Δύο γυναίκες της διπλανής πόρτας, που δεν είχαν την παραμικρή σχέση με την υποκριτική και επιλέχθηκαν από τον Γιάννη Οικονομίδη για τη νέα του ταινία, αφηγούνται την απίθανη εμπειρία τους στο «Κ».
«Σε μια μικρή πόλη της ελληνικής επαρχίας, όταν το ερωτικό πάθος διασταυρώνεται με την απληστία για το χρήμα, τα πτώματα αρχίζουν να στοιβάζονται το ένα μετά το άλλο».
Η σύνοψη από μόνη της είναι αρκετή για να αντιληφθεί κανείς πως έχουμε να κάνουμε με ταινία του Γιάννη Οικονομίδη. «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη 5 Μαρτίου και, όπως κάθε εγχείρημα του αναγνωρισμένου σκηνοθέτη, αποτελεί μια συναρπαστική, σκοτεινή και συνάμα εξαιρετικά διασκεδαστική αλληγορία, ένα μοναδικό πάντρεμα του γκροτέσκου με την τρυφερότητα, βγαλμένο από την πραγματική ζωή.
Από τη ζωή είναι βγαλμένες και οι δύο γυναίκες που ενσαρκώνουν τους δύο μητριαρχικούς ρόλους της ταινίας: δύο μοχθηρές και αντίπαλες μητέρες, γύρω από τις οποίες ξετυλίγεται το κουβάρι της πλοκής της «Μπαλάντας». Πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, η Βασιλική Καλλιμάνη και η Σοφία Κουνιά δεν είχαν την παραμικρή σχέση με την υποκριτική – «πέρα από τους ρόλους που έχουμε ήδη ενσαρκώσει στη ζωή», όπως λένε και οι δύο μαζί, η μία ως επιχειρηματίας και η άλλη ως δημόσιος υπάλληλος. Είναι μια λεπτομέρεια που χρειάζεται να ξέρει κανείς εκ των προτέρων, ώστε να το συνεκτιμήσει, καθώς το αποτέλεσμα της ερμηνείας τους είναι κάτι παραπάνω από αρτιότατο. Με την ολοκλήρωση της πρώτης εσωτερικής προβολής για τους συντελεστές της ταινίας, σύσσωμοι οι επαγγελματίες ηθοποιοί έκαναν ένα πηγαδάκι γύρω από τις δύο γυναίκες για να τις συγχαρούν και να τις αγκαλιάσουν.
«Ασύλληπτη μαγεία»
«Ζήσαμε μια ασύλληπτη μαγεία, που είναι αδύνατον να φανταστεί κανείς πως υπάρχει πίσω από τις κάμερες», λέει με εμφανή συγκίνηση η κυρία Κουνιά, προτού οι δύο γυναίκες ξεκινήσουν να αφηγούνται το παρθενικό ταξίδι τους στον κινηματογράφο. «Με τον Οικονομίδη έχουμε καλαμπουρίσει εδώ και πολλά χρόνια και του έχω μαγειρέψει πολύ», ξεκινά η κ. Καλλιμάνη – κόρη της, άλλωστε, είναι η βραβευμένη ηθοποιός Μαρία Καλλιμάνη, η οποία έχει συνεργαστεί με τον σκηνοθέτη στον «Μαχαιροβγάλτη» και στο «Μικρό ψάρι». Γνωρίζοντας πως η επιχειρηματίας θα αρνούνταν κατηγορηματικά την πρότασή του, ο Οικονομίδης προσέγγισε τα παιδιά της. «Πριν από τα γυρίσματα, είχα ξεκινήσει να αποχωρώ από την οικογενειακή μας επιχείρηση, βρισκόμουν σε μια δύσκολη περίοδο. Μια Κυριακή λοιπόν που τρώγαμε μαζί με τα παιδιά μου, έκαναν μια συνεννοημένη ομοβροντία και… με έπεισαν!» αναφέρει η κυρία Καλλιμάνη με κελαρυστή φωνή. «Είμαι χήρα από 43 χρονών και αναγκάστηκα να μπω στον ανδροκρατούμενο χώρο των επιχειρήσεων. Δεν μπορούσα να κάνω και διαφορετικά, έχοντας τέσσερα παιδιά. Μέσα από τη ζωή αυτή έπαιξα πολλούς ρόλους· της μάνας, του πατέρα, του επιχειρηματία. Σκέφτηκα λοιπόν την πρόταση και κατέληξα πως είναι απλώς ένας ρόλος ακόμα, ας πάμε κι όπου βγει!» καταλήγει με σπιρτάδα.
«Θέλεις να ρισκάρεις;»
Η Σοφία Κουνιά, από την άλλη, δεν είναι μητέρα και δεν γνώριζε τον Οικονομίδη, ωστόσο έτυχε να τον συναντήσει σε ένα πάρτι κοινών γνωστών. «Μιλήσαμε για πέντε λεπτά και έπαιξα λίγο με το παιδί του», αφηγείται, ενώ μετά από μια σύντομη παύση συμπληρώνει: «Τότε ήμουν στα πατώματα. Είχα χάσει τον αδελφό μου πριν από μερικούς μήνες. Όταν με παρατήρησε ο Γιάννης, ήμουν σε μια καταθλιπτική, εσωστρεφή κατάσταση. Μία εβδομάδα μετά, με πήρε τηλέφωνο. “Θέλω να παίξεις στην επόμενη ταινία μου”, είπε όταν σήκωσα το ακουστικό, και φυσικά του απάντησα αυθόρμητα πως τρελάθηκε. Εγώ υπολογιστές ξέρω να φτιάχνω. “Θέλεις να ρισκάρεις;” μου λέει. “Εγώ δεν ρισκάρω και τίποτα, εσύ θα ρισκάρεις την ταινία σου!” του απαντώ. Ωστόσο με έπεισε να το δοκιμάσω, όταν μου εξήγησε λεπτομερώς τον ρόλο. Είναι όνειρο ζωής, άλλωστε, να έχει κανείς ένα μπουζουκομάγαζο στην επαρχία», καταλήγει, προτού ξεκαρδιστεί στα γέλια παρασύροντας και την Καλλιμάνη.
Από τον ενθουσιασμό στο άγχος
Ο ενθουσιασμός γρήγορα έδωσε τη θέση του στο άγχος και στην αμηχανία και για τις δύο γυναίκες. «Την πρώτη μέρα που έφτασα στο προβάδικο, ένα μικρό υπόγειο στα Εξάρχεια, συνάντησα τον Βασίλη Μπισμπίκη, τη Βίκυ Παπαδοπούλου, ανθρώπους που θαυμάζω εδώ και χρόνια», θυμάται η Κουνιά. «Ένιωσα σαν μυρμήγκι», συμπληρώνει. Η Καλλιμάνη συμφωνεί, παρότι πιο στωική στην προσέγγισή της: «Και εγώ είπα στον εαυτό μου “τι κάνω τώρα εδώ μαζί με τους αναγνωρίσιμους, πώς θα τα βγάλω πέρα;”. Από την άλλη, έχω δύο κόρες που έχουν ασχοληθεί με την τέχνη και έχω ζήσει από κοντά τις πρεμιέρες τους, τις ανησυχίες τους. Βοήθησε και αυτό, αλλά όχι όσο ο ίδιος ο σκηνοθέτης», συμπληρώνει.
Η στοργή και η εμπιστοσύνη που νιώθουν οι δύο ερασιτέχνες ηθοποιοί προς τον Οικονομίδη είναι πηγαίες – ολοφάνερες από τις εκφράσεις των προσώπων τους όταν μιλούν γι’ αυτόν. «Η αντίληψη του Γιάννη για τον χαρακτήρα του καθενός είναι τεράστια και ξέρει πώς να τον πλησιάσει. Εγώ του βγάζω το καπέλο», αναφέρει η Καλλιμάνη και το πρόσωπό της φωτίζεται. Η Κουνιά, η οποία χρωματίζει συνήθως τον λόγο της με αστεία και πιπεράτες εκφράσεις, μιλάει για τον σκηνοθέτη με ευλάβεια: «Μια μέρα, έπειτα από μια δύσκολη σκηνή, ανέβηκα στη μηχανή μου γεμάτη σκοτούρες και ανασφάλειες. Τι κάνω τώρα εδώ, τους καθυστερώ όλους”, έλεγα μέσα μου και προετοιμάστηκα να πω την επόμενη μέρα πως ίσως πρέπει να τα παρατήσουμε. Με το που φτάνω στο σπίτι, χτυπάει το τηλέφωνο και ήταν ο σκηνοθέτης. “Έλα, Σοφία, πολύ καλή η πρόβα, μπράβο”, μου λέει. “Αύριο έχω ένα κενό, θες να έρθεις να το κάνουμε οι δυο μας;” Απίθανο πώς αντιλήφθηκε την αδύναμη στιγμή μου και πόσο λάδι βγήκε η ερμηνεία την επόμενη μέρα», προσθέτει. «Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις τον Γιάννη να δουλεύει, να κατεβάζει ιδέες με ασύλληπτη ταχύτητα, να μιλάει στους ηθοποιούς με τέτοια ευγένεια. Σύντομα του έχεις πλήρη εμπιστοσύνη και τότε όλα βγαίνουν άνετα», συμφωνούν και οι δύο.
