Σε καταλύτη εξελίσσεται πλέον η ραγδαία αύξηση της ψηφιακής καινοτομίας για τους κανόνες διαχείρισης των ταλέντων, όπως ώς τώρα συνήθιζαν να τους τηρούν οι οργανισμοί για αυτό το τόσο ζωτικής σημασίας κεφάλαιο για την επιτυχία τους. Πρόκειται για μια διαφοροποίηση και μια αλλαγή, την οποία οι διευθύνοντες σύμβουλοι σε παγκόσμια κλίμακα την έχουν ήδη σωστά κατανοήσει, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουν και ομολογούν «όσο ειρωνικό και αν ακούγεται» ότι όσο περισσότερο ψηφιακό γίνεται το εργασιακό περιβάλλον τόσο μεγαλύτερη αξία έχει το ανθρώπινο δυναμικό τους. Γιατί ταλέντο είναι ο εργαζόμενος που είναι ευπροσάρμοστος, ευέλικτος, να διαθέτει μείγμα διαφορετικών δεξιοτήτων, να έχει τη θέληση όχι μόνο να αγκαλιάσει την αλλαγή, αλλά και να την προωθήσει.
Ερευνα της PwC
Τον προβληματισμό αυτό αναδεικνύει η επίκαιρη έρευνα της PwC την οποία διεξήγαγε σε παγκόσμιο επίπεδο, με 1.322 διευθύνοντες συμβούλους από 77 χώρες (www.pwc.com), οι οποίοι «είναι προβληματισμένοι όσο ποτέ, τουλάχιστον κατά την τελευταία εξαετία, από την έλλειψη δεξιοτήτων που αντιμετωπίζουν και για τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει για τις επιχειρήσεις τους». Χαρακτηρίζουν δε την έλλειψη δεξιοτήτων «τη μεγαλύτερη απειλή για τις επιχειρήσεις τους». Μια εκτίμηση, που εξέφρασαν οι τρεις στους τέσσερις και σε σύγκριση με το 2014 έχει σημειώσει αύξηση 10%. Περισσότερο προβληματισμένοι εμφανίζονται οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ιαπωνία και στην Αφρική και, σχεδόν στο σύνολό τους, δηλώνουν ότι η περιορισμένη διαθεσιμότητα βασικών δεξιοτήτων θέτει σε κίνδυνο τις προοπτικές ανάπτυξης των οργανισμών τους σε συγκεκριμένες άλλες χώρες, τις οποίες και κατονομάζουν.
Επίκαιρη λοιπόν και η αναφορά της υποψήφιας για το προεδρικό χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος Χίλαρι Κλίντον σε πρόσφατη ομιλία της σε πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, που αναφέρθηκε στα σοβαρά ερωτήματα που εγείρει για την προστασία της εργασίας του μέλλοντος «αυτή η κατά παραγγελία οικονομία, η “οικονομία gig”, όπως την αποκαλούμε, που δημιουργεί εξαιρετικές ευκαιρίες και αχαλίνωτη καινοτομία». Την οικονομία αυτή προβάλλει η συγκεκριμένη και πολύ ενδιαφέρουσα αυτή έρευνα της PwC και αναφέρεται στα διαφορετικά «γιατί» του νέου αυτού είδους οικονομίας. Εξηγεί ότι οι εταιρείες δυσκολεύονται πλέον να βρουν εργαζομένους που να διαθέτουν τις δεξιότητες που χρειάζονται και απαιτούνται για την ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους.
Προκειμένου λοιπόν να καλύψουν το κενό αυτό, έχουν αυξήσει τον ρυθμό των προσωρινά απασχολουμένων, των εξωτερικών συνεργατών και των συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Ταυτόχρονα, και σε σχέση με το παρελθόν, ψάχνουν για ένα πλήρες μείγμα δεξιοτήτων και αναζητούν τις δεξιότητες που χρειάζονται σε διαφορετικά γεωγραφικά πλάτη, σε διαφορετικούς κλάδους και οργανισμούς. «Αυτό οδηγεί σε μια νέου είδους οικονομία στην οποία κυριαρχούν τα ελεύθερα επαγγέλματα: είναι η επονομαζόμενη gig οικονομία στην οποία οι εργαζόμενοι με τις πιο περιζήτητες δεξιότητες θα είναι σε θέση να αποφασίζουν το πού και το πώς θα εργάζονται, αλλά και για ποιον».
«Η ψηφιακή εποχή έχει μετατρέψει την έλλειψη δεξιοτήτων από μόνιμη ανησυχία των διευθυνόντων συμβούλων σε κάτι πολύ πιο περίπλοκο», σχολιάζει ο κ. Τζον Αντριους, επικεφαλής, σε παγκόσμιο επίπεδο, της PwC, στις Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Ανθρώπινου Δυναμικού και Οργάνωσης. Χρειάζονται απεγνωσμένα ανθρώπους με ισχυρές τεχνολογικές δεξιότητες που έχουν την ικανότητα να προσαρμόζονται και να εργάζονται σε πολλούς και διαφορετικούς κλάδους. Ομως οι άνθρωποι αυτοί είναι δύσκολο να βρεθούν και είναι σε θέση να απαιτήσουν υψηλή αμοιβή για τις δεξιότητές τους». Υπογραμμίζει την αλλαγή και τη διαφοροποίηση στη διαχείριση του σημαντικού κεφαλαίου «ταλέντα» και διευκρινίζει ότι «οι οργανισμοί δεν μπορούν πλέον να αναζητούν ανθρώπους όπως το έκαναν μέχρι τώρα. Πρέπει να ψάξουν σε νέους χώρους, σε νέες γεωγραφικές περιοχές και σε νέες πήγες ικανών στελεχών».
Στην Ελλάδα
Για τη χώρα μας, η εταιρεία PwC Ελλάδος -μέλος του δικτύου PwC (www.pwc.com) με εταιρείες σε 157 χώρες και με περισσότερα από 195.000 στελέχη που παρέχουν τις ποιοτικές ελεγκτικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες τους- μας πληροφορεί μέσω της κ. Ιζαμπέλ Μοζέρ, διευθύντριας Συμβουλευτικών Υπηρεσιών Ανθρώπινου Δυναμικού, ότι «αρκετοί διευθύνοντες σύμβουλοι και στελέχη ανθρώπινου δυναμικού συμμερίζονται τη δυσκολία ανεύρεσης συγκεκριμένων νεοσύστατων δεξιοτήτων σχετικών, κυρίως με την ψηφιακή τεχνολογία, όπως το Digital Marketing και Business/Data Analytics. Σε κάθε περίπτωση όμως, παρ’ όλο που η συγκεκριμένη δυσκολία έχει αναγνωρισθεί ως σημαντική, δεν αποτελεί και τη βασική ανησυχία. Οι οργανισμοί αντιμετωπίζουν πλέον σε καθημερινή βάση πολύ πιο σημαντικές προκλήσεις, όπως είναι ο αποτελεσματικός επιχειρηματικός σχεδιασμός, η προσαρμογή τους στις απαιτήσεις των νέων εργασιακών δεδομένων καθώς και η διασφάλιση ικανοποίησης των υπάλληλων τους, ενώ καλούνται ταυτόχρονα να αντεπεξέλθουν σε ένα ασαφές και συνεχώς μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον».
Ωστόσο, τις αποστάσεις μεταξύ των δεδομένων και των προτεραιοτήτων, όπως τις διατυπώνουν μέσα από τις απαντήσεις τους οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην παγκόσμια αυτή έρευνα, έρχεται να τις γεφυρώσει ο επίλογος της έκθεσης με το γενικό συμπέρασμα ότι «αυτό που απαιτείται σήμερα είναι η λήψη τολμηρών αποφάσεων. Η γνωστή στρατηγική “business as usual” για το ανθρώπινο δυναμικό δεν πρόκειται να εξυπηρετήσει πλέον αποτελεσματικά κανέναν οργανισμό. Το έχουμε άλλωστε διαπιστώσει ήδη, ότι οι εταιρείες που γίνονται οι πρωτοπόροι στον ψηφιακό κόσμο είναι αυτές που γράφουν από την αρχή το καινούργιο βιβλίο με τους νέους κανόνες. Κανόνες, οι οποίοι πουθενά και ποτέ άλλοτε δεν είναι τόσο διαφορετικοί όσο για την αναζήτηση, τη διαχείριση, την οργάνωση και την ανταμοιβή των ανθρώπων τους».