Εγκαταλελειμμένη, κακοποιημένη, τρομαγμένη, έφευγε τρέχοντας μόλις αισθανόταν την παρουσία κάποιου. Είναι βέβαιο πως μέχρι το 2013, όταν τη βρήκαν να περιπλανιέται στην Αττική Οδό, ούτε θα μπορούσε να περάσει από το σκυλίσιο μυαλό της Ντολμά πως όλα θα άλλαζαν και θα έφτανε να προσφέρει τις υπηρεσίες της ως σκύλος-θεραπευτής. Το ίδιο και ο Μπόμπο, το πιτ μπουλ: από τις κυνομαχίες στη Ρουμανία, σήμερα «συνάδελφος» της Ντολμά!
«“Απαγορευτικές” φυλές δεν υπάρχουν. Κάθε σκύλος έχει διαφορετικά βιώματα. Καθοριστικής σημασίας είναι το “δέσιμο” του σκύλου με τον χειριστή», λέει η κ. Λυμπεροπούλου, εκπαιδευμένη Animal Assisted Therapy Trainer and Handler.
«Στην αρχή ο Μπόμπος ήταν πολύ άγριος. Ενα πολύ μπερδεμένο και επιθετικό ζώο. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να “αδειάσεις” τα αρνητικά συναισθήματα – κάτι που απαιτεί πολλή υπομονή και χρόνο. Ο συγκεκριμένος έχει μετατραπεί πλέον σε “κουτάβι”, “έσβησε” το παρελθόν του», εξηγεί η κ. Μαρίνα Λυμπεροπούλου, εκπαιδευμένη Animal Assisted Therapy Trainer and Handler. «Ασχολούμαι με την εκπαίδευση σκύλων-θεραπευτών και των χειριστών τους, επειδή λειτουργούν ως ζευγάρι. Ζώα-θεραπευτές μπορεί να γίνουν και γάτες, άλογα ή άλλα. Οσο για το ποιοι μπορούν να επωφεληθούν; Ατομα τρίτης ηλικίας, ΑμεΑ, φυλακισμένοι, ασθενείς», συνεχίζει η ίδια καθώς μπαίνουμε στη μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων «Ευρωπαϊκό Οικοτροφείο», όπου το pet therapy έχει ενταχθεί στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Με ποιον τρόπο βοηθούν τα ζώα τους ηλικιωμένους; «Τους προσφέρουν ηρεμία, θετικά συναισθήματα. Μία άυλη περιουσία, δηλαδή. Τα ζώα δεν κρίνουν κανέναν, ούτε παρεξηγούν. Δεν περιμένουν ανταπόδωση, ούτε τα αφορά το αύριο».
Το να γίνει ένας σκύλος θεραπευτής δεν είναι απλό, ούτε είναι όλοι ικανοί να γίνουν. «“Απαγορευτικές” φυλές δεν υπάρχουν. Ο κάθε σκύλος έχει διαφορετικά βιώματα, ενώ όλοι οι εμπλεκόμενοι κρίνονται από τον χαρακτήρα και τη συμπεριφορά τους. Καθοριστικής σημασίας, το απόλυτο “δέσιμο” του σκύλου με τον χειριστή», διαπιστώνει η κ. Λυμπεροπούλου. Σε κάθε περίπτωση, ένας σκύλος-θεραπευτής θα πρέπει «να είναι υπομονετικός, φιλικός με τους ανθρώπους αλλά και τα ζώα, να παραμένει δεμένος χωρίς να δυσανασχετεί, να μην αποσπάται η προσοχή του από άλλα ζώα στο περιβάλλον, να κάθεται σε ένα σημείο κατόπιν εντολής, να είναι προετοιμασμένος να δέχεται τροφή από ανθρώπους με προσοχή και ηρεμία, να δέχεται το χτένισμα και τη φροντίδα χωρίς να δυσφορεί», προσθέτει, επισημαίνοντας ωστόσο: «Εκτός από το καλό που προσφέρουν στον άνθρωπο, φροντίζω πάντα να μην πάθει κάποιο ζώο κάτι – η ευζωία τους είναι αδιαπραγμάτευτη».
«Κοιτούν στα μάτια»
Η Ντολμά έχει ήδη πλησιάσει τις τρεις ηλικιωμένες κυρίες, τη Σοφία, την Ιωάννα και τη Γεωργία. Ο Μπόμπος την ακολουθεί. Τις κοιτούν στα μάτια, κουνούν την ουρά. Εκείνες, ενθουσιασμένες από το ενδιαφέρον των τετράποδων, κρατούν σφιχτά στη χούφτα τους λιχουδιές για να τους τις δώσουν. Εννοείται πως αν κάτι πέσει στο πάτωμα, η «πρόθυμη» γλώσσα των σκύλων το μαζεύει αμέσως. «Θέλεις κι άλλο; Τώρα σου έδωσα», «Ελα, θα σ’αρέσει», «Δώσε μου το χέρι σου», τους μιλούν. Η θεραπεύτρια έχει προνοήσει να φέρει αρκετά φουλάρια για τα σκυλιά. «Ελάτε να διαλέξετε τι θα φορέσουν σήμερα», καλεί τις κυρίες, οι οποίες σπεύδουν να ανταποκριθούν. Τα μάτια τους, λάμπουν. «Η επαφή με τους σκύλους γίνεται κατά προτίμηση το πρωί, που οι ηλικιωμένοι είναι πιο κεφάτοι, ξεκούραστοι. Οι συνεδρίες είναι συνήθως ομαδικές και συμμετέχει μόνο όποιος το επιθυμεί. Μπορεί να είναι άτομα που πάσχουν από άνοια, Αλτσχάιμερ, κατάθλιψη ή τίποτε από αυτά. Ξεκινώ συζήτηση μαζί τους, καθώς σημασία έχει η επικοινωνία. Τους ρωτώ για τη ζωή τους, τη δουλειά τους – πάντα σε ενεστώτα χρόνο. Δεν θυμούνται απαραίτητα ποια είμαι, θυμούνται όμως ότι η παρουσία μου –όπως και των σκύλων– είναι κάτι θετικό. Δεν τους ενδιαφέρει τόσο ο ίδιος ο σκύλος, λειτουργεί περισσότερο σαν αφορμή για να αρχίσουν να μιλούν για τις δικές τους εμπειρίες – “είχα κι εγώ έναν στο χωριό, τον έλεγαν έτσι…”. Σημασία έχει να αρχίσουν να επικοινωνούν, να γίνονται πιο κοινωνικοί. Σ’ αυτό βοηθούν τα ζώα. Οι κυρίες αρχίζουν να φροντίζουν περισσότερο την εμφάνισή τους – “βγάλε με φωτογραφία με τον σκύλο”, θα πουν και την επόμενη φορά που τον περιμένουν, θα έρθουν χτενισμένες, φορώντας κραγιόν».
Είναι δύσκολη η πρώτη προσέγγιση; «Κάποιοι στην αρχή φοβούνται, δεν θέλουν τα σκυλιά. Μετά αρχίζουν και τους δίνουν μπισκοτάκια. Συνηθίζουν. Ή λένε “δεν μ’ αρέσει, είναι μαύρος”, δείχνοντας προτίμηση σε άλλα, μικρότερα, στυλ “μπάρμπι” σκυλάκια. Δεν μας ενδιαφέρει, όμως, τι σχόλια θα κάνουν – θετικά ή αρνητικά. Αρκεί να ξεκινήσουν να συμμετέχουν». Δεν λείπουν και οι συγκινήσεις: «Θυμάμαι όταν βάλαμε στο κρεβάτι μιας κατάκοιτης κυρίας την Ντολμά και μία γάτα. Μόλις ξύπνησε και τα είδε, άρχισε να τραγουδάει. “Μωρά μου, αγάπες μου… Μη μου τα πάρετε…” έλεγε. Κάθε φορά που τα έβλεπε, ίδια αντίδραση. Της τα αφήναμε, κλαίγαμε κιόλας. Η κυρία δεν ζει πια, έχουμε όμως τη φωτογραφία της και τη θυμόμαστε».