Υπάρχει ένα ενδιαφέρον παράδοξο με τους δύο ρόλους και τις δύο γυναίκες, μια φυσική αλληλοσυμπλήρωση. Πρόκειται για δύο αθυρόστομες μανάδες, ωστόσο η Καλλιμάνη έχει οικειότητα με τη μητρότητα και δυσκολία στην αθυροστομία, ενώ η Κουνιά είναι ακριβώς το αντίθετο. «Στις πρώτες πρόβες, ο “γιος” μου Γιάννης Τσορτέκης μπήκε στο νόημα αμέσως και έβαλε τα κλάματα. Βλέποντάς τον, εγώ μαλάκωσα και δεν μπορούσα να αποδώσω – δεν είχε φτάσει, βλέπετε, κανένα παιδί μου σε τέτοιο στάδιο απερισκεψίας και αδιαφορίας», αναφέρει η Καλλιμάνη, προτού προσθέσει πως τελικά μπήκε και εκείνη στο νόημα και «του άλλαξε τα φώτα». «Το αθυρόστομο μου βγήκε εύκολα» λέει με τη σειρά της η Κουνιά. «Μάλιστα, όταν είπα στη μητέρα μου ότι ενσαρκώνω έναν ρόλο με πολλές βρισιές, προειδοποιώντας τη να μην έρθει να το δει, μου απάντησε: “Α… θα σου είναι εύκολο δηλαδή!» καταλήγει με γέλια.
«Από εμάς ξεκινούν όλα, παιδί μου»
Και οι δύο γυναίκες αντλούν από την προσωπική τους ζωή, σπρώχνοντας όμως με τη φαντασία τους τα βιώματά τους στα άκρα. Μιλούν για τους ρόλους τους με λεπτομέρεια και αυθορμητισμό, σαν να τους ξέρουν από παιδιά. «Τον Φλεβάρη που ξεκινήσαμε πρόβες, τα λόγια παρέμεναν λόγια. Τον Ιούνιο είχε δημιουργηθεί πλήρως ένας χαρακτήρας. Τον έβλεπες ξεκάθαρα και τον καταλάβαινες, ήξερες πώς μεγάλωσε, πώς επιβιώνει», εξηγεί η Κουνιά. «Του αρέσουν οι δυναμικές γυναίκες του Γιάννη, κι ας μην τις βάζει πάντα στο επίκεντρο της ταινίας», συμπληρώνει. Και πράγματι, οι μοχθηρές φιγούρες που υποδύονται οι δύο γυναίκες δικαιώνονται από τη σκληρή ζωή, το μεγάλο βάρος που κουβαλάνε. «Από εμάς ξεκινούν όλα, παιδί μου, παίρνουμε σκληρές αποφάσεις, θέλουμε δεν θέλουμε», προσθέτει η Καλλιμάνη, και δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο αν μιλάει μονάχα για τον ρόλο της ή για την πραγματικότητα της Ελληνίδας μητέρας.
Οι δύο νεόκοπες ηθοποιοί με τον συμπρωταγωνιστή τους Γιάννη Τσορτέκη.
Η κουβέντα πλέον ρέει σαν χείμαρρος και οι δύο γυναίκες εξηγούν τα πολλά διδάγματα που κρατούν από την πρωτόγνωρη εμπειρία της συμμετοχής τους. «Αν κρατάω κάτι, αυτό είναι το τιτάνιο έργο που απαιτείται για να ολοκληρωθεί μια ταινία», αναφέρει η Κουνιά, συμπληρώνοντας πως πρέπει η πολιτεία «να ακούσει τους πραγματικούς κινηματογραφιστές και καλλιτέχνες, να τους λύσει τα χέρια για να κάνουν σινεμά, αλλά και το κοινό να βλέπει ταινίες στη μεγάλη οθόνη, εκεί που αξίζουν». «Ας μη γελιόμαστε, σκληρή είναι και η ζωή, όπως και οι ταινίες του Οικονομίδη», προσθέτει η Καλλιμάνη, η οποία καλεί όλες τις Ελληνίδες μητέρες να εμπνευστούν από την «Μπαλάντα» και να δώσουν περιθώριο στα παιδιά τους να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, να μάθουν από τα λάθη τους. «Πέρασα πραγματικά υπέροχα, ταξίδεψα, ξέδωσα… μακάρι να μην τελείωνε ποτέ όλο αυτό», καταλήγει με ονειροπόλο βλέμμα η Καλλιμάνη. «Άσ’ τα, τσάμπα ψυχοθεραπεία κάναμε χάρη στον Οικονομίδη», προσθέτει κοφτά η Κουνιά και το κελαρυστό γέλιο των δύο γυναικών γεμίζει κάθε γωνιά του δωματίου.
Info: «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», σε σκηνοθεσία Γιάννη Οικονομίδη, θα βγει στις αίθουσες στις 5 Μαρτίου.