Με τις αναθεωρητικές στροφές της και την εθνική της αυτοπεποίθηση σε ιστορικά υψηλά, η εμπροσθοβαρής τουρκική διπλωματία –διά του μονίμου αντιπροσώπου της στον ΟΗΕ– κατέθεσε μέσω ρηματικής διακοίνωσης (13/11) τις διεκδικήσεις της επί των θαλασσίων ζωνών της Ανατολικής Μεσογείου. Λαμβάνοντας υπόψη πως η Αγκυρα δεν αφήνει να πέσει τίποτα κάτω από το τραπέζι, προσφέρει μια –φαρδιά πλατιά– απορριπτική και α λα Τούρκα απάντηση στον χάρτη με τις συντεταγμένες για τις θαλάσσιες περιοχές βόρεια και δυτικά της Κύπρου, τον οποίο η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας κατέθεσε στις 25 Απριλίου. Μεταξύ άλλων, η τουρκική εξωτερική πολιτική, απόλυτα συνεπής τόσο με τις πάγιες θέσεις της από το 2004 όσο και με το όραμα της «γαλάζιας πατρίδας», συνεχίζει την επιδεικτική αγνόηση τόσο των κυριαρχικών δικαιωμάτων όσο και των οριοθετημένων θαλασσίων ζωνών της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και των νησιών του Αιγαίου.
Προς αυτή την κατεύθυνση, έκδηλα αποτυπώνεται και στο περιεχόμενο της τελευταίας ρηματικής διακοίνωσης η βολική προτίμηση των οριοθετήσεων στη βάση της αρχής της ευθυδικίας έναντι των αρχών της ίσης απόστασης / μέσης γραμμής. Οι ανυπόστατες νομικές αξιώσεις πως τα νησιά δεν έχουν ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα εξυπηρετούν τους τουρκικούς σχεδιασμούς, ώστε οι χαράξεις να προχωρήσουν με σημείο αναφοράς τους ηπειρωτικούς κορμούς των κρατών. Στο σημείο αυτό, ο μόνιμος αντιπρόσωπος μας υπενθυμίζει πως στην Ανατολική Μεσόγειο η Τουρκία είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες ηπειρωτικές ακτές. Προσθέτοντας πως «[…] η μέθοδος ισοτιμίας / διάμεσης γραμμής εφαρμόζεται μόνο όταν η εφαρμογή της δεν παραμορφώνει την ισότιμη οριοθέτηση». Ως εκ τούτου, η Τουρκία θα συνεχίζει να διαπραγματεύεται με βάση το μέγεθος και την ισχύ της και όχι τη γεωγραφία και το Διεθνές Δίκαιο. Για την ίδια, το σύμπλεγμα του Καστελλόριζου θα παραμένει ένα εν πολλοίς γεωγραφικό λάθος, που παραμορφώνει το τουρκικό όραμα.
Στερούμενη νομικής θεμελίωσης και μεθοδολογικής συγκρότησης ως προς το Δίκαιο της Θάλασσας, η αίολη περιδιάβαση των θαλασσίων διεκδικήσεων εκ μέρους της Αγκυρας περιλαμβάνει διαφορετικές ερμηνείες, στρεβλώσεις και à la carte πρακτικές στη Μαύρη Θάλασσα, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Πάντοτε στο πλαίσιο ευθυγράμμισης των ζωτικών εθνικών συμφερόντων της, όπως αυτά οφείλουν να επαναπροσδιορίζονται από μια ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη. Ως μια χώρα που συνεχίζει να κοιτάζει μπροστά και όχι πίσω, ορθά αντιλαμβάνεται τη ναυτική ισχύ ως κρίσιμο διαπραγματευτικό εργαλείο για να διατηρεί, να ξεδιπλώνει και να ενισχύει τη διαπεριφερειακή επιρροή της. Δεν είναι τυχαίο πως η παραγωγή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας της, από κοινού με τα χαρακτηριστικά των εξοπλιστικών της προγραμμάτων, αναγνωρίζουν τον αναδυόμενο ρόλο του τουρκικού πολεμικού ναυτικού. Προκειμένου να ανατρέψει την ισορροπία δυνάμεων με την Ελλάδα, να καλύψει τα επιχειρησιακά του κενά και –το κυριότερο– να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο, φέρνοντας εις πέρας τις υπέρμετρες γεωπολιτικές φιλοδοξίες της Αγκυρας. Οπως ο Ρώσος πρόεδρος δεν συμβιβάστηκε ποτέ με το 1989, έτσι και ο Τούρκος ομόλογός του δεν θα αποδεχθεί το 1923. Για την ελληνική εξωτερική πολιτική, εξακολουθεί να παραμένει επίκαιρη μια από τις διαπραγματευτικές αρχές του πρώην Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζέιμς Μπέικερ. «Ποτέ μην επιτρέπεις στον άλλον να θέτει την ατζέντα».
* Ο κ. Σωτήρης Σέρμπος είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.