«Ηλθε η ώρα για επανεκκίνηση της οικονομίας με τολμηρές αποφάσεις», είναι το μήνυμα που έστειλε χθες ο ΣΕΒ μέσω του εβδομαδιαίου δελτίου του, την ώρα που η κυβέρνηση ετοιμάζεται για σταδιακή άρση των περιορισμών λόγω κορωνοϊού.
Ο ΣΕΒ υποστηρίζει μια «ασφαλή μετάβαση στη μετά τον κορωνοϊό εποχή, χωρίς αδικαιολόγητες οικονομικές θυσίες». Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που παραθέτει στο δελτίο του, σε αναστολή έχει τεθεί ο ένας στους τέσσερις εργαζομένους, και συγκεκριμένα 1.063.098 εργαζόμενοι σε σύνολο 4.178.199 (25,4%).
Πολύ υψηλά είναι τα ποσοστά εργαζομένων σε αναστολή σε κλάδους όπως τα καταλύματα (94,2%), ο αθλητισμός (90,2%), η εκπαίδευση (89,9%), η εστίαση (89,6%) τα τυχερά παιχνίδια (87%), η παροχή προσωπικών υπηρεσιών (75,2%).
Οι επιχειρήσεις που είναι σε αναστολή λειτουργίας, 206.000 συνολικά, είχαν κύκλο εργασιών 6,4 δισ. ευρώ το β΄ τρίμηνο του 2019, τονίζει το δελτίο.
Οι αναλυτές του τομέα μακροοικονομικής ανάλυσης (επικεφαλής οικονομολόγος Μιχάλης Μασουράκης) προειδοποιούν ότι οι προβλέψεις για βαθιά ύφεση, όπως αυτές που «με περισσή ευκολία» διατύπωσε το ΔΝΤ, μπορεί να γίνουν στο τέλος μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, αφού οι επιχειρήσεις θα τείνουν να αναβάλουν τις επενδύσεις και οι εργαζόμενοι να περιορίζουν την κατανάλωσή τους.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πρώτο 9μηνο του 2020 η ύφεση θα είναι βαθιά», σημειώνει το δελτίο. «Εάν όμως δεν υπάρξει ταχεία ανάκαμψη από εκεί και πέρα, υπεραντισταθμίζοντας μάλιστα τις όποιες απώλειες στη συνέχεια και μέχρι το τέλος του 2021, τότε η κρίση θα έχει οδυνηρές συνέπειες».
Το δελτίο προειδοποιεί για τον κίνδυνο περαιτέρω μείωσης της αποταμίευσης των νοικοκυριών και του Δημοσίου, αναστρέφοντας την πορεία βελτίωσης των προηγούμενων ετών. Η αποταμίευση των νοικοκυριών είναι ακόμη σε αρνητικό έδαφος, τονίζει.
«Με μειωμένη εθνική αποταμίευση», σημειώνει, «η αύξηση των επενδύσεων απαιτεί αυξημένες ξένες αποταμιεύσεις (μεγαλύτερο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών). Αυτό βεβαίως δεν μπορεί να συνεχισθεί παρά μόνο για κάποιο σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς το ήδη υφιστάμενο δημόσιο χρέος είναι τεράστιο. Και η προσθήκη μη παραγωγικού χρέους, για την αύξηση της κατανάλωσης και όχι των επενδύσεων, τείνει να επιβραδύνει τη μακροχρόνια ανάπτυξη και να δημιουργεί προσδοκίες για αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους».
«Υπό το φως αυτών των δεδομένων», τονίζει ο ΣΕΒ στο δελτίο του, «επιβάλλεται η όσο το δυνατόν ταχύτερη επαναφορά της οικονομικής δραστηριότητας σε όσο το δυνατόν πιο κανονικές συνθήκες, σαφώς με συμμόρφωση στα υγειονομικά πρωτόκολλα, αναλαμβάνοντας, όμως, λελογισμένους κινδύνους και έχοντας πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι πρόκειται για μια διαδικασία μάθησης από τα σφάλματα που γίνονται».