Γουέμπλεϊ: Η αρχή κάτι μεγάλου για την Εθνική ή απλώς μια σπουδαία νίκη;

Γουέμπλεϊ: Η αρχή κάτι μεγάλου για την Εθνική ή απλώς μια σπουδαία νίκη;

Η συνέχεια στο Nations League θα δείξει αν πραγματικά κάτι αλλάζει στο ομοσπονδιακό μας συγκρότημα.

6' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με το παροιμιώδες φλεγματικό αγγλικό χιούμορ που τους διακρίνει στο Νησί, ένας Άγγλος δημοσιογράφος σχολίασε ότι η Ελλάδα είχε να νικήσει μια πραγματικά μεγάλη ομάδα από το 2004 και παρότι έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει τη δίκαιη νίκη της επί της Αγγλίας, αυτό εξακολουθεί να ισχύει. Όπως επίσης ισχύει ότι εν έτει 2024, η Ελλάδα έχει κατακτήσει ένα Euro ενώ η Αγγλία κανένα. Μια «ταβανόπροκα» που την κάρφωσαν πολλές φορές οι Έλληνες φίλαθλοι στο πετσί των Άγγλων με την ευκαιρία του αγώνα μας στο Γουέμπλεϊ του Λονδίνου.

Η αλήθεια είναι ότι οι Άγγλοι έχουν κουραστεί να βλέπουν την ομάδα τους με κάποιο τρόπο πάντα να αποτυγχάνει. Ακόμα και εκείνη τη μία και μοναδική φορά που πήγαν στη βρύση και ήπιαν νερό με την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966 στη χώρα τους, η σκιά του αμφισβητήσιμου γκολ του Τζεφ Χάρστ στον τελικό με τη Γερμανία «λεκιάζει» ακόμα και σήμερα τον θρίαμβό τους. Αν και η φάση αυτή δεν έχει ξεκαθαρίσει ούτε με τα υπερσύγχρονα μέσα της τωρινής τεχνολογίας, υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν ότι το γκολ εκείνο δεν έπρεπε να μετρήσει και στα μάτια τους τα «Τρία λιοντάρια» παραμένουν… ξεδοντιασμένα, χωρίς να έχουν κατακτήσει τίποτα σημαντικό στη μακρόχρονη ιστορία τους.

Μπορεί μέσα στην υπερβολή τους κάποιοι Άγγλοι να υποστηρίζουν ότι η εθνική τους δεν χαρακτηρίζεται «μεγάλη», πρόκειται όμως για μια εμβληματική ομάδα στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, που τα τελευταία χρόνια έχει παίξει, άσχετα εάν τους έχασε, δύο τελικούς Euro. Η δε χρηματιστηριακή αξία των παικτών της ξεπερνά το 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ όταν η αντίστοιχη της εθνικής μας φτάνει με το ζόρι τα 100 εκατ. ευρώ κι αν.

Είτε με… μαύρο χιούμορ είτε χωρίς, είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η νίκη της εθνικής μας στο Γουέμπλεϊ είναι μία από τις πιο σημαντικές που έχει πετύχει στην αιωνόβια ιστορία της. Αποκτά, μάλιστα, ιστορικό χαρακτήρα κι ας μην κρίνει στην ουσία κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, όπως εκείνη επί της Ισπανίας π.χ. που μας έστειλε απ’ ευθείας στο Euro 2004 ή εκείνη επί της Πορτογαλίας στον τελικό που μας χάρισε το τρόπαιο.

Γουέμπλεϊ: Η αρχή κάτι μεγάλου για την Εθνική ή απλώς μια σπουδαία νίκη;-1
(Action Images via Reuters/Paul Childs)

Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς ήταν ξεκάθαρος πριν το παιχνίδι: για να ανεβάσει η ομάδα μας το επίπεδό της έχει ανάγκη να κάνει κάτι παραπάνω από τα μέτρα που ορίζει το πάπλωμά της. Και μια νίκη επί της Αγγλίας μέσα στο Γουέμπλεϊ είναι σίγουρα αυτό το «κάτι παραπάνω» που ψάχνουν όλες οι ομάδες, ακόμα κι αυτές από το πάνω ράφι, για να μετρήσουν το μπόι τους και να δουν εάν έχουν ψηλώσει.

Πέρα από τη δύναμη του αποτελέσματος, ακόμα μεγαλύτερη σημασία έχει και ο τρόπος που υπογράφθηκε αυτή η αναμφίβολα τεράστια επιτυχία. Μεγάλες νίκες έχει ξανακάνει στο παρελθόν η «γαλανόλευκη», κόντρα σε ομάδες από τα πάνω ράφια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Τέτοια νίκη όμως με τόσο ποιοτικό ποδόσφαιρο δεν την έχει πετύχει ξανά και κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό…

Η εθνική μας έπαιξε στο Γουέμπλεϊ μοντέρνο και ελκυστικό ποδόσφαιρο απλώνοντας το παιχνίδι της με κάθε τρόπο, είτε απέναντι σε οργανωμένη άμυνα είτε στο ανοικτό γήπεδο. Δεν είδαμε αυτό που μας χαρακτηρίζει ως «ποδοσφαιρική φυλή», δηλαδή ηρωική άμυνα «ταμπούρι», πόλεμο χαρακωμάτων και σκόρπιες αντεπιθέσεις που έτσι και τύχει να βγει καμιά, μαζευόμαστε μετά ακόμα πιο πίσω για να κρατήσουμε με ηρωισμό και αυταπάρνηση το καλό αποτέλεσμα. Όσο κι αν μοιάζει απίστευτο, στο ματς με την Αγγλία η ομάδα μας έστειλε… 5,5 φορές τη μπάλα στα δίκτυα του Πίκφορντ. Εν ολίγοις, πέτυχε πέντε γκολ άσχετα εάν στις λεπτομέρειες μέτρησαν τελικά μόνο τα δύο, συν τη φάση με τον Μπακασέτα που η μπάλα πήγαινε κατ’ ευθείαν στα δίχτυα, αλλά την έκοψε οριακά πάνω στη γραμμή ο Κόλγουιλ. Άλλες φορές σε τέτοιου επιπέδου παιχνίδια, η εθνική μας δεν έφτανε καν… 5,5 φορές στην περιοχή του αντιπάλου για να διεκδικήσει το γκολ, πόσο μάλλον να πετάξει 5 φορές τη μπάλα στα δίχτυα.

Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να ισχυριστεί κανείς ότι άλλαξε ή ότι αρχίζει να αλλάζει το ποδοσφαιρικό μας DNA. Χρειάζονται πολλά τέτοια παιχνίδια ακόμα για να πιστοποιηθεί η αλλαγή του ποδοσφαιρικού στιλ της εθνικής μας, που βασίζεται εδώ και πάρα πολλά χρόνια στη συμπαγή άμυνα και στις αντεπιθέσεις, πολύ συχνά ακόμα και κόντρα σε ομάδες χαμηλότερου επιπέδου. Δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τη «γαλανόλευκη» να παίζει κυριαρχικό ποδόσφαιρο και να επιβάλλει τους δικούς της όρους στο παιχνίδι. Κι αυτό για να παγιωθεί, χρειάζεται πολύ μεγαλύτερο δείγμα.

Ανοίγοντας το πλάνο, η εθνική μας στους τρεις αγώνες του Nation League με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς στον πάγκο της, έχει νικήσει 3-0 τη Φινλανδία στην Αθήνα, 2-0 την Ιρλανδία στο Δουβλίνο και 2-1 την Αγγλία στο Λονδίνο. Έχει σκοράρει 7 τέρματα και έχει δεχτεί μόλις ένα, κι αυτό προς το τέλος του αγώνα, εντελώς κόντρα στη ροή του. Σε επίπεδο ποιότητας, όμως, μόνο το παιχνίδι με την Αγγλία ήταν πραγματικά πολύ σπουδαίο. Με τους Φινλανδούς δεν είχε ρυθμό και εκμεταλλεύθηκε κυνικά μερικές καλές στιγμές της, ενώ με την Ιρλανδία μπορεί να μην κινδύνευσε και να είχε πάντα τον έλεγχο, δεν θάμπωσε όμως με την απόδοσή της όπως το έκανε με τους Άγγλους.

Με τρεις αγώνες έως το τέλος της διοργάνωσης, η βαθμολογία δείχνει ότι η Ελλάδα είναι το ακλόνητο φαβορί για την 1η θέση. Το πρώτο βήμα για να το επιβεβαιώσει είναι μια νίκη στο παιχνίδι που ακολουθεί σχεδόν χωρίς ανάσα, κόντρα στην Ιρλανδία στο Φάληρο. Και όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές στο παρελθόν, τέτοιου είδους παιχνίδια είναι «παγίδες» έπειτα από μια πολύ μεγάλη επιτυχία. Άρα το πρώτο ζητούμενο για να κατακυρωθούν τα κέρδη από το «διπλό» στο Γουέμπλεϊ είναι να κερδηθεί το ματς με την Ιρλανδία κι ακόμα καλύτερα, να κερδηθεί με ποιοτικό ποδόσφαιρο σαν κι αυτό που απολαύσαμε κόντρα στους Άγγλους και όχι με τη λογική «νίκη με μισό – μηδέν» αρκεί να πάρουμε το τρίποντο.

Ό,τι κι αν γίνει κόντρα στους Ιρλανδούς, το ματς «κλειδί» για την πρωτιά και την άνοδο στην παραπάνω κατηγορία, είναι αυτό με την Αγγλία στις 14 Νοεμβρίου στο «Γ. Καραϊσκάκης». Εκεί η εθνική μας λογικά θα παίξει για δύο αποτελέσματα, καθώς με νίκη ή ισοπαλία θα «κλειδώσει» ουσιαστικά την πρώτη θέση του ομίλου, αρκεί να μην κάνει κάποιο μεγάλο «λάθος» στο Ελσίνκι κόντρα στην Φινλανδία, που θεωρείται και είναι η πιο αδύναμη ομάδα του ομίλου.

Η πρωτιά του ομίλου συνεπάγεται άνοδο στην 1η κατηγορία του Nations League και μια δεύτερη ευκαιρία να διεκδικήσουμε ένα εισιτήριο από την… πίσω πόρτα για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026 εάν δεν το κερδίσουμε στην προκριματική του φάση. Μπορούμε να έχουμε την ίδια ευκαιρία και ως 2οι του ομίλου εάν περάσει απ’ ευθείας η Αγγλία στα δικά της προκριματικά, αλλά με την πρωτιά δεν εξαρτόμαστε από το τι θα κάνουν οι άλλοι.

Αυτή η επιτυχία θα πιστοποιήσει την ανοδική τροχιά του ελληνικού ποδοσφαίρου μετά από μια δεκαετία πολύ χαμηλών πτήσεων και οδυνηρών… πτώσεων, θα μας δώσει την ευκαιρία να μετρηθούμε με καλύτερες ομάδες από το πάνω ράφι, αλλά από την άλλη, θα δυσκολέψει στο μέλλον το εισιτήριο της δεύτερης ευκαιρίας. Γιατί άλλο να το διεκδικείς κόντρα σε μια ομάδα 3ης κατηγορίας όπως η Γεωργία και άλλο να αντιμετωπίζεις μια ομάδα 1ης κατηγορίας όπως είναι πχ η Πολωνία, η Κροατία ή η Δανία που μπορεί να μην τα έχουν καταφέρει στα προκριματικά και θα ψάχνονται να περάσουν μέσω των πλέι οφ του Nation League.

Συμπληρωματικά και επειδή οι λεπτομέρειες είναι αυτές που κάνουν τη διαφορά, μια πρωτιά στον όμιλο του Nation League με καλά αποτελέσματα στα επόμενα 3 παιχνίδια, θα οριστικοποιήσει τη συμμετοχή της Ελλάδας στο 2ο γκρουπ δυναμικότητας στην κλήρωση των προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου και θα αυξήσει αρκετά τις πιθανότητες απ’ ευθείας πρόκρισης σε σχέση μ’ αυτές που θα είχαμε με δύο ομάδες από το πάνω ράφι μπροστά μας, όπως έγινε στο Euro με Γαλλία και Ολλανδία. Αν ήμασταν εμείς η 2η σε δυναμικότητα ομάδα του ομίλου και όχι η Ολλανδία, πολύ πιθανά να είχαμε περάσει.

Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικό είναι μέσα από τα επόμενα παιχνίδια να πιστοποιήσει η εθνική μας την ποιοτική της άνοδο και την επιστροφή της στα πιο ψηλά ράφια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, μετά από μια δεκαετία χωρίς επιτυχίες. Κι αυτό δεν θα γίνει μόνο με τη δύναμη των αποτελεσμάτων αλλά και με την ποιότητα του ποδοσφαίρου που θα παίξει σε μια πιο σταθερή βάση και όχι με τη λογική της «φωτοβολίδας»…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT