Ο μεγαλοσχήμων και πάμπλουτος Μπιλ Γκέιτς, του οποίου την τελευταία δεκαετία η περιουσία υπερδιπλασιάστηκε, απευθύνει έκκληση στην αμερικανική κυβέρνηση να επιβάλει υψηλότερο φόρο στους δισεκατομμυριούχους. Την προηγούμενη δεκαετία την ξεκίνησε με περιουσία που ξεπερνούσε τα 50 δισ. δολάρια και σήμερα αυτή διαμορφώνεται στα 113,7 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον σχετικό δείκτη του Bloomberg. Κι αυτό έχοντας ήδη διαθέσει επί σειράν ετών πολλά δισεκατομμύρια δολάρια σε προγράμματα βελτίωσης της ζωής πολλών ανθρώπων, καταπολέμησης της φτώχειας και των ασθενειών και αναβάθμισης της εκπαίδευσης στον πλανήτη. Και εκείνος και άλλοι δισεκατομμυριούχοι, όπως ο Γουόρεν Μπάφετ της Berkshire, ο Λάρι Ελισον της Oracle, ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ της Facebook, ο Ελον Μασκ της Tesla και πολλοί άλλοι, έχουν δεσμευθεί να διαθέτουν μεγάλο μέρος του πλούτου τους σε αγαθοεργίες (η πρωτοβουλία δημιουργήθηκε το 2010, έχει την επωνυμία The Giving Pledge –Η Δέσμευση της Προσφοράς, σε μετάφραση– και ανήκε στους Γκέιτς και Μπάφετ). Οπως αναφέρει το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, η περιουσία του Μπιλ Γκέιτς βαίνει αυξανόμενη, ασχέτως του πόσα χρήματα διοχετεύουν σε καλές πράξεις, διότι επωφελούνται από την άνοδο του χρηματιστηρίου και τις ευνοϊκές φορολογικές πολιτικές.
Στις απαρχές της νέας χρονιάς, λοιπόν, ο δεύτερος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο δηλώνει πως θέλει οι δισεκατομμυριούχοι να φορολογούνται περισσότερο. Σε ανάρτησή του στο Διαδίκτυο ο Μπιλ Γκέιτς ανέφερε πως οι νομοθέτες στις ΗΠΑ θα πρέπει να κλείσουν τα «παραθυράκια», να αυξήσουν τον φόρο ακίνητης περιουσίας και εκείνον που αφορά τα κεφαλαιακά κέρδη, ούτως ώστε να αντιστοιχεί στα επίπεδα των αμοιβών που προέρχονται από την εργασία του καθενός. Οπως ο ίδιος ο Γκέιτς εξομολογείται, «κερδίζω δυσανάλογα πολλά χρήματα για τη δουλειά που κάνω, ενώ άλλοι άνθρωποι, δουλεύοντας το ίδιο σκληρά με εμένα, με δυσκολία τα φέρνουν βόλτα».
Ο συνιδρυτής της Microsoft απευθύνει επίσης έκκληση σε πολιτειακές και αυτοδιοικητικές αρχές στις ΗΠΑ να θεσπίσουν δικαιότερους φόρους, επαναλαμβάνοντας ότι τίθεται υπέρ ενός πολιτειακού φόρου εισοδήματος –πέραν του ομοσπονδιακού– στην Ουάσιγκτον, όπου ο ίδιος κατοικεί. «Υποστηρίζω ένα φορολογικό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου το άτομο που έχει πιο πολλά χρήματα πληρώνει και υψηλότερο ποσοστό φόρου. Και πιστεύω πως οι πλούσιοι, χωρίς να εξαιρώ τη σύζυγό μου κι εμένα, πρέπει να πληρώνουμε περισσότερα από όσα καταβάλλουμε επί του παρόντος», τόνισε. Ωστόσο, πριν από λίγο καιρό ο Μπιλ Γκέιτς εξέφρασε τις επιφυλάξεις του για την πρόταση σχετικά με τη φορολογία του πλούτου που έκανε η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν, η οποία διεκδικεί το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις φετινές προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Αποφεύγοντας εν γένει να πάρει θέση για τις ποικίλες προτάσεις που τίθενται προς συζήτηση στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ο Μπιλ Γκέιτς επισημαίνει ότι «μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα πιο δίκαιο σύστημα φορολόγησης, χωρίς να χρειαστεί να θυσιάσουμε τα κίνητρά μας και την τάση μας να καινοτομούμε». Και υπενθύμισε κιόλας τι συνέβαινε στη δεκαετία του 1970, όταν μαζί με τον Πολ Αλεν συνίδρυσαν τη Microsoft: «Tότε ο οριακός φορολογικός συντελεστής ήταν σχεδόν διπλάσιος από τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή σήμερα, αλλά δεν μας είχε αποθαρρύνει από το να κτίσουμε μια μεγάλη εταιρεία».
Βέβαια, αν και η συζήτηση για τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια, ειδικά λόγω της όξυνσης των ανισοτήτων διεθνώς, ορισμένοι θεωρούν πως δεν πρόκειται για πανάκεια. Σε πρόσφατη έκθεσή του ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών επισημαίνει ότι η ανισότητα έχει τόσο πολύ εισχωρήσει σε κάθε έκφανση της ζωής και της κοινωνίας, ώστε το να τροποποιηθούν τα φορολογικά συστήματα προς χάριν των λιγότερο ευνοημένων δεν αρκεί για να λυθεί το θέμα. Μια παρέμβαση για πλήρη αναδιανομή του πλούτου με πιο προοδευτική φορολόγηση των εισοδημάτων και μείωση των συντελεστών για τα χαμηλότερα εισοδήματα συνιστά σημαντικό βήμα, ωστόσο θα πρέπει να αντιμετωπισθούν και άλλα ζητήματα, όπως η υγεία, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και στην τεχνολογία, καθώς και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Οπως παρατηρεί, τέλος, ο ΟΗΕ, η ανισότητα και το χάσμα των εισοδημάτων πλέον ξεκινούν σε πολλές περιπτώσεις πριν από τη γέννηση.