Ο Χακάν Σουκούρ δεν υπήρξε ποτέ…

10' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο μουσείο της Γαλατασαράι παίζει back to back μια ταινία αφιερωμένη στον μεγαλύτερο θρίαμβο της ομάδας που δεν είναι άλλος από την κατάκτηση του Κυπέλλου UEFA στον τελικό του 2000 με αντίπαλο την Αρσεναλ.

Ο αγώνας οδηγήθηκε στα πέναλτι και στα πλάνα που προβάλλονται υπάρχει -όπως είναι φυσικό- όλη η διαδικασία των πέναλτι και για την τουρκική ομάδα, αλλά και για τους Αγγλους. Εργκούν Πενμπέ, Ουμίτ Νταβαλά, Γκιόργκε Ποπέσκου για την Γαλατά, Ρέι Παρλούρ, Νταβόρ Σουκέρ και Πατρίκ Βιεϊρά για την Αρσεναλ.

Και όμως αν κάποιος δει το βίντεο πιο προσεχτικά υπάρχει ένα πέναλτι που… λείπει. Είναι το δεύτερο της Γαλατά, το οποίο εκτελεί ο Χακάν Σουκούρ, ένας παίκτης-σύμβολο του συλλόγου, καθώς και του τουρκικού ποδοσφαίρου, ο οποίος όμως εδώ και μερικά χρόνια έχει διαγραφεί από όλα τα αρχεία, τόσο της «Cimbom», όσο και της εθνικής ομάδας, παρά το γεγονός ότι είναι κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία και των δύο. Ο Σουκούρ, είναι σαν να εξαφανίστηκε, σαν να μην υπήρξε ποτέ…  
 Η ιστορία του χαμένου στη λήθη Χακάν Σουκούρ επανήλθε στο προσκήνιο μόλις δύο χρόνια πριν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ με αφορμή ένα γκολ του Χακίμ Ζιγέχ. Όταν ο παίκτης του Μαρόκου σκόραρε μετά από μόλις 4 λεπτά στον αγώνα με τον Καναδά, ο σχολιαστής της TRT (του τουρκικού κρατικού ραδιοτηλεοπτικού φορέα) Αλπέρ Μπακιρσιτζίλ επεσήμανε στην μετάδοσή του ότι δεν ήταν το πιο γρήγορο γκολ στην ιστορία του τουρνουά – καθώς το ρεκόρ αυτό εξακολουθεί να κατέχει ο Σουκούρ, ο οποίος σκόραρε μετά από 11 δευτερόλεπτα στον μικρό τελικό με την Κορέα στο Μουντιάλ του 2002. Ο Τούρκος δημοσιογράφος απολύθηκε στο… ημίχρονο μόνο και μόνο επειδή ανέφερε το όνομα του Σουκούρ.

Ο παλαίμαχος Τούρκος επιθετικός συγκρίνει τον εαυτό του με τον Βόλντεμορτ, τον αντί-ήρωα στα βιβλία και στις ταινίες του Harry Potter, όπου κανείς δεν τον αναφέρει με το όνομα του όταν αναφέρονται σε αυτόν. «Βέβαια εγώ δεν είμαι ο κακός της ιστορίας», προσθέτει ο Σουκούρ που τα τελευταία δέκα χρόνια ζει μακριά από την Τουρκία, διωκόμενος από την κυβέρνηση Ερντογάν.  

Όμως όλα είχαν ξεκινήσει τελείως διαφορετικά, όταν αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Ο Χακάν Σουκούρ παντρεύτηκε για πρώτη φορά το 1995. Στις φωτογραφίες του γάμου του διακρίνονται δύο άντρες οι οποίοι «σημάδεψαν» την μετέπειτα πορεία του έξω από τους αγωνιστικούς χώρους. Μεταξύ των καλεσμένων, ήταν ο τότε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, ένας πρώην ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής με κομμένο μουστάκι που μόλις είχε γίνει γνωστός στην εθνική πολιτική σκηνή. Πλέον είναι ο πιο ισχυρός άνδρας της χώρας, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ο άλλος ήταν ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ήταν πρώην ιμάμης που κατάφερε να συσπειρώσει γύρω του εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς, με το κίνημα του Γκιουλέν να αποκτά στην πορεία πολιτική μορφή. Το Χιζμέτ – τουρκικά για την «υπηρεσία» – επικεντρώθηκε φαινομενικά γύρω από μια σειρά σχολείων, με την ιδέα ότι τα παιδιά θα μπορούσαν να βοηθηθούν από την εκπαίδευση με ισλαμική επιρροή. Οι ηπιότεροι επικριτές του υποστήριξαν ότι στόχος του ήταν να στρέψει τη χώρα μακριά από την κοσμικότητα και προς ένα θρησκευτικό κράτος. Για ένα διάστημα, ο Γκιουλέν είχε τεράστια σημασία και επιρροή στην τουρκική κοινωνία.

