Η πρωταθλήτρια Ευρώπης Μπαρτσελόνα ξεκίνησε την προετοιμασία της μόλις πριν από τρεις μέρες. Οι πιο πολλές ελληνικές ομάδες τρέχουν στα βουνά ήδη εδώ και τρεις εβδομάδες. Καταλαβαίνω αυτές που έχουν να δώσουν ματς στην Ευρώπη, απορώ γιατί ξεκινούν τόσο νωρίς οι υπόλοιποι. Στην Αγγλία οι ομάδες μαζεύονται αρχές Ιουλίου και τις πρώτες μέρες του Αυγούστου παίζουν ήδη πρωτάθλημα. Στην Ιταλία η πιο μεγάλη προετοιμασία κρατάει τέσσερις εβδομάδες. Στην Ελλάδα σπάμε κάθε φορά και νέο ρεκόρ ίσως γιατί το καλοκαίρι οι προπονητές μπορούν να δουλεύουν ήσυχοι. Είναι η μοναδική στιγμή που το κεφάλι τους δεν κινδυνεύει
Στην Ελλάδα το πιο εύκολο πράγμα είναι η σκληρή κριτική στον προπονητή: τα κείμενα με τις κατηγορίες εναντίον των προπονητών είναι γραμμένα από πριν! Παλιά -και πάντοτε εκ του αποτελέσματος- έλεγαν ότι ο προπονητής πρέπει να απολυθεί γιατί κάνει λάθος στη σύνθεση της ενδεκάδας, τσακώνεται με τις βεντέτες, είναι ηττοπαθής κ.τ.λ. κ.τ.λ. Με τον καιρό, επειδή το ποδόσφαιρο έγινε ολοένα και πιο σύνθετο, προέκυψαν νέες κατηγορίες πιο σύνθετες.
Δεν υπάρχει ευκολότερο πράγμα από το να κατηγορείς έναν προπονητή αν τα πράγματα δεν πάνε καλά και τα αποτελέσματα λείπουν. Αν ο προπονητής διδάσκει ένα συγκεκριμένο σύστημα είναι «κολλημένος, ξεροκέφαλος και δεν είναι καλός στρατηγός γιατί δεν κοιτάζει τι κάνει ο αντίπαλος». Αν δεν διδάσκει κάτι συγκεκριμένο, τότε «η ομάδα δεν έχει ταυτότητα, ο ίδιος είναι καιροσκόπος και παρουσιάζει ομάδες φτιαγμένες από παίκτες που μπαίνουν μέσα στο γήπεδο και δεν ξέρουν τι πρέπει να κάνουν». Αν ο προπονητής έχει κατακτήσει πολλούς τίτλους τότε «είναι κορεσμένος, κουρασμένος και δεν έχει φιλοδοξίες». Αν είναι νέος ή δεν έχει κερδίσει τίτλους και πρωταθλήματα είναι «άπειρος, κάνει πειράματα και μαθαίνει τη δουλειά σε βάρος των παικτών».
Αν ο προπονητής κάνει σκληρή προπόνηση, τότε είναι «ένας δυνάστης που δεν έχει καταλάβει πού βρίσκεται και δεν κάνει τίποτα να προσεγγίσει τους παίκτες». Αν δεν κάνει σκληρή προπόνηση τότε «η ομάδα έχει γίνει τσίρκο, οι παίκτες του έχουν πάρει τον αέρα και στις προπονήσεις όλα θυμίζουν παιδική χαρά».
Αν ο προπονητής είναι αυστηρός τότε «βάζει το εγώ του παραπάνω από τους άλλους, είναι απόμακρος και δεν θέλει να συνεννοηθεί με τις βεντέτες»: για την ακρίβεια «δεν ξέρει να δουλεύει με μεγάλους ποδοσφαιριστές». Αν ο προπονητής είναι πιο χαλαρός τύπος και μιλάει πολύ με τους παίκτες, τότε «δεν έχει το ανάστημα που πρέπει για να τον τρέμουν και δεν μπορεί να τους επιβληθεί». Αν θέλει συγκεκριμένους παίκτες στην ομάδα πιθανότατα είναι μιζαδόρος. Αν δεν θέλει και υποδεικνύει απλώς σε ποιες θέσεις πρέπει η ομάδα να ενισχυθεί τότε «δεν έχει το σθένος να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι και είναι τσιράκι του προέδρου». Αν μιλάει με τους δημοσιογράφους είναι δημοσιοσχετίστας και κοιτάει την πάρτη του. Αν δεν μιλάει και δεν εξηγεί σε κανένα τι κάνει, είναι εγωιστής και αφήνει την ομάδα απροστάτευτη. Αν εξηγεί πού έγιναν τα λάθη και χάθηκε το ματς «ρίχνει την ευθύνη στους παίκτες του για να τη βγει λάδι ο ίδιος». Αν δεν εξηγεί είναι «ένας κολλημένος που ποτέ δεν κάνει αυτοκριτική». Αν ο προπονητής παρουσιάζει ομάδες που παίζουν επιθετικά «αγνοεί ότι τις μεγάλες νίκες της δίνει πάντα η άμυνα». Αν παρουσιάζει ομάδες που παίζουν προσεχτικά στα μετόπισθεν είναι «φοβιτσιάρης και δεν παίρνει κανένα ρίσκο».
Σε μια τέτοια χώρα δεν είναι παράξενο που οι προπονητές επιζητούν πέντε έξι εβδομάδες να κάνουν ήσυχα τη δουλειά τους καλοκαιριάτικα. Παράδοξο είναι που οι προετοιμασίες δεν διαρκούν τρεις μήνες