Μία ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση των κυρίαρχων συναισθημάτων των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας του κορωνοϊού εμφανίζουν τα στοιχεία από τη λειτουργία της πενταψήφιας Τηλεφωνικής Γραμμής Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306, τα οποία παρουσιάζει η καθηγήτρια της Α' Ψυχιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ Μαρίνα Οικονόμου-Λαλιώτη για λογαριασμό της διαΝΕΟσις.
Τα στοιχεία της έρευνας προκύπτουν από τις κλήσεις πολιτών στην πενταψήφια Γραμμή Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306, την ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας που παρέχει ανώνυμα και εμπιστευτικά ενημέρωση για τις ψυχοκοινωνικές συνέπειες της COVID-19 και ψυχιατρική, ψυχολογική και κοινωνική υποστήριξη, η οποία τέθηκε σε λειτουργία το Σάββατο 4 Απριλίου 2020 και λειτουργεί μέχρι σήμερα. Αναφορικά με το διάστημα πριν τον Απρίλιο, στοιχεία αντλήθηκαν από την αντίστοιχη γραμμή που θέσπισε η Α' Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών αμέσως μετά τις 10 Μαρτίου, με τη διαδικασία του επείγοντος και σε συνεργασία με τις Πρυτανικές Αρχές του ΕΚΠΑ.
Όπως αναφέρει το σχετικό άρθρο της διαΝΕΟσις, «κατά τη διάρκεια της κλήσης ή και μετά την ολοκλήρωσή της, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας που διαχειρίζονταν την κλήση συμπλήρωναν τα στοιχεία της φόρμας καταγραφής, η οποία περιελάμβανε ερωτήσεις αναφορικά με τα κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά του καλούντος, την έκθεση στα ΜΜΕ, τη συμπτωματολογία άγχους και κατάθλιψης (κλίμακες ανίχνευσης του Γκόλντμπεργκ), τα συναισθήματα που βίωναν τις τελευταίες 2 εβδομάδες και το είδος της παρέμβασης που παρείχαν». Στη συνέχεια, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας που απαντούσαν στις κλήσεις, συμπλήρωναν και το βασικό αίτημα του καλούντους περιφραστικά. Από το σύνολο των 6.424 ολοκληρωμένων ερωτηματολογίων, πραγματοποιήθηκε τυχαία επιλογή 1.606 ερωτηματολογίων, στα οποία βασίστηκαν και τα ερευνητικά συμπεράσματα.
Σύμφωνα με την έρευνα, έντονο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εξής παράμετροι, που προέκυψαν από την ανάλυση των ερωτηματολογίων:
– Αναφορικά με τα κοινωνικο-δημογραφικά στοιχεία, το 65,2% είναι γυναίκες, το 41,1% έγγαμοι, το 42,1% έχει ολοκληρώσει προπτυχιακές ή μεταπτυχιακές σπουδές και το 53% ανήκει στις οικονομικά ενεργές ομάδες.
– Η πλειοψηφία των καλούντων (63%) δεν ανέφερε να πάσχει από κάποια ψυχική νόσο.
– Ο ένας στους δύο δεν είχε ποτέ απευθυνθεί σε επαγγελματία ψυχικής υγείας, ούτε τώρα ούτε στο παρελθόν.
– Ο φόβος είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που οι καλούντες ανέφεραν ότι ένιωσαν σε μεγαλύτερη συχνότητα (67,6% απάντησαν συνέχεια ή αρκετές φορές), με τη λύπη (58,2%), τον αιφνιδιασμό (43%) και τον θυμό (42,8%) να ακολουθούν.
Πιο συγκεκριμένα, ο φόβος αναφορικά με τον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό του ίδιου του καλούντα ή αγαπημένων του προσώπων, κυριαρχεί το πρώτο δεκαπενθήμερο λειτουργίας της Γραμμής, με το 90% των κλήσεων να αφορά στην COVID-19. Ωστόσο, το πρώτο αυτό διάστημα είναι εξαιρετικά έντονο και το αίσθημα «πνιγμονής» που έφερε στους πολίτες ο υποχρεωτικός εγκλεισμός, με το 86% των κλήσεων να αφορά και τα περιοριστικά μέτρα και την καραντίνα. Την ίδια περίοδο, τα άγχη για την οικονομία απασχολούν εμφανώς λιγότερους πολίτες, με ένα 44,3% των κλήσεων να αφορά το ζήτημα των οικονομικών παραμέτρων της πανδημίας.
Η πάροδος του χρόνου θα παίξει σημαντικό ρόλό στη μείωση του φόβου για την υγεία των ίδιων των καλούντων ή αυτή συγγενικών και φιλικών τους προσώπων, με τα αιτήματα που αφορούν στην COVID-19 να έχουν το χαμηλότερο ποσοστό (54,6%) κατά το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Μαΐου.
Στον αντίποδα, η σταδιακή μείωση των κρουσμάτων, η χρονική εγγύτητα με τη λήξη της καραντίνας και η έκθεση στις νέες κανονικότητες, θα ενισχύσει την ανασφάλεια για τα οικονομικά ζητήματα, η οποία πλέον θα παρουσιάζει πτωτική τάση κατά τις χρονικές στιγμές που η κυβέρνηση ανακοινώνει μέτρα στήριξης της οικονομίας και των εργαζομένων. «Τα χρονικά σημεία όπου διαφαίνεται μείωση των ποσοστών που σχετίζονται με τις οικονομικές παραμέτρους της κρίσης, φαίνεται να συμπίπτουν με την περίοδο που η κυβέρνηση ανακοινώνει μέτρα στήριξης, "ανακουφίζοντας" τουλάχιστον πρόσκαιρα, την αγχώδη αντίδραση των πολιτών για εκείνο το διάστημα», αναφέρει χαρακτηριστικά το κείμενο της διαΝΕΟσις.
Όσον αφορά τα αιτήματα που αφορούν στην καραντίνα και τα περιοριστικά μέτρα στην επαφή ή στην απόσταση, χαρακτηριστικό είναι το εύρημα ότι διατηρούνται σε όλη τη χρονική περίοδο της πανδημίας σε υψηλά επίπεδα (σχεδόν άνω του 80%), ακολουθώντας καθοδική πορεία μόνο κατά το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Μαΐου, αλλά παραμένοντας αισθητά υψηλότερα από τα αντίστοιχα του φόβου για τον ιό και την οικονομία.
Άγχος και κατάθλιψη
Παρά τα υψηλά επίπεδα του άγχους κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο της πανδημίας (38.7%), η κατάθλιψη είναι αυτή που μοιάζει να υπερτερεί στο μεγαλύτερο μέρος των καλούντων, καθώς μέσα από μία σειρά αυξομειώσεων καθ' όλο το υπό εξέταση διάστημα, το τελευταίο δεκαπενθήμερο φτάνει στο 35,4%, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση από το 21.8% του προηγούμενου δεκαπενθήμερου, και υπερτερώντας κατά πολύ του άγχους σε αυτό το τελευταίο διάστημα της πανδημίας (15.6%).
Για τα μεγαλύτερα ποσοστά των αισθημάτων κατάθλιψης έναντι αυτών του άγχους, η κ. Οικονομού-Λαλιώτη σημειώνει τα εξής:
«Καθώς οι μέρες περνούν και η εξάπλωση του ιού ελέγχεται και αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά, μειώνονται και τα άγχη νόσησης που προκύπτουν από αυτόν. Τα περιοριστικά μέτρα έχουν καταφέρει πλέον να "εμπεριέξουν" στη συλλογική συνείδηση την εξάπλωση του ιού και της γενικότερης απειλής που προκαλεί η μεταδοτικότητά του.
Ωστόσο, το αποτύπωμα της καραντίνας με τους συνεπακόλουθους περιορισμούς στην επικοινωνία, τους νέους τρόπους φυσικής απόστασης, τη νέα "κουλτούρα" της ασώματης επαφής και το μειωμένο αίσθημα ελευθερίας στη μετακίνηση αναδύουν σταδιακά ένα "συλλογικό πένθος" απέναντι σε μια μεγάλη απώλεια: την απώλεια της παλιάς κανονικότητας στη συνύπαρξη και τον αποχωρισμό του ήδη γνώριμου τρόπου ζωής. Καθώς υποχωρεί η παλίρροια του πρώτου κύματος κατακλυσμιαίων συναισθημάτων, ξεσκεπάζεται το τραυματικό φορτίο που κουβάλησε μαζί της. Και βγαίνει στην επιφάνεια ένα σύμπλεγμα συμπτωμάτων που είναι χαρακτηριστικά της κλινικής κατάθλιψης.
Ταυτόχρονα ξεσκεπάζεται όμως και το σκληρό βίωμα της υπερδεκαετούς οικονομικής κρίσης και επανενεργοποιούνται οι διεργασίες της κατάθλιψης, που ως νόσος αναδείχθηκε σε εθνική μάστιγα και αποτυπώθηκε ως "εθνική κατάθλιψη", με τα ποσοστά της να εκτινάσσονται από 3,3% πριν από την κρίση (2008) στο 12,4% το 2013 σε επιδημιολογικές έρευνες γενικού πληθυσμού.
Επομένως, υπό αυτό το πρίσμα η πανδημική κρίση της Covid-19 αποκτά ειδική βαρύτητα για το ατομικό και συλλογικό ψυχικό αφήγημα, αναμοχλεύοντας επώδυνα συναισθήματα και ψυχοτραυματικές μνήμες από το πρόσφατο εθνικό παρελθόν».
Δείτε εδώ αναλυτικά την έρευνα