Ζημίες ύψους 183,8 εκατ. ευρώ, στις οποίες συνυπολογίζεται εφάπαξ επίπτωση από πρόβλεψη αποζημιώσεων προσωπικού 151,2 εκατ. ευρώ, κατέγραψε η ΔΕΗ το πρώτο εξάμηνο του 2018, έναντι 41,4 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο εξάμηνο του 2017. Χωρίς την εφάπαξ επίπτωση, οι ζημίες περιορίζονται στα 26,9 εκατ. ευρώ. Τα αποτελέσματα που δημοσιοποίησε χθες η διοίκηση της ΔΕΗ αφορούν τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες του ομίλου, όπως διαμορφώθηκαν μετά την πώληση του ΑΔΜΗΕ το 2017 και την απόσχιση των θυγατρικών εταιρειών λιγνίτη το 2018. Η λειτουργική κερδοφορία από συνεχιζόμενες δραστηριότητες βελτιώθηκε, κυρίως ως αποτέλεσμα της αντιστροφής προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις πελατών κατά 80,1 εκατ. ευρώ, τη μείωση της μισθοδοσίας κατά 15,3 εκατ. ευρώ και των ελεγχόμενων δαπανών κατά 10,4 εκατ. ευρώ, καθώς και της χρέωσης προμηθευτών για τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ σε σχέση με το 2017 κατά 62,2 εκατ. ευρώ. Ετσι, τα λειτουργικά κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA) διαμορφώθηκαν σε 284,4 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 194,4 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Η δαπάνη για CO2 αυξήθηκε σε 107,2 εκατ. ευρώ το α΄ εξάμηνο του 2018 από 60,9 εκατ. ευρώ το α΄ εξάμηνο του 2017, λόγω της αύξησης της μέσης τιμής δικαιωμάτων εκπομπών από 5,12 ευρώ ο τόνος σε 9,69 ευρώ ο τόνος, παρά τις μειωμένες εκπομπές (11,1 εκατ. τόνοι έναντι 11,9 εκατ. τόνων). Η συμβολή των υδροηλεκτρικών μονάδων ήταν καθοριστική στη βελτίωση της λειτουργικής κερδοφορίας της επιχείρησης, αφού η υδροηλεκτρική παραγωγή αυξήθηκε σε ποσοστό 75% λόγω των ιδιαίτερα αυξημένων υδατικών εισροών στους ταμιευτήρες, περιορίζοντας αντίστοιχα τη λιγνιτική παραγωγή κατά 7,8% και την παραγωγή από φυσικό αέριο κατά 31%. Η αρνητική επίπτωση από τις δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας ΝΟΜΕ σε τιμές χαμηλότερες από την οριακή τιμή συστήματος ανήλθε στο α΄ εξάμηνο του έτους σε 45,7 εκατ. ευρώ, αυξημένη σε σχέση με το α΄ εξάμηνο του 2017 κατά 20,2 εκατ. ευρώ.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2018, οι δράσεις της εταιρείας για τη βελτίωση της εισπραξιμότητας, σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΔΕΗ, οδήγησαν σε μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και αντιστροφή των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις πελατών ύψους 80,1 εκατ. ευρώ, ενώ το αντίστοιχο περυσινό εξάμηνο είχαν σχηματιστεί προβλέψεις 124,9 εκατ. ευρώ. Η θετική επίδραση αυτού στα αποτελέσματα του εξαμήνου ανήλθε σε 205 εκατ. ευρώ.
Ο κύκλος εργασιών της ΔΕΗ το α΄ εξάμηνο του έτους μειώθηκε κατά 6,8% και διαμορφώθηκε στα 2,2 δισ. ευρώ έναντι 2,359 δισ. ευρώ το α΄ εξάμηνο του 2017, λόγω της απώλειας μεριδίου αγοράς και της μείωσης της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Το μέσο μερίδιο της ΔΕΗ στην αγορά προμήθειας στο σύνολο της χώρας μειώθηκε σε 83,2% από 87,9% το α΄ εξάμηνο του 2017. Ειδικότερα, το μέσο μερίδιο αγοράς στο διασυνδεδεμένο σύστημα περιορίσθηκε σε 80,4% τον Ιούνιο του 2018 από 85,5% τον Ιούνιο του 2017, ενώ το μέσο μερίδιο αγοράς της ΔΕΗ, ανά τάση, ήταν 98,5% στην υψηλή τάση, 61% στη μέση τάση και 85% στη χαμηλή τάση, έναντι 98,6%, 66,6% και 90,6% τον Ιούνιο του 2017 αντίστοιχα.
Το καθαρό χρέος στις 30.6.2018 ήταν 3.683,5 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 119,5 εκατ. σε σχέση με τις 30.6.2017 και κατά 273,7 εκατ. σε σχέση με τις 31.12.2017. Τον Φεβρουάριο του 2018 η εταιρεία προέβη σε μερική εξαγορά ομολογιών λήξεως 2019 ύψους 150 εκατ. ευρώ, στο πλαίσιο της ενεργητικής διαχείρισης του δανειακού χαρτοφυλακίου της. Η ΔΕΗ εξετάζει τις πιθανές εναλλακτικές σε σχέση με την πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και έχει αναθέσει σε συμβούλους να διερευνήσουν τις εναλλακτικές αυτές, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης ομολογιών, με το ποσό να αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ 300 εκατ. και 400 εκατ. και τη διάρκεια στα 5 έτη, ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο επικεφαλής της επιχείρησης Μανόλης Παναγιωτάκης έδωσε έμφαση μεταξύ άλλων στην κατακόρυφη αύξηση των τιμών των C02 και τη μεγάλη αύξηση της οριακής τιμής του συστήματος. Οπως είπε χαρακτηριστικά, «συνιστούν σοβαρή πρόκληση, η οποία απαιτεί ειδική αντιμετώπιση».
Συμπλήρωσε δε ότι «για τον σκοπό αυτό, εργαζόμαστε συστηματικά για τη διασφάλιση της οικονομικής ευρωστίας της επιχείρησης λαμβάνοντας υπόψη και τις ανάγκες των καταναλωτών μας», ανοίγοντας με κομψό και έμμεσο τρόπο θέμα αύξησης των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος.