Τα ταξίδια του Φερνάντο Σάντος

Το Αζερμπαϊτζάν θα είναι μόλις η 13η ομάδα του Πορτογάλου προπονητή, στις σχεδόν τέσσερις δεκαετίες της προπονητικής του καριέρας

τα-ταξίδια-του-φερνάντο-σάντος-563075716

Οταν ο σούπερ σταρ Ριβάλντο επέλεξε, μετά το πέρασμά του από τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ, να συνεχίσει την καριέρα του στη «μυθική» Μπουνιοντκόρ του Ουζμπεκιστάν και την «εξωτική» Καμπουσκόρπ της Αγκόλας, μάλλον δεν πρέπει να ξαφνιάζει κανέναν η είδηση ότι ο Φερνάντο Σάντος επέλεξε, στα 70 του χρόνια, για την επόμενη τριετία το Μπακού, αναλαμβάνοντας την εθνική ομάδα του Αζερμπαϊτζάν.

Ως ποδοσφαιρική επιλογή, αυτή η αναπτυσσόμενη (ποδοσφαιρικά και όχι μόνο) χώρα στα παράλια της Κασπίας Θάλασσας είναι σαφώς πιο ελκυστικός προορισμός από το Ουζμπεκιστάν και την Αγκόλα, ωστόσο, σε μια δεύτερη ανάγνωση, δεν παύει να μοιάζει, στο μυαλό των περισσοτέρων, με τόπο εξορίας για έναν προπονητή με το βαρύ όνομα και το βιογραφικό του Πορτογάλου.

Αν και ο Φερνάντο Σάντος έφυγε ως αποτυχημένος από τους δύο τελευταίους ποδοσφαιρικούς του προορισμούς, την εθνική Πολωνίας και την Μπεσίκτας στην Τουρκία, δύσκολα θα στοιχημάτιζε κανείς ότι το επόμενο και πιθανώς τελευταίο βήμα της μεγάλης καριέρας του θα ήταν μια χώρα από τα πολύ χαμηλά ράφια του ποδοσφαιρικού χρηματιστηρίου, που, στην πραγματικότητα, είναι πολύ πιο κοντά στο επίπεδο του ασιατικού ποδοσφαίρου και όχι του ευρωπαϊκού.

Να όμως που ο Φερνάντος Σάντος έκανε την έκπληξη και υπέγραψε τριετές συμβόλαιο συνεργασίας με την ομοσπονδία του Αζερμπαϊτζάν, αναλαμβάνοντας τρεις επικίνδυνες αποστολές. Η πρώτη είναι να οδηγήσει την εθνική του ομάδα στη Β κατηγορία του Nation League, παίρνοντας την 1η θέση στον όμιλο της C κατηγορίας με αντιπάλους την Εσθονία, τη Σλοβακία και τη Σουηδία. Στη δεύτερη αποστολή, ο πήχυς της δυσκολίας θα είναι σαφώς ψηλότερος, αφού ανομολόγητος στόχος είναι η πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026 σε Μεξικό, ΗΠΑ και Καναδά. Η τρίτη πρόκληση, σε βάθος τριετίας, είναι η πρόκριση στην τελική φάση του Euro 2028, στόχος που στα μάτια των Αζέρων μοιάζει πιο ρεαλιστικός, τώρα που η γειτονική Γεωργία έδειξε τον δρόμο στην πλάτη της εθνικής μας ομάδας, που πήγε στην Τιφλίδα ως φαβορί και γύρισε με άδεια χέρια.

Για να αντιληφθεί κανείς πόσο δύσκολος προορισμός είναι το Μπακού, ο Φερνάντο Σάντος δεν αποδέχθηκε την πρόσκληση του προέδρου της Αζέρικης Ομοσπονδίας να πάει στο Αζερμπαϊτζάν για να δει από κοντά την πρωτεύουσα, το γήπεδο – στολίδι που στεγάζει την εθνική ομάδα και τις υποδομές, που καλό θα είναι να γνωρίζει κάθε υποψήφιος για μια τέτοια αποστολή σε μια ιδιαίτερη χώρα, πολύ μακριά από την προηγμένη ποδοσφαιρικά Ευρώπη. Οι διαπραγματεύσεις έγιναν μέσω τηλεδιάσκεψης στις αρχές Ιουνίου, χωρίς να έχει προηγηθεί κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο ανδρών. Επειτα από επαφές που κράτησαν μία εβδομάδα και δεν έλαβαν δημοσιότητα, ο Σάντος απάντησε θετικά και αποδέχθηκε την πρόσκληση – πρόκληση να αναλάβει την εθνική ομάδα του Αζερμπαϊτζάν.

Το ύψος του συμβολαίου του δεν έγινε γνωστό, θα είναι όμως πολύ υψηλό, ώστε να καμφθούν οι όποιοι ενδοιασμοί θα είχε λογικά ένας προπονητής της δικής του εμβέλειας, έστω κι αν βρίσκεται στο τελείωμα της καριέρας του. Ο Σάντος θα κλείσει τον Οκτώβριο τα 70 του χρόνια και αν εξαντλήσει το συμβόλαιό του, θα έχει φτάσει αισίως στην ηλικία των 73 ετών. Η μεγάλη αμοιβή του, πάντως, δεν πρέπει να γεννά ερωτηματικά.

Κόντρα στην εικόνα που έχουν πολλοί, το Αζερμπαϊτζάν είναι μια αρκετά εύπορη χώρα, με τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου και πολύ πλούσιο υπέδαφος. Κάλυψε μια μεγάλη απόσταση από το 1991 που ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο κράτος μετά τη διάλυση και τον κατακερματισμό της Σοβιετικής Ενωσης. Αν συνεχίσει μ’ αυτούς τους ρυθμούς, η αντανάκλαση θα φανεί σύντομα και στο ποδόσφαιρο όπου ήδη η Καραμπάγκ, η πιο ισχυρή ομάδα της χώρας, έχει αρχίσει να χτίζει ένα καλό όνομα στα ευρωπαϊκά σαλόνια.

Η εξέλιξη αυτή βάζει πρόωρο τέλος σε ένα σίριαλ που πιθανώς θα άρχιζε να εξυφαίνεται, εάν ο Φερνάντο Σάντος παρέμενε ελεύθερος μέχρι την ώρα που η νέα διοίκηση της ΕΠΟ θα ξεκινούσε ένα σαφάρι αναζήτησης του νέου προπονητή της εθνικής μας ομάδας. Το όνομα του Πορτογάλου είχε «παίξει» δειλά δειλά πριν μερικές εβδομάδες και στο ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού, ο οποίος όμως γρήγορα διέψευσε τις πληροφορίες από την Τουρκία, που τον ήθελαν να επιστρέφει στην Ελλάδα μετά τη θητεία του στην Μπεσίκτας, για να πάρει τη θέση του Φατίχ Τερίμ. Την ιδιαίτερη σύνδεσή του με τη χώρα μας φροντίζει να την υπενθυμίζει και ο ίδιος σε κάθε ευκαιρία, έχοντας περάσει ένα μεγάλο μέρος της προπονητικής του καριέρας στον πάγκο της ΑΕΚ, του Παναθηναϊκού, του ΠΑΟΚ και της εθνικής μας ομάδας, πριν επιστρέψει στην πατρίδα του, για να οδηγήσει την Πορτογαλία του CR7 στην κατάκτηση του Euro 2016 και του πρώτου Nation League, το 2019.

«Σίγουρα κάποια μέρα θα ήθελα να επιστρέψω και να δουλέψω σαν προπονητής ξανά στην Ελλάδα! Δεν θα ήθελα να ολοκληρώσω την καριέρα μου χωρίς να επιστρέψω προπονητικά στην Ελλάδα», είναι η δική του «πινελιά», όπως την έβαλε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Νέα Κρήτη», με την υποσημείωση ότι θα ήθελε κάποια στιγμή να αποκτήσει ένα δικό του σπίτι για να έρχεται πιο συχνά για διακοπές στη χώρα μας, την οποία θεωρεί δεύτερη πατρίδα του.

Αυτοί οι ισχυροί δεσμοί του Σάντος με την Ελλάδα σε συνδυασμό με την ανάληψη της προεδρίας της ΕΠΟ από τον Μάκη Γκαγκάτση, σημαντικού στελέχους επί σειρά ετών του ΠΑΟΚ, δηλαδή του συλλόγου με τον οποίο δέθηκε περισσότερο από κάθε άλλον στην Ελλάδα, ήταν από μόνοι τους σημαντικοί λόγοι για να θεωρηθεί ένα από τα φαβορί στην κούρσα για τη θέση του προπονητή της «γαλανόλευκης», εάν έμενε μέχρι τότε χωρίς ομάδα.

Το Αζερμπαϊτζάν θα είναι μόλις η 13η ομάδα του Φερνάντο Σάντος στις σχεδόν τέσσερις δεκαετίες της προπονητικής του καριέρας. Συνήθως έχει επιτυχίες με τις ομάδες του και περνά αρκετά χρόνια σ’ αυτές, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως αυτήν του Παναθηναϊκού, όπου απολύθηκε ύστερα από τρεις ήττες στα πρώτα τρία παιχνίδια του το 2002, την εθνική Πολωνίας την οποία καθοδήγησε σε μόλις 6 αγώνες της προκριματικής φάσης του Euro παρότι είχε συμβόλαιο μέχρι το 2026 και την Μπεσίκτας, στην οποία πήγε τον περασμένο Ιανουάριο για να κάνει την ανατροπή και έφυγε μέσα σε τρεις μήνες τον Απρίλιο με ισχνό ρεκόρ 7 νίκες, 4 ισοπαλίες και 5 ήττες, επίδοση που την άφησε πολύ πίσω στο κυνήγι του πρωταθλήματος Τουρκίας.

Σ’ αυτή τη μεγάλη διαδρομή, ο «καρπουζάς από το Εστορίλ» όπως τον αποκάλεσε ειρωνικά ο τότε ιδιοκτήτης της ΑΕΚ, Μάκης Ψωμιάδης, δεν θάμπωσε με τους τίτλους που κατέκτησε, έχτιζε όμως σχεδόν πάντα ισχυρές και συμπαγείς ομάδες. Στην Ελλάδα, πανηγύρισε μόνο ένα Κύπελλο με την ΑΕΚ το 2002 και «έβγαλε» τον ΠΑΟΚ 2ο στο πρωτάθλημα και στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ το 2010, παλεύοντας με τα… θηρία, στην προ Ιβάν Σαββίδη εποχή.

Τις πιο σημαντικές επιτυχίες του κατέγραψε με την εθνική μας ομάδα, την οποία οδήγησε στην προημιτελική φάση του Euro 2012, όπου αποκλείστηκε από τη Γερμανία και στη φάση των 16 του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2014, όπου έχασε στα πέναλτι από την Κόστα Ρίκα μια ιστορική πρόκριση στους προημιτελικούς.

Πολύ μεγαλύτερες επιτυχίες είχε με την Εθνική Πορτογαλίας, στον πάγκο της οποίας έμεινε συνολικά οκτώ χρόνια, από το 2014 μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ του 2022. Κέρδισε μαζί της το Euro 2016 μέσα στην έδρα της διοργανώτριας Γαλλίας και το Nation League του 2019, με αντίπαλο την Ολλανδία. Στη χώρα του κατέκτησε μόνο ένα πρωτάθλημα με την Πόρτο, με «γαρνιτούρα» δύο Κύπελλα και δύο Σούπερ Καπ. Εχει εργαστεί και στις τρεις μεγάλες ομάδες της Πορτογαλίας (Πόρτο, Μπενφίκα, Σπόρτινγκ Λισσαβώνας), ενώ στη χώρα μας του έλειψε μόνο ο Ολυμπιακός, προκειμένου να συμπληρώσει ένα εντυπωσιακό καρέ στους πάγκους του Big 4 του ελληνικού ποδοσφαίρου!

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT