H Βραζιλία και η γοητεία της αναρχίας

Το Relationism του Φερνάντο Ντινίζ από τη Φλουμινένσε στην εθνική ομάδα

6' 31" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη Βραζιλία υπάρχουν κατά βάση δύο σχολές προπονητικής στο ποδόσφαιρο: αυτή που είναι υπέρ του ευρωπαϊκού, πιο συγκεκριμένου συστήματος, με αυστηρότερες προδιαγραφές και αυτή που προτιμά το πιο ελεύθερο, μπριόζο αν όχι άναρχο στυλ, που ταιριάζει περισσότερο στη βραζιλιάνικη ιδιοσυγκρασία.

Σαν εκκρεμές, το ποδόσφαιρο στη χώρα όπου λατρεύεται όσο πουθενά κινείται πότε προς τη μία πλευρά και πότε προς την άλλη, με διάφορες εκφάνσεις ή ονομασίες, που πάντως έχουν ως αφετηρία αυτό το δίπολο.

Τώρα είναι η σειρά του φιλελεύθερου στυλ, που σήμερα φέρει την ονομασία «Παιχνίδι χωρίς θέσεις» ή Relationism, για να καθορίσει το προφίλ της νέας εθνικής Βραζιλίας και να βάλει σε σκέψεις προπονητές και παίκτες σε όλο τον κόσμο.

Οι δύο αλλεπάλληλες αποτυχίες της εθνικής Βραζιλίας στο Κόπα Αμέρικα του 2021 και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2022, και τις δύο φορές με την Αργεντινή να σηκώνει το τρόπαιο παίζοντας με στυλ ευρωπαϊκό –μακριά από το παραδοσιακό και άναρχο «Λα Νουέστρα» παρελθουσών δεκαετιών– έκαναν το εκκρεμές στη Βραζιλία να απομακρυνθεί πάλι από το αυστηρά οργανωμένο παιχνίδι ευρωπαϊκών προδιαγραφών που εφήρμοζε αρχικά με επιτυχία ο Τίτε και να κινηθεί ξανά προς το πιο ελεύθερο στυλ. Ενα στυλ που θα μπορούσε κανείς να αποκαλέσει και «οργανωμένο χάος».

Πρόκειται, όπως είχε αναφέρει η «Κ» από τις 12 Μαρτίου, για τη φιλοσοφία του παιχνιδιού της Φλουμινένσε, που ο προπονητής της, Φερνάντο Ντινίζ, ονομάζει «Jogo Aposicional», δηλαδή κατά λέξη «Παιχνίδι χωρίς θέσεις». Ακόμη κι αν η «Φλου» δεν έχει τους κορυφαίους παίκτες του «Μπραζιλεϊράο» για να πάρει το πρωτάθλημα, ο Ντινίζ έγινε ο εκλεκτός της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας για να αναλάβει για ένα χρόνο τη «Σελεσάο», ώσπου να καταφθάσει το 2024 ο Κάρλο Αντσελότι.

Κρίσιμο στοιχείο εδώ είναι ότι ο μεν Ντινίζ εφαρμόζει επισήμως αυτό που Αγγλοσάξονες δημοσιογράφοι αποκαλούν πλέον Relationism, κάτι σαν το αδόκιμο «Σχεσισμός» στα ελληνικά, και ο Αντσελότι το εφαρμόζει ανεπισήμως στη Ρεάλ Μαδρίτης, όπου οι παίκτες έχουν λιγότερο τον νου τους στον χώρο και περισσότερο στο να τρέξουν εκεί όπου είναι η μπάλα και να συνεργαστούν με τους συμπαίκτες τους κατά τη δική τους εκτίμηση της στιγμής.

Ετσι, η βραζιλιάνικη ομοσπονδία προσβλέπει σε μια συνέχεια στο νέο στυλ που θέλει να δει στην εθνική ομάδα.

Ποιο ακριβώς είναι, λοιπόν, αυτό το στυλ που ανθεί εσχάτως στη χώρα του καφέ, διότι ταιριάζει και στην ποδοσφαιρική ιδιοσυγκρασία της; Και γιατί αποτελεί ό,τι πιο φρέσκο υπάρχει στο διεθνές ποδόσφαιρο;

Οσο κι αν ακούγεται οξύμωρο, με το Relationism η Φλουμινένσε (και οσονούπω η εθνική Βραζιλίας) συνδυάζει το ποδόσφαιρο της αλάνας με μια πολύ καλοδουλεμένη ομαδική λειτουργία με προσυνεννοημένες τακτικές συνεργασίας μεταξύ των παικτών, που είναι λίαν δυσανάγνωστες για τους αντιπάλους μέχρι που να είναι αργά.

