Ας διαβάσουμε την πρώτη πρόταση της νουβέλας: «Όταν ο έξυπνος αλλά καθόλου βαθυστόχαστος Τζιμ Σαμς ξύπνησε εκείνο το πρωινό από ανήσυχα όνειρα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε ένα γιγάντιο πλάσμα». Κάτι σας θυμίζει, ε; Ίσως αν αντικαθιστούσαμε το «Τζιμ Σαμς» με το «Γκρέγκορ Σάμσα», να γίνει ακόμα πιο σαφές ότι ο Ίαν Μακ Γιούαν παραφράζει εδώ τον Κάφκα και την πρώτη πρόταση της «Μεταμόρφωσης». Θα μπορούσαμε να το καταλάβουμε και από τον τίτλο: «Η κατσαρίδα» (εκδ. Πατάκη). Σε αντίθεση όμως με ό,τι συμβαίνει στην καφκική ιστορία, όπου ο Σάμσα μεταμορφώνεται σε ένα γιγάντιο έντομο (πιθανόν κατσαρίδα), ο ήρωας της καινούργιας νουβέλας του Μακ Γιούαν είναι κατσαρίδα και μεταμορφώνεται σε άνθρωπο. Έναν συγκεκριμένο άνθρωπο. Γιατί ο Τζιμ Σαμς, εκείνο το πρωινό, ξύπνησε στην οδό Ντάουνινγκ Στριτ 10. Στο εξής θα ήταν ο πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Συνδυάζοντας τους συμβολισμούς του Κάφκα και τη δύναμη της σάτιρας του Τζόναθαν Σουίφτ (όπως παραδέχεται ο ίδιος στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης), ο Μακ Γιούαν γράφει, με το βλέμμα στο Brexit, για το «πνεύμα της κατσαρίδας» που κρύβεται πάντα στον λαϊκισμό.
Για μία ακόμα φορά ο 71χρονος συγγραφέας μάς θυμίζει την ικανότητά του να είναι επίκαιρος, παρακολουθεί όσα συμβαίνουν και νοιάζεται για τα μεγάλα ζητήματα του καιρού μας: το απέδειξε όταν έγραψε για την τεχνητή νοημοσύνη («Μηχανές σαν κι εμένα», εκδ. Πατάκη), την κλιματική αλλαγή («Solar», εκδ. Πατάκη) ή παλιότερα για την εποχή μετά την 11η Σεπτεμβρίου («Σάββατο», εκδ. Νεφέλη). Μεγάλος οπαδός της λογικής (όπως και αρκετοί ήρωές του), ο κορυφαίος Βρετανός πεζογράφος καταλήγει στον πρόλογό του ως εξής: «Αν η λογική δεν ανοίξει τα μάτια της και δεν επικρατήσει, τότε ίσως να χρειαστεί να προσφύγουμε στο γέλιο». ■