Είναι εμφανές ότι η Ευρώπη βιώνει κρίση. Κρίση που εκδηλώνεται με διάφορες μορφές σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όμως δεν περιορίζεται σ’ αυτήν. Στην πραγματικότητα πρόκειται για κρίση ολόκληρης της Δύσης. Η εκλογή του Ντ. Τραμπ στις ΗΠΑ και όσα γίνονται εκεί, ο πρόσφατος θρίαμβος του Ζ. Μπολσονάρο στη Βραζιλία, τη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής, το Brexit και τα επακόλουθά του που ταλανίζουν το Ηνωμένο Βασίλειο, η αμφισβήτηση του Εμ. Μακρόν και της πολιτικής του στη Γαλλία, η άνοδος Μ. Σαλβίνι (που υποδύεται τον νέο Μουσολίνι) στην Ιταλία και ο διχασμός που επικρατεί στο κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών στη Γερμανία, δεν είναι απλά ενδείξεις, αλλά ατράνταχτες αποδείξεις μιας κρίσης που σίγουρα κλονίζει τα θεμέλια του δυτικού κόσμου, όπως διαμορφώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ειδικά στην Ευρώπη, η αμφισβήτηση και η αβεβαιότητα δεν πηγάζουν πλέον αποκλειστικά από τις περιφερειακές χώρες, με ιστορικό μακροχρόνιου αυταρχισμού –όχι μόνον εκείνου του κομμουνιστικού καθεστώτος, αλλά και πριν από αυτόν στις περισσότερες– ή με παράδοση κακοδιοίκησης, όπως η Ελλάδα. Δίπλα στα προβλήματα που συνεχίζουν να δημιουργούν αυτές, προστίθεται τώρα το μείγμα λαϊκισμού, δυσαρέσκειας και αμφισβήτησης στις μεγαλύτερες χώρες, εκείνες που είναι οι πυλώνες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και σημαντικά γρανάζια του λεγόμενου δυτικού πολιτισμού και των διαδικασιών που τον καθόρισαν. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία ότι Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο είναι τέτοιες χώρες. Γίνεται ήδη μεγάλη συζήτηση για τα αίτια της κρίσης, που εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους και μάλιστα στις πιο ισχυρές και με το υψηλότερο μέσο εισόδημα χώρες παγκοσμίως. Οι περισσότεροι συγκλίνουν στην άποψη ότι (τα αίτια) πρέπει να αναζητηθούν: (α) στην ταχύτατη επέλαση της τεχνολογίας που δημιουργεί συνεχώς νέα δεδομένα στην καθημερινότητα και απαιτούν πιο ποιοτικές δεξιότητες από τον μέσο άνθρωπο για να επιβιώσει, (β) στην παγκοσμιοποίηση που επιβάλλει ή επιτρέπει μεταφορά πλούτου από τη Δύση σε τρίτες χώρες, κίνηση κεφαλαίων σε μηδενικούς χρόνους και μετοίκηση παραγωγής όπου η εργασία είναι φθηνότερη, (γ) στη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών, αλλά και στη διεύρυνση της απόστασης των «ελίτ» που αποφασίζουν και δίνουν τον τόνο από τις μάζες, (δ) στις μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών που αναζητούν καλύτερη τύχη, (ε) στην αίσθηση ότι η πολιτική τάξη αποτελείται από μέτριους, έχει χάσει τη λάμψη της και αδυνατεί να βρει λύσεις.
Ολα αυτά όντως ισχύουν και σίγουρα υπάρχουν και άλλα αίτια. Ο συνδυασμός τους, περιλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής, έχουν καταστήσει τα προβλήματα εξαιρετικά πολύπλοκα και δυσεπίλυτα, σε μία εποχή που οι πληθυσμοί των δυτικών χωρών εξακολουθούν να έχουν μεγάλες προσδοκίες, ενώ ταυτόχρονα νιώθουν αυξανόμενη ανασφάλεια. Το μείγμα γίνεται εξαιρετικά εκρηκτικό, καθώς πολιτικά δικαιώματα και τεχνολογία δίνουν τη δυνατότητα έκφρασης απαιτήσεων και δυσαρέσκειας με εκδηλώσεις και επιλογές που ξεφεύγουν από την οριοθέτηση της Δύσης. Δυστυχώς, δύσκολα μπορεί να διατηρηθεί η αισιοδοξία ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν σύντομα με τα γνωστά «εργαλεία»!