Πολλοί ποδοσφαιριστές θεωρούσαν τους εαυτούς τους οπαδούς του. Αρκετοί στρατολογήθηκαν για τον σκοπό του και χρησιμοποιήθηκαν για δημόσιες σχέσεις, πράγμα που κατά κάποιο τρόπο λειτούργησε, διότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 το κίνημα ήταν τόσο σημαντικό που ο Ερντογάν και το κόμμα του AKP, που πλέον ήταν στην εξουσία, έκαναν μια συμμαχία – η οποία συχνά ήταν δυσάρεστη – με τους «γκιουλενιστές». Ο Σουκούρ ήταν ο ποδοσφαιριστής με τους στενότερους δεσμούς και με τους δύο. Η δημοτικότητά του αξιοποιήθηκε από τον Ερντογάν με το κόμμα μάλιστα του οποίου εξελέγη βουλευτής το 2011.

Η ασταθής συμμαχία μεταξύ των γκιουλενιστών και του Ερντογάν άρχισε να ανατρέπεται. Ξέσπασε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στο οποίο ενεπλάκησαν πολλά μέλη της κυβέρνησης. Οι γκιουλενιστές εισαγγελείς ήταν μεταξύ εκείνων που κατηγόρησαν υπουργούς που βρίσκονται κοντά στον Ερντογάν, καθώς και τους γιους του Μπιλάλ και Μπουράκ, για διάφορα αδικήματα. Ο Σουκούρ παραιτήθηκε από το ΑΚΡ τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, δηλώνοντας δημοσίως ότι οι λόγοι που τον οδήγησαν είχαν να κάνουν με το κλείσιμο ορισμένων γκιουλενιστικών σχολείων από την κυβέρνηση.
Σε αυτό το στάδιο, το κίνημα του Γκιουλέν είχε γίνει γνωστό από πολλούς στην Τουρκία, και ιδίως από την κυβέρνηση, ως «Φετουλαχιστική Τρομοκρατική Οργάνωση» – εν συντομία FETO. Τον Δεκέμβριο του 2014 εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης του Γκιουλέν, ο οποίος κατηγορήθηκε για τη διεύθυνση «ένοπλης τρομοκρατικής ομάδας». Ήταν ύποπτος για συνωμοσία με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης. Ο Ερντογάν μίλησε για ένα «παράλληλο κράτος», το οποίο διοικείται από τον Γκιουλέν.

Ο Σουκούρ αρνήθηκε να αποκηρύξει την υποστήριξή του στον Γκιουλέν. Προσπάθησε να θέσει υποψηφιότητα για το κοινοβούλιο ως ανεξάρτητος το 2015, αλλά δεν τα κατάφερε. Αργότερα την ίδια χρονιά, διαισθανόμενος προς τα πού φυσούσε ο άνεμος, μετακόμισε στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών. Στις αρχές του 2016, κατηγορήθηκε για ανάρτηση «προσβλητικού περιεχομένου κατά του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του γιου του», για την οποία αντιμετώπιζε ενδεχομένως τέσσερα χρόνια φυλάκισης.

Αλλά τα πραγματικά προβλήματα ήρθαν εκείνο το καλοκαίρι, όταν έγινε απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης Ερντογάν. Ο Γκιουλέν, ο οποίος ο ίδιος βρισκόταν για χρόνια σε «εξορία» στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ, κατηγορήθηκε ότι ενορχήστρωσε το πραξικόπημα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, και έτσι όποιος τον ακολουθούσε στιγματίστηκε ομοίως.

Ο Σουκούρ αρνείται οποιαδήποτε ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος, αλλά πλέον είχε θεωρηθεί εχθρός του κράτους. Του είπαν, άνθρωποι του ΑΚΡ, ότι αν αποστασιοποιηθεί από τον Γκιουλέν τότε θα του επιτραπεί να επιστρέψει στην πατρίδα του, αλλά εκείνος αρνήθηκε να το κάνει. Η τουρκική του περιουσία και οι τραπεζικοί του λογαριασμοί κατασχέθηκαν. Η διαγραφή του ονόματός του συνεχίστηκε με γοργούς ρυθμούς. Το πιο σοβαρό, ο πατέρας του συνελήφθη. «Ο πατέρας μου δεν συνελήφθη- τον πήραν όμηρο», λέει ο Σουκούρ. «Πήραν τον πατέρα μου όμηρο και μου είπαν: «Γύρνα πίσω, και θα απελευθερώσουμε τον πατέρα σου και θα σου επιστρέψουμε τα πάντα»». Ο πατέρας του τελικά αφέθηκε ελεύθερος, αλλά, σχεδόν μια δεκαετία μετά, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει για τον Σουκούρ.

«Δεν είναι εύκολο να συνοψίσω αυτά τα 10 χρόνια σε λίγες γραμμές», λέει ο Σουκούρ. «Πέρασα πολύ δύσκολες στιγμές τόσο οικονομικά όσο και συναισθηματικά. Αλλά κάποια στιγμή έπρεπε να σηκωθώ, γιατί είχα μια οικογένεια να φροντίσω. Μαζί με τα τρία μου παιδιά και τη σύζυγό μου, ενώσαμε τα χέρια. Χωρίς καμία δικαστική απόφαση εναντίον μου, όλα τα περιουσιακά μου στοιχεία που κέρδισα από το ποδόσφαιρο κατασχέθηκαν, μόνο και μόνο επειδή δεν συμφωνούσα με τις ιδέες αυτού του καθεστώτος και αντιδρούσα σε αυτό. Και εν μία νυκτί, όλη μου η ζωή άλλαξε. Ήθελαν να επιστρέψω στην Τουρκία και να αποδεχτώ τη ρητορική του σημερινού καθεστώτος. Έπρεπε είτε να αποδεχθώ αυτή την παράνομη και να μιλήσω στον κόσμο για αυτό το παράνομο καθεστώς. Φυσικά, δεν αποδέχτηκα την προσφορά τους. Προσπαθώ να παραμείνω δυνατός σε αυτή τη δύσκολη διαδικασία για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου».

Οι φορές που ο Χακάν Σουκούρ επιλέγει να μιλήσει δημόσια είναι σπάνιες, καθώς όπως είναι φυσικό φοβάται για τη δική του ασφάλεια και της οικογένειάς του. Για να τον προσεγγίσει κάποιος χρειάζεται και η συμβολή του Ενές Καντέρ, καθώς ο πρώην αστέρα του ΝΒΑ, είναι στην ίδια θέση με τον Σουκούρ. Όπως και αυτός, δεν είναι ευπρόσδεκτος στην Τουρκία, έχοντας μάλιστα φτάσει στο σημείο να παρομοιάσει δημόσια τον Ερντογάν με τον Αδόλφο Χίτλερ. Όπως και ο Σουκούρ, η οικογένειά του έγινε στόχος και ο πατέρας του συνελήφθη επίσης. Έγινε Αμερικανός πολίτης το 2021. Άλλαξε το όνομά του σε Enes Kanter Freedom την ίδια εποχή, εν μέρει για να το γιορτάσει, εν μέρει ως ένδειξη διαμαρτυρίας.

Λίγο καιρό αφότου μετακόμισε στην Καλιφόρνια, ο Σουκούρ επένδυσε σε μια καφετέρια, η οποία πήγαινε καλά. Ονομάζονταν Tuts και βρισκόταν όχι μακριά από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ στο Πάλο Άλτο, νότια του Σαν Φρανσίσκο. Ο ίδιος εργαζόταν πίσω από τον πάγκο, σερβίροντας καφέ και γλυκά. Εκεί ήταν που πήρε συνέντευξη από τους New York Times το 2018.

Αλλά μετά από λίγο καιρό άρχισαν να εμφανίζονται εκεί παράξενοι άνθρωποι. Η υπόθεση του Σουκούρ είναι ότι επρόκειτο για υποστηρικτές του Ερντογάν, που προσπαθούσαν να τον εκφοβίσουν. Άφηναν απειλητικά μηνύματα. Παρενοχλούσαν το προσωπικό και τους πελάτες.

Έκτοτε, περιστασιακές ιστορίες για τον Σουκούρ έχουν εμφανιστεί στα μέσα ενημέρωσης, μια συχνή είναι ότι οδηγούσε Uber και πουλούσε βιβλία στο Amazon για να τα βγάλει πέρα. Αυτές οι ιστορίες είναι αληθινές, αλλά ο ίδιος υποστηρίζει ότι το Uber ήταν περισσότερο για να μάθει αγγλικά μιλώντας με τους ανθρώπους, όσο και για να κερδίσει χρήματα.

«Όταν πρωτοήρθα στην Αμερική, δυσκολεύτηκα», λέει. «Αν δεν κρατάς τον εαυτό σου απασχολημένο με κάτι, θυμάσαι όλα τα άσχημα πράγματα στην Τουρκία. Προσπαθώ πάντα να κρατάω τον εαυτό μου απασχολημένο με κάτι».

Τώρα, έχοντας κλείσει τα 53 του χρόνια, κρατάει τον εαυτό του απασχολημένο ως προπονητής σε Ακαδημίες. Κάνει επίσης συχνά live streams στο YouTube, δήθεν για να μιλήσει για τη Γαλατασαράι και το τουρκικό ποδόσφαιρο γενικότερα. «Χρησιμοποιώ το YouTube ως εργαλείο για να προσεγγίσω τους ανθρώπους στην Τουρκία», λέει. «Κάθε φορά που κάνω ένα live στο YouTube, χιλιάδες άνθρωποι συμμετέχουν. Μπορώ να τους μιλήσω όχι μόνο για να μιλήσω για το ποδόσφαιρο, αλλά και για τα τρέχοντα προβλήματα της χώρας. Πολλοί άνθρωποι που ζουν στην Τουρκία φοβούνται να με προσεγγίσουν. Το κάνουν όταν φεύγουν από την χώρα και αγοράζουν έναν νέο τηλεφωνικό αριθμό – όταν επιστρέφουν, φοβούνται. Αυτοί (η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές της) προσπαθούν να κάνουν πλύση εγκεφάλου και να βάλουν φόβο στα κεφάλια των ανθρώπων, ώστε να μην υποστηρίζουν καμία από τις φωνές που ζητούν δημοκρατία στην Τουρκία».

Υπάρχουν πολλά ακόμη παραδείγματα για το πως ο Ερντογάν έχει καταφέρει να εξαφανίσει τον Σουκούρ από το τουρκικό ποδόσφαιρο. Από τα πιο εμφανή, όπως το πέναλτι στον τελικό της Γαλατασαράι με την Αρσεναλ, αλλά και τη μετονομασία στο γήπεδο της Sancaktepe FK, σε ένα προάστιο στα ανατολικά της Κωνσταντινούπολης, που ονομαζόταν Στάδιο Χακάν Σουκούρ. Όμως υπάρχουν πράγματα που ίσως κάποιος δεν μπορεί να τα δει με την πρώτη ματιά. Όπως η σειρά ντοκιμαντέρ του Netflix για τον Φατίχ Τερίμ που κυκλοφόρησε το 2022, στην οποία δεν υπάρχει καμία αναφορά στον Σουκούρ, παρά το γεγονός ότι έπαιξε εκατοντάδες παιχνίδια υπό τον Τερίμ για τη Γαλατασαράι και την εθνική ομάδα.

Νωρίτερα φέτος, ο Τούρκος δημοσιογράφος Κεμάλ Μπελγκίν συζητούσε στην τηλεοπτική εκπομπή «A Spor» για την τρέχουσα ομάδα της Γαλατάσαραϊ, και ιδιαίτερα για τον σέντερ φορ Μάουρο Ικάρντι, πριν παρασυρθεί για λίγο σε μια ελαφρώς νοσταλγική ονειροπόληση. «Είχαν κάποτε έναν επιθετικό, ο οποίος ζει τώρα στην Αμερική», είπε ο Μπελγκίν. «Κανείς από τους σημερινούς επιθετικούς δεν είναι κατάλληλος ούτε για να του δένει τα παπούτσια», είπε χωρίς όμως να αναφέρει το όνομά του, φοβούμενος τις συνέπειες. Όταν η Γαλατασαράι κατέκτησε τον τίτλο της Super Lig πέρυσι, ο επί χρόνια αρχηγός και τερματοφύλακας Φερνάντο Μουσλέρα ρωτήθηκε για την ένταξή του στο πάνθεον των πιο παρασημοφορημένων παικτών του συλλόγου. «Υπάρχει ο Σουάτ Καγιά, ο Μπουλέντ Κορκμάζ… και νομίζω ότι υπήρχε κι άλλος ένας», είπε.

Αυτό δείχνει πολλά για το βαθμό στον οποίο ο Σουκούρ είναι persona non grata στην τουρκική κοινωνία, ότι ο κόσμος φοβάται ακόμη και να πει το όνομά του.

«Θα ήθελα πολύ να επανενωθώ με την οικογένειά μου, τους φίλους μου και τις αναμνήσεις μου, αλλά μόνο όταν επιστρέψει το κράτος δικαίου», τονίζει ο Σουκούρ. «Το πιο σημαντικό είναι ότι η επιστροφή της δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών -που είναι τόσο απαραίτητα όσο το ψωμί, το νερό, ο αέρας- είναι ζωτικής σημασίας για το έθνος μου. Θέλω όλοι να καταλάβουν αυτό το σημαντικό γεγονός: δεν έχω κανένα πρόβλημα με τη χώρα μου, τη σημαία μου ή τους ανθρώπους μου εκεί. Ο λόγος για τον οποίο δίνω αυτή τη σκληρή μάχη είναι επειδή νοιάζομαι βαθιά για την όμορφη χώρα μου».

Η κοινή γνώμη είναι μάλλον πολύ μακριά για να επιστρέψει ο Σουκούρ στην Τουρκία, καθώς η εικόνα του ως γκιουλενιστή και η αντίληψη ότι εμπλέκεται στην απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, είναι πολύ ισχυρή. Ο κόσμος απλώς δεν θέλει να μιλάει γι’ αυτόν, τουλάχιστον δημοσίως. Αλλωστε πολλοί θεωρούν και ο ίδιος δεν είναι τέλειος, αφού με το κόμμα του Ερντογάν εκλέχτηκε στο κοινοβούλιο.

Το να αποκηρύξει την υποστήριξή του στον Γκιουλέν μπορεί να το είχε κάνει μια φορά κι έναν καιρό. Αυτό συνέβη και με πολλούς άλλους ποδοσφαιριστές, αθλητές και δημόσια πρόσωπα που ήταν γκιουλενιστές: μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, πολλοί από αυτούς ανακάλεσαν και συνέχισαν να έχουν «κανονικές» ζωές και καριέρες. Τώρα όμως;

Ο Σουκούρ στην πραγματικότητα φαίνεται σχετικά τακτοποιημένος στην Καλιφόρνια. Τα παιδιά του είναι ευτυχισμένα εκεί. Αναφέρεται διαρκώς στην υποστήριξη που του παρέχει η δεύτερη σύζυγός του, η Beyda. Είναι προφανώς απίστευτα ευγνώμων προς αυτήν, ακόμη και με δέος γι’ αυτήν και για το πώς του στάθηκε. «Στα υψηλότερα και στα χαμηλότερα σημεία μου, η γυναίκα μου έμεινε», λέει. «Αισθάνομαι καλά μέσα μου, επειδή δεν έχω διαπράξει ποτέ κανενός είδους έγκλημα ή ενήργησα παράνομα», συνεχίζει. «Από εδώ και στο εξής, θα προσπαθήσω να μεταφέρω όλες τις εμπειρίες μου στην επόμενη γενιά. Πιστεύω ότι έχω ωριμάσει ακόμη περισσότερο και μπορώ να σκέφτομαι πιο ψύχραιμα. Είμαι 53 ετών και εξακολουθώ να εργάζομαι. Έχω τις χαρές μου, τις λύπες μου και τις εμπειρίες μου – αλλά δεν μετανιώνω για πολλά πράγματα».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT