Για τους πρόσφυγες του 1922, για τους ανταλλαχθέντες της Συνθήκης της Λωζάννης και για την επίδρασή τους στην πολιτική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας του Μεσοπολέμου, καθώς και για τη συμβολή τους στην πολιτισμική πορεία της χώρας, όλο και κάτι γνωρίζουμε, είτε επισταμένως είτε επιδερμικά. Σύμφωνα, ωστόσο, με τον Στέλιο Μιχαλόπουλο, αναπληρωτή καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Brown των ΗΠΑ, τα λεγόμενα big data του προσφυγικού ζητήματος της Ελλάδας δεν έχουν αναλυθεί με τρόπο που να οδηγεί σε μια σφαιρική, σε βάθος χρόνου καταγραφή του.
«Αν το φανταστούμε ως δένδρο, τότε υπάρχουν μελέτες για τα φύλλα, αλλά όχι μια επαρκής εικόνα για την εξέλιξή του», λέει ο Μιχαλόπουλος στην «Κ». Και παραθέτει μερικά σημαντικά κατά τη γνώμη του ερωτήματα: από ποια ακριβώς μέρη της Μικράς Ασίας ήρθαν οι πρόσφυγες και σε ποια της Ελλάδας εγκαταστάθηκαν; Ποια η μακροπρόθεσμη δημογραφική και οικονομική συνεισφορά τους στη χώρα; Σίγουρα επίσης τέτοια ζητήματα απαντώνται διαφορετικά αν μιλάμε για αγρότες ή για αστούς. Η, δε, πορεία των απογόνων τους, των παιδιών τους, είναι άλλο ένα ενδιαφέρον ερευνητικό πεδίο. «Το εγχείρημα ξεκίνησε το 2017, όταν το προσφυγικό ζήτημα στη Μεσόγειο βρισκόταν σε έξαρση», εξηγεί ο καθηγητής. «Αιτήθηκα λοιπόν μια υποτροφία από το National Science Foundation των ΗΠΑ για μια έρευνα σχετικά με όσους ήρθαν στην Ελλάδα από το 1922 ώς το 1924. Οι οικονομολόγοι δεν έχουμε πάντα πολύ καλή εικόνα του τι συμβαίνει σε έναν τόπο όταν έρχονται πρόσφυγες. Μεταξύ άλλων, γιατί συχνά δεν υπάρχουν τα στοιχεία».
Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, περιμένοντας να μεταφερθούν στον νέο τόπο κατοικίας τους (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, Ουάσιγκτον).
Ας τα ψηλαφήσουμε λοιπόν. Ο Μιχαλόπουλος, σε συνεργασία με τον Θανάση Σταυρακούδη, αναπληρωτή καθηγητή Υπολογιστικής Προσομοίωσης στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και με τη συνδρομή πολλών φοιτητών του δεύτερου που συμμετέχουν στο Εργαστήριο Εφαρμογών Πληροφορικής και Υπολογιστικών Οικονομικών, αναμετρώνται εδώ και τρία χρόνια με μια «κτηνώδη βάση δεδομένων». Περιλαμβάνει περίπου τα εξής: πολεοδομικούς χάρτες του 1930, που απεικονίζουν τις προσφυγικές συνοικίες των μεγάλων πόλεων· την απογραφή του 1928 (την πρώτη που έθετε ερώτημα περί προσφυγικής καταγωγής) ή και προηγούμενες, όπως του ’20, του ’13 ή του ’09, που αποτυπώνουν τις αλλαγές στην «Παλαιά Ελλάδα» μετά την είσοδο των «Νέων Χωρών»· τον 7.000 σελίδων κατάλογο αγροτών προσφύγων που είχε διαμορφώσει τότε η Εθνική Τράπεζα για να τους χορηγήσει κλήρους γης ή δάνεια και ψηφιοποίησε η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, αλλά και τον κατάλογο των 350.000 αστών προσφύγων που ψηφιοποίησε η Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους· στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών επίσης, χρήσιμα για μελλοντικά συμπεράσματα σχετικά με την εκλογική συμπεριφορά των προσφυγικών κοινοτήτων, μαρτυρίες από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών και διάφορες άλλες αρχειακές πηγές.
«Κάποιες βάσεις δεδομένων, όπως ο κατάλογος αγροτών προσφύγων, είναι στη διάθεσή μας σε μορφή σκαναρισμένης εικόνας, η οποία δεν είναι υπολογιστικά αξιοποιήσιμη», λέει ο Θανάσης Σταυρακούδης, εξηγώντας τις δυσκολίες του εγχειρήματος. «Δεν μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τεχνολογίες οπτικής αναγνώρισης, κάναμε λοιπόν τη μεταγραφή 250.000 ονομάτων, στο χέρι. Εξίσου δύσκολο είναι να εντοπίσεις τους τόπους εγκατάστασης, οι οποίοι συχνά είναι χωριά χαμένα εντελώς από τον χάρτη, ειδικά σε Δράμα ή Ξάνθη. Μερικά δεν ήταν καν χωριά, αλλά τοποθεσίες, που ενσωματώθηκαν στην πόλη. Για παράδειγμα, στα Γιάννενα δόθηκαν 300 κλήροι γης σε πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στο χωριό Παμβώτιδα. Πρόκειται για την περιοχή Ανατολή, που αναγνωρίστηκε αργότερα ως οικισμός. Ο εντοπισμός των τόπων προέλευσης είναι επίσης δύσκολος, γιατί η Τουρκία τότε δεν διέθετε καλή γραφειοκρατική οργάνωση. Ετσι, ενώ π.χ. η Απολλωνία ανήκε διοικητικά στην Προύσα, κάποιος μπορεί να δήλωνε ως καταγωγή τη Νίκαια ή τη Νικομήδεια, γιατί με εκείνες τις πόλεις είχε απλώς περισσότερες επαφές».
Μικρασιάτισσα με το εγγονάκι της σε καταυλισμό στην Καισαριανή το 1949.
Χάρτες με ονόματα
Ακούγεται δύσκολο έργο, γιατί τέτοιο είναι. Προχωρά αργά, αλλά σταθερά και αυτή τη στιγμή, ο Σταυρακούδης έχει αναρτήσει στον ιστότοπό του (stavrakoudis.econ.uoi.gr), αναλυτικούς χάρτες με ονόματα, τόπους καταγωγής και τόπους προέλευσης προσφύγων. Μπορεί κανείς να μάθει ποιοι ακριβώς έφυγαν από το Δεκελί της Μικράς Ασίας και ποιοι εγκαταστάθηκαν στο Ριζοχώρι Πέλλας· ποιοι εγκαταστάθηκαν στη Βρωμόσκαλα Κατερίνης και από πού προέρχονταν όσοι βρέθηκαν στο Κιλκίς.
Κύριος στόχος της έρευνας, ωστόσο, είναι να καταγράψει τις μακροπρόθεσμες οικονομικές και δημογραφικές συνέπειες της εγκατάστασης των προσφύγων. «Αυτό που βιώσανε οι πρόσφυγες είναι ένα extreme event. Δομεί τη σκέψη με συγκεκριμένο τρόπο, αποτρέποντάς σε από το να επενδύεις σε ό,τι δεν μπορείς να πάρεις μαζί σου. Ετσι επενδύεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο», λέει ο Στέλιος Μιχαλόπουλος. «Για παράδειγμα φαίνεται εμπειρικά ότι τα παιδιά των προσφύγων χωρίς μόρφωση, δείχνουν μεγαλύτερη κοινωνική κινητικότητα από τα παιδιά των αντίστοιχων γηγενών. Επίσης, μέσα από την απογραφή του 1970, την πρώτη με αναλυτικές οικονομικές πληροφορίες, βλέπουμε ότι οι πόλεις που δέχθηκαν πρόσφυγες, τα πήγαν καλύτερα από όσες δεν δέχθηκαν. Το ερώτημα είναι πώς γίνεται αυτή τους η ετερογένεια παραγωγική, γιατί με το να την απομακρύνεις, απλώς δημιουργείς τον φόβο ότι κάπου υπάρχει ένα φάντασμα. Μήπως όμως αυτές οι πόλεις θα αναπτύσσονταν έτσι κι αλλιώς; Δεν γνωρίζουμε, για αυτό θα θέλαμε να εμβαθύνουμε σε επίπεδο γειτονιάς και να ερευνήσουμε τι έγινε στον Βύρωνα, στη Δραπετσώνα».
Ιδανικά, όλη η δημογραφική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας, θα σκιαγραφηθεί σε συνάρτηση με το τι έφεραν και τι άφησαν πίσω τους οι πρόσφυγες. Υπάρχει αρκετή δουλειά ακόμα, την οποία θα βοηθούσε αφενός μια χρηματοδότηση όπως τονίζει ο Σταυρακούδης και αφετέρου, σύμφωνα με τον Μιχαλόπουλο, η ενσωμάτωση στην απογραφή του 2021 ενός ερωτήματος περί προσφυγικής καταγωγής. Σε δύο χρόνια θα συμπληρωθεί και ένας αιώνας από τη Μικρασιατική Καταστροφή. «Στόχος μας, να έχουμε ετοιμάσει μια ιστοσελίδα όπου θα βάζεις το όνομα του παππού, της γιαγιάς σου και θα μαθαίνεις από πού ξεκίνησε, πού βρέθηκε, τι έφερε μαζί του, ποιοι ήταν οι συγχωριανοί του», καταλήγει ο Μιχαλόπουλος. «Μια ιστοσελίδα ζωντανής μνήμης, όπου θα μπορεί κανείς να βρει το παρελθόν του».