Το σύγχρονο ποδόσφαιρο «καταργεί» τις θέσεις

Το σύγχρονο ποδόσφαιρο «καταργεί» τις θέσεις

Το καλύτερο σύστημα είναι το... μη σύστημα

6' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ζούμε άραγε το τέλος των ποδοσφαιρικών συστημάτων; Είναι μήπως το 4-3-3, το 3-5-2, το 4-4-2 κ.ά. μια παρωχημένη προσέγγιση του ποδοσφαίρου, που σήμερα βασίζεται περισσότερο στην ταχύτητα και την αλληλοκάλυψη των παικτών και λιγότερο στις σταθερές θέσεις μέσα στο γήπεδο;

Μπορεί οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές σήμερα να έχουν συγκεκριμένες ιδιότητες, αν όχι και ικανότητες, αλλά πάει καιρός αφότου το ποδόσφαιρο έπαψε να είναι στατικό, με δεδομένες θέσεις των παικτών και σταθερά καθήκοντα για ολόκληρο το 90λεπτο για κάθε ποδοσφαιριστή με βάση το σημείο του γηπέδου.

Από την επανάσταση του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου («Total Football») του Αγιαξ και της εθνικής Ολλανδίας από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές του 1970, τα όρια μεταξύ των γραμμών κάθε ομάδας στο γήπεδο άρχισαν να θολώνουν και πλέον έχουν πρακτικά σβηστεί. Μπορεί ο προπονητής μιας ομάδας να έχει στο μυαλό του μια ιδανική διάταξη, αλλά οι απαιτήσεις για διαρκή κίνηση, πίεση και αλλαγή θέσεων έχουν πρακτικά καταργήσει τα απλά ή πολύπλοκα σχήματα τύπου 3-5-2 ή 4-2-3-1, που πονοκεφάλιαζαν ποδοσφαιριστές, φιλάθλους αλλά και δημοσιογράφους.

Ετσι κι αλλιώς, ένα σύστημα που σήμαινε κάτι για έναν παίκτη μπορεί να σήμαινε κάτι διαφορετικό για άλλον: όπως επισημαίνει ο προπονητής της Μπολόνια, Τιάγκο Μότα, ένα αμυντικοφανές σύστημα με τρεις αμυντικούς και πέντε μέσους (3-5-2) μπορεί να είναι πιο επιθετικό από ένα παραδοσιακό 4-3-3, καθώς «ο τρόπος που τοποθετούνται οι ποδοσφαιριστές στο γήπεδο δεν λέει και πολλά για τις προθέσεις τους μέσα στον αγώνα».

Ψέματα και στατιστική

Μπορεί λοιπόν οι πλάγιοι αμυντικοί να αναλαμβάνουν οργανωτικές – επιθετικές πρωτοβουλίες, συχνά με εναλλαγή και συνεργασία με τον πλάγιο μέσο μπροστά τους (overlap) και να κάνουν ένα 5-3-2 να γίνεται 3-5-2 ή και 3-4-3 με προώθηση ενός κεντρικού μέσου. Για να παραφράσει κανείς τον τίτλο του βιβλίου του Ντάρελ Χαφ «Πώς να πει κανείς ψέματα μέσω στατιστικών», εδώ είναι το «πώς να μπερδέψεις τον αντίπαλο μέσω συστημάτων».

Η αλήθεια είναι ότι τα μεγάλα βήματα που έχουν συντελεστεί στο διεθνές ποδόσφαιρο τις τελευταίες δεκαετίες, με τη δραματική επιτάχυνση του παιχνιδιού και τη μετατόπιση της έμφασης από την τεχνική κατάρτιση στη φυσική κατάσταση, έχουν καταστήσει πρακτικά ανενεργά τα συστήματα τύπου 4-4-2, 4-3-2-1 κ.λπ.

Το σημερινό ποδόσφαιρο μοιάζει περισσότερο με μια χορογραφία καλογυμνασμένων και συγχρονισμένων παικτών, που έχουν καθήκον να τρέχουν όλοι παντού, ο ένας σε σχέση με την κίνηση του άλλου, όπως έχει προτείνει ο προπονητής, αντί για κάτι στατικό με δεδομένες θέσεις. Μόνο ο τερματοφύλακας μένει στη θέση του.

Τις προηγούμενες δεκαετίες, από τη Μίλαν του Αρίγκο Σάκι έως την Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρδιόλα, η κατεύθυνση που έδινε ο προπονητής στην προπόνηση ήταν πολύ συγκεκριμένη, με χορογραφημένες κινήσεις, αυτό που λέμε «δουλεμένες στην προπόνηση». Η έμφαση δεν ήταν στο πού βρίσκεται η μπάλα, αλλά στην άμεση κάλυψη και δημιουργία χώρων στο γήπεδο τόσο στην άμυνα όσο και στην επίθεση. Γρήγορα όμως και αυτά τα συστήματα αποκωδικοποιήθηκαν, αντιμετωπίστηκαν και αντιγράφτηκαν.

Ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα, η Σίτι ή η Λίβερπουλ δημιουργούν ένα αγωνιστικό μοτίβο που θα αξιοποιεί συγκεκριμένες ικανότητες κάθε παίκτη.

Πλέον, ομάδες όπως η Μπαρτσελόνα, η Μάντσεστερ Σίτι του Γκουαρδιόλα ή η Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ μοιάζουν να αναζητούν κατεύθυνση, ένα παικτικό μοτίβο που θα αξιοποιεί συγκεκριμένες ικανότητες κάθε παίκτη. Φαίνεται όμως πως το καλύτερο σύστημα είναι το… μη σύστημα. Ζούμε, θα έλεγε κανείς, τον μεταμοντερνισμό του ποδοσφαίρου.

Το μέλλον, κατά τα φαινόμενα, ανήκει σε ομάδες και προπονητές που είναι διατεθειμένοι να επιδείξουν μεγαλύτερη ελαστικότητα και σε συστήματα που δεν αποτελούν παρά μια πλατφόρμα πάνω στην οποία θα μπορούν να αυτοσχεδιάζουν οι ακριβοπληρωμένοι και καλοπροπονημένοι ποδοσφαιριστές.

Αυτό ήταν άλλωστε το επιτυχημένο μοντέλο των τελευταίων ετών στη Ρεάλ Μαδρίτης, με έλεγχο συγκεκριμένων περιόδων των αγώνων αντί για το σύνολο μιας αναμέτρησης, εκμεταλλευόμενο την ποιότητα μερικών από τους κορυφαίους παίκτες στον κόσμο.

Πλέον, όμως, το μοντέλο αυτό φαίνεται να το ακολουθούν με εντυπωσιακή επιτυχία και ομάδες με λιγότερο διαφημισμένους ποδοσφαιριστές, που είναι ικανοί να τρέξουν και να δημιουργήσουν μέσα στο γήπεδο όπως εκείνοι κρίνουν κατάλληλο. Ετσι βλέπει κανείς φέτος τη Νάπολι του Λουτσάνο Σπαλέτι να παίζει με ένα φιλελεύθερο στυλ, που δεν χειρίζεται μπαλαδόρους όπως ο Χβίτσα Κβαρατσκέλια και ο Βίκτορ Οσιμεν σαν μαριονέτες, αλλά τους ενθαρρύνει να δράσουν πάνω στο χορτάρι όπως οι ίδιοι κρίνουν καλύτερο.

Θέμα στιγμής

Στην καρδιά αυτής της αλλαγής, που καταργεί τα παραδοσιακά συστήματα, είναι η νοοτροπία ότι το παιχνίδι κάθε παίκτη δεν το ορίζει η θέση στο γήπεδο αλλά η συγκυρία και η έμπνευση της στιγμής, που σε συνδυασμό με την άρτια φυσική κατάσταση και τις τεχνικές ικανότητες θα μπορούν να αποφέρουν το μέγιστο αποτέλεσμα για μια ομάδα.

Ο Φερνάντο Ντίνιζ, τεχνικός της βραζιλιάνικης Φλουμινένσε, έχει δώσει και όνομα στο στιλ αυτό, αποκαλώντας το «αθεσικό», δηλαδή παιχνίδι χωρίς θέσεις (Jogo Aposicional), που έλκει την έμπνευσή του από το ποδοσφαιρικό ταμπεραμέντο της χώρας, με το οποίο μάγεψε ο βασιλιάς Πελέ στον 20ό αιώνα.

Ας δούμε πώς το εξηγεί ο ίδιος: «Επειδή μου αρέσει η κατοχή της μπάλας, ο κόσμος με συσχετίζει με τον [Πεπ] Γκουαρδιόλα. Αλλά μέχρι εκεί. Ο τρόπος του για κατοχή της μπάλας είναι ο αντίθετος από τον δικό μου. Στις ομάδες του Γκουαρδιόλα, αρκούν δύο λεπτά για να δεις ότι οι παίκτες υπακούουν στην εντολή για μια θέση. Αυτοί στα δεξιά μένουν στα δεξιά, αυτοί στα αριστερά μένουν αριστερά και η μπάλα φτάνει στον χώρο τους. Φυσικά, ο Γκουαρδιόλα επιφέρει τροποποιήσεις, κι έτσι οι πλάγιοι μπακ, όπως ο [Ζοάο] Κανσέλο, περνούν μπροστά. Ο τρόπος που εγώ το βλέπω αυτή τη στιγμή είναι σχεδόν αθεσικός. Οι παίκτες μεταφέρουν τις θέσεις τους κοντά στην μπάλα. Είναι πιο ελεύθερο παιχνίδι και αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την κουλτούρα του ποδοσφαίρου μας».

Ετσι το απρόβλεπτο αποτέλεσμα που προκύπτει δεν είναι μόνο γρίφος για τον αντίπαλο, αλλά και θελκτικό για τον θεατή, που κι αυτός φεύγει από τη θέση του – για να πανηγυρίσει.

«Οι προπονητές επενδύουν πλέον και στο απρόβλεπτο»

Του Κώστα Κουκουλά

Μια νέα ποδοσφαιρική πραγματικότητα λαμβάνει χώρα στα γήπεδα τα τελευταία χρόνια. Το δημοφιλές άθλημα επαναπροσδιορίζει τις βασικές αγωνιστικές αρχές του και σχετικά μ’ αυτή την προσπάθεια κλήθηκε από την «Κ» να απαντήσει ο επικεφαλής του τμήματος ανάλυσης της Ακαδημίας του ΠΑΟΚ, Γιάννης Βλάχος. «Πλέον οι σχηματισμοί όντως περνούν σε δεύτερη μοίρα και σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια μπορώ να πω ότι μπαίνουμε σε μια εποχή εκμοντερνισμού του αθλήματος. Αν οριοθετήσουμε ότι η Μπαρτσελόνα του Γκουαρδιόλα έφερε τη δική της αλλαγή, τώρα μπροστά μας έχουμε μιαν άλλη. Οταν ο Πεπ δημιούργησε εκείνη την ομάδα, σχεδόν όλοι προσπάθησαν στη συνέχεια να αντιγράψουν τον τρόπο παιχνιδιού του. Πολλές πάσες και πίεση ψηλά και βέβαια απόλυτη αφοσίωση στο σύστημα. Ομως, με το πέρασμα των χρόνων βρέθηκε και το… αντίδοτο. Στις προπονήσεις, εκτός από την κατοχή, οι προπονητές δουλεύουμε και στο τι πρέπει να κάνουμε όταν δεν έχουμε την μπάλα. Το πώς θα εμποδίσουμε τον αντίπαλο να κάνει αυτό που θέλει. Τον παρακολουθούμε και τον μελετάμε και στο τέλος γίνεται προβλέψιμος, όπως συνέβη με τη Λίβερπουλ.
Ετσι μπαίνουμε σε μια εποχή που οι προπονητές, κυρίως στο επιθετικό κομμάτι, αρχίζουν να επενδύουν και στο απρόβλεπτο. Για παράδειγμα η Ρεάλ, όπου ο Μπενζεμά –όταν η ομάδα έχει την μπάλα– βρίσκεται περισσότερο χρόνο εκτός αντίπαλης περιοχής, παρά μέσα σε αυτή. Οι προπονητές πλέον αφήνουν στους παίκτες τους την πρωτοβουλία να διαβάσουν το παιχνίδι και να πάρουν εκείνοι την απόφαση. Για να συμβεί αυτό δεν είναι απαραίτητο να έχει κάποιος top παίκτες. Θα πρέπει όμως ο ίδιος να έχει την ευφυΐα να προσαρμόσει το επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού του στα χαρακτηριστικά των παικτών που διαθέτει.  

Είναι αλήθεια, λοιπόν, ότι οι σχηματισμοί φαίνονται πλέον περισσότερο από το κέντρο και προς την άμυνα κάθε ομάδας. Στην κατοχή της μπάλας αυτοί εναλλάσσονται κατά το δοκούν, με καλύτερο παράδειγμα τη Μάντσεστερ Σίτι του Πεπ, που στην επίθεση βλέπουμε ένα 2-3-5 σύστημα που εφάρμοζαν οι ομάδες τη δεκαετία του 1950. Ενα άλλo παράδειγμα είναι το 4-4-2 του Μαρτίνς όταν ήταν στον Ολυμπιακό, σε σχέση με αυτό του Σιμεόνε στην Ατλέτικο. Αυτό του Πορτογάλου είχε επιθετικό προσανατολισμό, αυτό του Αργεντινού είναι σαφώς αμυντικογενές. Πλέον στο ποδόσφαιρο προσπαθούμε να βρούμε λύσεις στα προβλήματα που βάζουμε εμείς οι προπονητές στους εαυτούς μας».

Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT