Τσελίδης, Κουρουγκλίεφ: Από τη Ρωσία στο Ολυμπιακό βάθρο με την ελληνική σημαία

Τσελίδης, Κουρουγκλίεφ: Από τη Ρωσία στο Ολυμπιακό βάθρο με την ελληνική σημαία

Ετσι όπως συστήθηκαν στο ευρύ κοινό με τις επιτυχίες τους στο Παρίσι, οι δύο αθλητές έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, αλλά και μία βασική διαφορά

8' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τα λεγόμενα «βαριά αθλήματα» χάρισαν στην Ελλάδα δύο μετάλλια στους Ολυμπιακούς αγώνες στο Παρίσι, συμπτωματικά το πρώτο και το τελευταίο από τα οκτώ της συγκομιδής μας, χάλκινου χρώματος και τα δύο.

Τα κέρδισαν ο Θόδωρος Τσελίδης στην κατηγορία -90 κ. του τζούντο και ο Νταουρέν Κουρουγκλίεφ στην κατηγορία των 86 κ. της ελευθέρας πάλης, μέσω της διαδικασίας των ρεπεσάζ. Εχασαν αμφότεροι τον κρίσιμο προημιτελικό στον δρόμο για το βάθρο, αλλά ο αθλητής που τους νίκησε έφτασε μέχρι τον τελικό και τους πρόσφερε άλλη μία ευκαιρία, την οποία και οι δύο αξιοποίησαν με διαδοχικές νίκες, κατακτώντας το μετάλλιο.

Αλλο κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι τόσο ο Τσελίδης όσο και ο Κουρουγκλίεφ γεννήθηκαν στη Ρωσία και όχι στην Ελλάδα, χωρίς κανείς από τους δύο να μπορεί να μιλήσει ελληνικά. Αυτή η αδυναμία τους να εκφραστούν στη γλώσσα μας προκάλεσε μια αμηχανία, τουλάχιστον στην αρχή, σε ένα κοινό που διψούσε για νέους «ήρωες».

Η πρώτη γενιά αθλητών που γεννήθηκαν έξω από τα σύνορα και ήλθαν στην Ελλάδα ως ομογενείς κερδίζοντας πολλά μετάλλια για τη χώρα μας στους Ολυμπιακούς αγώνες της Βαρκελώνης, της Ατλάντα, του Σίδνεϊ και της Αθήνας, κυρίως στην άρση βαρών, ήταν παιδιά που μιλούσαν με ευχέρεια ελληνικά και εκφράζονταν άνετα στη γλώσσα μας. Κατά κάποιο τρόπο, έσβηναν έτσι φωνές που έλεγαν ότι πρόκειται για εισαγόμενους πρωταθλητές που ήλθαν στην Ελλάδα με δέλεαρ τα οικονομικά ανταλλάγματα, με μια λογική «σούπερ μάρκετ» όπου όποιος διαθέτει λεφτά, μπορεί να κατεβάσει όλα τα ράφια!

Ετσι όπως συστήθηκαν στο ευρύ κοινό με τις επιτυχίες τους στο Παρίσι, ο Τσελίδης και ο Κουρουγκλίεφ έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, αλλά και μία βασική διαφορά: ο μεν Τσελίδης είναι όντως ελληνικής καταγωγής, με ρίζες από τον Πόντο, μεγαλωμένος σε μια οικογένεια με έντονη ελληνική συνείδηση και ισχυρούς δεσμούς εδώ και πολλές δεκαετίες με την Ελλάδα, ενώ ο Κουρουγκλίεφ δεν είχε δεσμούς αίματος, έστω και μακρινούς, με τη χώρα μας. Η σύνδεσή του μαζί της έγινε για πολιτικούς – αθλητικούς λόγους, με διαφανείς και απόλυτα νόμιμες διαδικασίες και όχι με την παλιά μέθοδο της ελληνοποίησης ξένων αθλητών από την πίσω πόρτα, με πιστοποιητικά αμφιβόλου ποιότητας και διάτρητης ηθικής. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα αθλητή που δεν προσποιήθηκε ότι είναι Ελληνας, τίμησε όμως τη χώρα μας με τη γενικότερη στάση του και όχι μόνο με τις αθλητικές του επιτυχίες.

Ο Θόδωρος Τσελίδης γεννήθηκε στις 5 Αυγούστου του 1996 στην Βόρεια Οσετία, μια περιοχή που αποσχίστηκε από τη Γεωργία και προσαρτήθηκε στη Ρωσία με απόφαση της πλειοψηφίας των κατοίκων της, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονται πολλοί με ελληνικές ρίζες, ποντιακής καταγωγής. Ενας απ’ αυτούς είναι και ο Νικολάι Τσελίδης, ομογενής με έντονη ελληνική συνείδηση, ο οποίος δεν δίστασε να πάρει την οικογένειά του και να την φέρει στη Θεσσαλονίκη πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες, χωρίς να καταφέρει να ριζώσει, παρότι γεννήθηκε στην Ελλάδα ο Γιώργος, ο αδελφός του Θόδωρου. Η οικογένεια δεν βρήκε εδώ τις επαγγελματικές ευκαιρίες που περίμενε και σχετικά σύντομα αποφάσισε να πάρει το δρόμο της επιστροφής για τη Ρωσία.

Το πόσο ιδιαίτερη ήταν η κατάσταση και εκεί, το περιέγραψε με ανάγλυφο τρόπο ο Θόδωρος Τσελίδης σε μια συνέντευξή του στην εφημερίδα «Φως των Σπορ» και στον Θέμη Σινάνογλου: «Στην Ρωσία ποτέ δεν με έλεγαν Ρώσο, με έλεγαν Έλληνα! Και στην Ελλάδα με λένε Ρώσο. Ελληνες είμαστε! Δεν άλλαξα το όνομά μου. Είναι το όνομά μου! Τέοντορ. Θεόδωρος. Από τον παππού μου τον Θεόδωρο. Ο μπαμπάς μου ονομάζεται Νίκος, μιλάει ελληνικά και ποντιακά. Ο αδελφός μου Γιώργος. Η αδελφή μου Μαρίνα. Το να είμαι Ελληνας και να αγωνίζομαι για την Ελλάδα είναι τιμή μου. Θυμάμαι το 2004 τι πανηγύρια κάναμε στην ελληνική κοινότητα στο Βλαντικαβκάζ για την Εθνική Ελλάδας που πήρε το Euro! Στο Βλαντικαβκάζ έχουμε σύλλογο ελληνικό που κάθε απόγευμα στις 6:00 κάνει μαθήματα ελληνικών στα παιδιά. Oμως εγώ στις 6:00 είχα προπονήσεις στο τζούντο. Το θεωρώ φταίξιμό μου και θα επανορθώσω»!

Αυτή, άλλωστε, ήταν η πρώτη υπόσχεση που έδωσε ο Τσελίδης μετά την κατάκτηση του χάλκινου μεταλλίου στο Παρίσι. Δεν υποσχέθηκε, όπως συνηθίζεται, παρόμοιες επιτυχίες στο μέλλον, αλλά να μάθει να μιλάει ελληνικά: «Είμαι περήφανος που είμαι Eλληνας και θέλω να ζητήσω συγνώμη που δεν μιλάω ελληνικά. Είναι κάτι το οποίο θα διορθωθεί σύντομα…».

Oσοι τον γνωρίζουν, μιλάνε για ένα γίγαντα με καρδιά μικρού παιδιού, έναν επιστήμονα (έχει πτυχίο Παγκόσμιας Οικονομίας από το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Οσετίας) με εξαιρετικό χαρακτήρα. Κι αυτό θα μπορούσε εύκολα να το διαπιστώσει όποιος τον παρακολούθησε στο Παρίσι. Eδωσε πέντε αγώνες, έχασε τον έναν και νίκησε στους τέσσερις. Και όλες τις φορές που σηκώθηκε νικητής, η πρώτη του κίνηση ήταν να δώσει μια μεγάλη αγκαλιά στον ηττημένο συναθλητή του και όχι αυτή την τυπική χειρονομία που συνηθίζουν σχεδόν όλοι. Τους πλησίαζε, τους αγκάλιαζε και τους παρηγορούσε με λόγια θερμά, γιατί όπως λέει και ο ίδιος «δεν είναι αντίπαλοι, είναι αθλητές που ήλθαν εδώ για να παλέψουν για τα όνειρά τους, όπως παλεύω και εγώ».