Σε αντίθεση με το στυλ του Τίτε ή το κυρίαρχο στην Ευρώπη μοτίβο των πάγιων θέσεων της σχολής Γκουαρδιόλα, Αρτέτα, Μουρίνιο κ.λπ., οι παίκτες στο Relationism δεν έχουν σταθερούς χώρους που καλύπτουν, αλλά κινούνται κοντά ο ένας με τον άλλον και σίγουρα σε μια ακτίνα γύρω από την μπάλα, είτε στην άμυνα είτε στην επίθεση.

Η «Σελεσάο» θα δοκιμάσει την επαναστατική ποδοσφαιρική συνταγή, ένα σύστημα δίχως θέσεις, με τους παίκτες να κυνηγούν την μπάλα παντού!

Ολοι στην μπάλα

«Ο τρόπος που εγώ το βλέπω αυτή τη στιγμή είναι σχεδόν… αθεσικός. Οι παίκτες μεταφέρουν τις θέσεις τους κοντά στην μπάλα. Είναι πιο ελεύθερο παιχνίδι και αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την κουλτούρα του ποδοσφαίρου μας», είχε εξηγήσει προ μηνών ο Ντινίζ.

Μπορεί αυτό να μοιάζει με… μη τακτική, με αναρχία, αλλά πρόκειται για το αντίθετο. Αν δει κανείς τη Φλουμινένσε να παίζει, δεν καταλαβαίνει ότι πρόκειται για βραζιλιάνικη ομάδα – με την κλασική έννοια της ράθυμης και τεχνικά υπεράρτιας ομάδας.

Στην ομάδα του Ντινίζ οι παίκτες τρέχουν παντού, κοντά ο ένας στον άλλον, «πνίγοντας» με τον τρόπο αυτό τον αντίπαλο, που βλέπει πολλούς παίκτες να τον πρεσάρουν όταν αυτός επιτίθεται και επιθέσεις να φτάνουν κατά κύματα όταν αυτός αμύνεται.

Ακόμη και ο βετεράνος Μαρσέλο, που δεν… έθελξε στην Ελλάδα πέρυσι με τη διάθεσή του για μπάλα, τρέχει πάνω-κάτω, κόβει, οργανώνει και κυνηγάει τους αντιπάλους ανελέητα.

Οι παίκτες της Φλουμινένσε έχουν επίσης προσυνεννοηθεί για επιμέρους τακτικές από την προπόνηση, που βγαίνουν στο χορτάρι σαν συστήματα στο μπάσκετ, με δουλεμένα «plays» και σημάδια όπως χειρονομίες ή κάποιες λέξεις συνθηματικές που εκ των προτέρων έχουν συμφωνηθεί ώστε να κινηθούν με συγκεκριμένο τρόπο όλοι μαζί. Αυτές οι «σχέσεις» μεταξύ των παικτών είναι που καθιστούν το σύστημα του «Σχεσισμού» ιδιαίτερο και δύσκολο να αποκωδικοποιηθεί εγκαίρως από τον αντίπαλο.

Βλέπει έτσι κανείς την ομάδα του Ντινίζ (όπως και την Γκρέμιο του Ρενάτο) συχνά να… γέρνει υπερβολικά προς τη μία πλευρά, με 10 ποδοσφαιριστές να πιέζουν ή να παίζουν κοντινές πάσες στο δεξιό ή στο αριστερό τρίτο του αγωνιστικού χώρου σε φάσεις μη στατικές.

Η υπερφόρτωση αυτή συχνά τρομάζει τους αντιπάλους, ειδικά τους πιο ανυποψίαστους, και θυμίζει κάποιες φορές το ράγκμπι, όπου πέφτουν όλοι οι παίκτες σε ένα σημείο αλλά κάποιος ξεφεύγει, παίρνει την μπάλα στον κενό χώρο και κάνει τη ζημιά.

Στην άμυνα

Τι γίνεται όμως στην άμυνα, όταν χάνεται η κατοχή και σχεδόν όλοι οι παίκτες της ομάδας έχουν πάει σε μια πλευρά του γηπέδου; Η απάντηση του Ντινίζ –όχι πάντα πειστική– είναι ότι η αυξημένη πίεση στο σημείο όπου χάνεται η κατοχή οδηγεί τις περισσότερες φορές στην ανάκτηση της μπάλας, γι’ αυτό και η Φλουμινένσε κατά κανόνα πιέζει πολύ ψηλά. Αν πάλι η μπάλα φύγει, οι κινητικότατοι παίκτες μπορούν να καλύψουν τους κενούς χώρους πολύ γρήγορα, προσθέτει ο 49χρονος προπονητής – αν και αυτό το σημείο μάλλον θέλει λίγη παραπάνω δουλειά, τουλάχιστον βάσει της εικόνας της Φλουμινένσε.

Το πιο χαρακτηριστικό του συστήματος είναι ότι, κατά τους Βραζιλιάνους, μοιάζει με την καποέιρα: εκεί που δεν το περιμένεις, σου έρχεται το χτύπημα που κάνει τη διαφορά, αφού δεν είσαι σε θέση να καταλάβεις από πού θα προκύψει το πλήγμα. Τώρα κατά πόσον η βραζιλιάνικη πολεμική τέχνη μπορεί να μεταφραστεί και σε γκολ, μένει να αποδειχθεί.

Η «tabela», η ανισορροπία και  το «παίζω-και-φεύγω»

Μερικά από τα πιο γνωστά κόλπα του Relationism, όπως τα βλέπει κανείς δουλεμένα στο χορτάρι στη Φλουμινένσε, αλλά και στην Γκρέμιο, δεν είναι καινούργια. Για παράδειγμα το «παίζω-και-φεύγω» δεν διαφέρει και πολύ από το «ένα-δύο» όπως το αποκαλούμε στην Ευρώπη, ωστόσο απαιτεί την κίνηση και των δύο ή περισσότερων παικτών που συμμετέχουν. Αυτό αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του «Σχεσισμού», κάνοντας στενή τη συνεργασία μεταξύ συμπαικτών.
Αλλο βασικό κόλπο του Relationism, ή «Jogo Aposicional» είναι η «σκάλα» ή αλλιώς «εσκαντίνια» στα πορτογαλικά, όπου η επίθεση χτίζεται βαθμηδόν, με πολλούς επιτιθέμενους μαζεμένους σε μια πλευρά που με γρήγορες πάσες προωθούνται αποτελεσματικά.
Υπάρχει ακόμη κάτι σαν το «σκριν» του μπάσκετ, που εδώ λέγεται «tabela» (δηλαδή τραπέζι), με την έννοια ότι ένας επιτιθέμενος παίζει με πλάτη στο τέρμα, έχοντας πίσω του τον αμυνόμενο και περιμένει σχεδόν ακίνητος να πάρει την μπάλα σε ένα στατικό ένα-δύο. Μόλις πάρει την πάσα, ξαναδίνει αμέσως στον παίκτη που τρέχει πια αμαρκάριστος, ενώ ο πρώτος έχει απασχολήσει τους αμυντικούς.

Βασικό χαρακτηριστικό κόλπο του συστήματος είναι η «ανισορροπία», ή «tilting» επί το αγγλικότερον. Η συγκέντρωση πολλών παικτών της μιας ομάδας στη μία πλευρά ή την άλλη (συχνά αναλόγως και των αδυναμιών του αντιπάλου) χαρίζει πολύτιμη υπεραριθμία τόσο σε επίθεση όσο και σε άμυνα – απαιτεί όμως πολύ τρέξιμο όταν χαθεί η κατοχή. Είναι γνωστό και ως «overload» ή «υπερφόρτωση».

Ενα ακόμη αναπόσπαστο στοιχείο του Relationism είναι το «diagonal» ή διαγώνιο παιχνίδι, όπου αντί για παράλληλες ή κάθετες πάσες, οι ποδοσφαιριστές χτίζουν την επίθεση με ένα σύνολο από διαγώνιες πάσες, που εμβολίζουν τις γραμμές του αντιπάλου και εκμεταλλεύονται την κίνηση των ευέλικτων παικτών, με βάση και την ταχύτητα και τη δουλεμένη πάσα.

«Σβήσε το φως»

Από τις ωραιότερες στιγμές του συστήματος είναι το «corta luz» ή «σβήσε το φως»: Πρόκειται για κόλπο αντιπερισπασμού ή αποπροσανατολισμού των αμυντικών, με τον δεύτερο παίκτη στο «παίζω-και-φεύγω» που παίρνει την πάσα να κάνει κίνηση προς τη μια πλευρά ενώ έχει συνεννοηθεί με τον πρώτο (που του πάσαρε) να φύγει από την άλλη πλευρά και τον τροφοδοτεί ενώ οι αντίπαλοι περιμένουν αλλού την πάσα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT