπιτο στην ισπανική επαρχία, και η μικρή Φρίντα καλείται να ξεπεράσει το σοκ του θανάτου των γονιών της, να αποδεχτεί το καινούργιο περιβάλλον, να μάθει να συνυπάρχει με την τρίχρονη ξαδέλφη της σαν να ήταν αδελφή της και να ζήσει, τελικά, το ξέγνοιαστο καλοκαίρι που αντιστοιχεί σε κάθε παιδί μιας τέτοιας ηλικίας. Η Σιμόν (στην πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της) διαχειρίζεται το δράμα της μικρής ηρωίδας της σε συνδυασμό με την αθωότητα και την προσαρμοστικότητα του παιδικού μυαλού, καταφέρνοντας εναλλάξ να μας συγκινεί και να μας διασκεδάζει. Το ρεσιτάλ ερμηνείας που δίνουν τα κοριτσάκια είναι σπάνιο. ■