Η πιο δύσκολη στιγμή του στον δρόμο για τον τελικό δεν ήταν όταν βρέθηκε από νωρίς στον δρόμο του ο Σέρβος Νεμάνια Μάιντοβ, το μεγάλο φαβορί της κατηγορίας τον οποίο και νίκησε, ούτε η ήττα του στον προημιτελικό από τον «γηπεδούχο» Γάλλο, Μαξίμ Γκαέλ Ενγκαγιάπ, με ένα εντελώς αμφισβητούμενο βαζάρι, το οποίο οι υπεύθυνοι της ελληνικής αποστολής το απέδωσαν στο «σπρώξιμο» που έχουν συχνά οι αθλητές της διοργανώτριας χώρας. Κατά τον ίδιο, η πιο δύσκολη στιγμή ήταν αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει στο ρεπεσάζ τον Αράμ Γκριγκοριάν από τα Αραβικά Εμιράτα, με τον οποίο είναι στενοί φίλοι από μικρά παιδιά. Eκαναν για πολλά χρόνια κοινές προπονήσεις και προετοιμασία στη Ρωσία, πριν επιστρέψει στην Ελλάδα το 2018 για να αγωνιστεί με τα ελληνικά χρώματα, έχοντας από μικρό παιδί την ελληνική ιθαγένεια.

Ο αγώνας που χάρισε στον Τσελίδη το χάλκινο μετάλλιο ήταν ο τελικός του ρεπεσάζ, με αντίπαλο τον Ισπανό, Τριστάνι Μοσαχασβίλι. Ο Αράμ Γκριγκοριάν από τα… Αραβικά Εμιράτα, ο Μοσαχλισβίλι από την… Ισπανία, εξηγούν εν πολλοίς το γιατί είδαμε στα ελληνικά χρώματα το άλλο «θηρίο» της Ολυμπιακής μας ομάδας, τον 32χρονο παλαιστή της ελευθέρας, Νταουρέν Κουρουγκλίεφ: όλοι τους είναι κρίκοι σε μια μεγάλη αλυσίδα αλλαγής αθλητικής υπηκοότητας Ρώσων και Λευκορώσων αθλητών λόγω του αποκλεισμού τους από τις διεθνείς διοργανώσεις μετά την εμπλοκή των χωρών τους στον πόλεμο με την Ουκρανία.

Η αρχή είχε γίνει νωρίτερα, όταν λόγω του αποκλεισμού της Ρωσίας από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τις μεγάλες διοργανώσεις, λόγω των πολλών παραβάσεων που είχαν καταλογιστεί σε βάρος της σε θέματα ντόπινγκ. Από τότε είχε αρχίσει η διαδικασία απόκτησης άλλης υπηκοότητας πολλών Ρώσων αθλητών, κυρίως των «βαρέων αθλημάτων» όπου έχουν μεγάλη παράδοση επιτυχιών, καθώς ήταν η μόνη διέξοδος για να μη χαθεί από το διεθνές προσκήνιο μια ταλαντούχα γενιά. Ο πόλεμος της Ουκρανίας ήταν η αφορμή για να εξελιχθεί η διαδικασία αυτή σε βαριά… βιομηχανία, με χαρακτηριστικό ότι πολλοί Ρώσοι και Λευκορώσοι αθλητές αγωνίστηκαν στο Παρίσι με τη σημαία άλλης χώρας. Κάποιοι άλλοι, βέβαια, επέλεξαν να αγωνιστούν ως «ουδέτεροι».

Eνας από αυτούς που άλλαξαν σημαία ήταν και ο Κουρουγκλίεφ. Oταν έγινε γνωστός ο αποκλεισμός των Ρώσων αθλητών λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, επιτράπηκε η συμμετοχή τους στις μεγάλες διοργανώσεις αν αγωνίζονταν ως ανεξάρτητοι, χωρίς σημαία. Η Ομοσπονδία Πάλης της Ρωσίας απαγόρευσε στους αθλητές της να πάρουν αυτόν τον δρόμο, τους επέτρεψε όμως να αλλάξουν αθλητική υπηκοότητα και να αγωνιστούν κάτω από τη σημαία άλλων χωρών, αρκεί να συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις που απαιτούνται σε τέτοιες ιδιαίτερες καταστάσεις.

Eνας από τους αθλητές που εκμεταλλεύτηκαν αυτήν την ευκαιρία ήταν ο Νταουρέν Κουρουγκλίεφ. Γεννημένος στις 12 Ιουλίου στο Ντέρμπεντ του Νταγκεστάν στη Ρωσία, δεν είχε την παραμικρή σχέση με την Ελλάδα μέχρι το 2022, όταν μετά την απαγόρευση αναζήτησε μια ομοσπονδία για να τον στηρίξει, Hταν ήδη 30 χρονών με μεγάλες επιτυχίες (μεταξύ άλλων δύο χρυσά μετάλλια σε Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα) και όπως ήταν λογικό, η Ελληνική Ομοσπονδία Πάλης ανταποκρίθηκε άμεσα στην έκκλησή του. Με συντονισμένες ενέργειες, ο Κουρουγκλίεφ απέκτησε σύντομα την ελληνική υπηκοότητα χωρίς να έχει ρίζες στην χώρα και τα τελευταία δύο χρόνια εκπροσωπεί την Ελλάδα σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις, χωρίς να πάρει τη θέση κάποιου γηγενή αθλητή μιας και στην κατηγορία αυτή η Ελλάδα δεν είχε αθλητές υψηλού επιπέδου.

Ο Κουρουγκλίεφ έφερε από την αρχή μεγάλες επιτυχίες για τα ελληνικά χρώματα, με την κατάκτηση άλλων δύο χρυσών μεταλλίων στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, στο Ζάγκρεμπ και το Βουκουρέστι, Πήγε έτσι στο Παρίσι ως εν ενεργεία πρωταθλητής Ευρώπης και ήταν από τα φαβορί για μετάλλιο στην κατηγορία του. Η εκτίμηση αυτή δικαιώθηκε κι ας χρειάστηκε κι αυτός, όπως ο Τσελίδης, τον δρόμο του ρεπεσάζ για να φτάσει μέχρι το βάθρο, μιας και έπεσε από την αρχή πάνω στον Ιρανό, φαβορί της κατηγορίας, σε ένα ζευγάρωμα που πολλοί περίμεναν να το δουν στον τελικό.

Τον δρόμο για την πάλη τον έδειξαν στον νεαρό Νταουρέν ο αδελφός του, Αρσέν, αλλά κυρίως ο θείος του, Μαγκομέντ Κουρουγκλίεφ, ο οποίος κατέκτησε το 2005 χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα με τη σημαία του Καζακστάν. Με τέτοιο υπόβαθρο και μεγαλωμένος στο Νταγκεστάν, μια περιοχή με τεράστια παράδοση στην πάλη, ήταν αδύνατον να ακολουθήσει άλλον δρόμο.

Στα χρόνια της εκπαίδευσής του, είχε μέντορα τον περίφημο Μαϊρμπέκ Γιουσούποφ και στην πορεία εξελίχθηκε σε έναν σπουδαίο αθλητή, από τους κορυφαίους στον κόσμο στην κατηγορία του.
«Θέλω να κάνω όλους τους Έλληνες περήφανους και να τιμήσω την Ελλάδα. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ όσους με βοήθησαν να εκπληρώσω το όνειρο της συμμετοχής μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πραγματικά νιώθω πάρα πολύ χαρούμενος» είχε δηλώσει ο Νταουρέν Κουρουγκλίεφ και σε κάθε επιτυχία του αποδεικνύει την ευγνωμοσύνη που νιώθει για τη νέα πατρίδα του κι ας μην γνωρίζει να μιλάει ελληνικά, κι ας μην είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. Είναι μεγαλωμένος με τις παραδόσεις του σουνιτικού Ισλάμ και λατρεύει τα Nasheeds, μια παραδοσιακή μουσική με ύμνους που τραγουδιούνται συνήθως χωρίς όργανα, με αναφορές στις ισλαμικές πεποιθήσεις και την ιστορία της πατρίδας του. Σέβεται όμως τις παραδόσεις μας και είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους συναθλητές του, όπως φάνηκε στο ταξίδι της επιστροφής στην Αθήνα, όταν τα άλλα παιδιά της αποστολής τον σήκωσαν ψηλά στον αέρα!

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT