Διαβάζω έναν όρκο αιώνιας αγάπης γραμμένο με μολύβι στον τοίχο ενός πανεπιστημιακού κτιρίου στην Μπολόνια. Κάποιοι γνωρίστηκαν στο Erasmus, βανδάλισαν λιγάκι τη σχολή γι αυτό. Να ’ναι ακόμη μαζί; Στον προαύλιο χώρο του παλιού πανεπιστημίου της πόλης μία κατάσταση απ’ την οποία θέλεις να ξεφύγεις και μετά να νοσταλγήσεις: αγχωμένοι φοιτητές καπνίζουν βράδυ στην είσοδο αυτού που εκλαμβάνω ως κεντρική βιβλιοθήκη, δεν θέλω πραγματικά να το βάλω στους χάρτες.
Κάνει τίποτα καλά αυτή η Ενωση σκέφτομαι κοιτώντας τη σημαία να κυματίζει σε εμβληματικά κτίρια που προφανώς εν μέρει συντηρούνται με τους πόρους της; Κι είναι όντως Ενωση;
Δεν χρειάζεται να έχει μελετήσει κανείς διεξοδικά το νομικό και πολιτικό στήσιμό της, για ν’ αρχίσει ν’ αναρωτιέται ποια είναι η Φον ντερ Λάιεν και τι ακριβώς κάνει. Ούτε χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα παρατηρητικός, για να δει καθαρά την επιστροφή μίας νοσταλγίας του περίκλειστου, έναν διαδεδομένο, μίζερο εθνικισμό. Ξανά στη μόδα με νεανικό πρόσωπο (βλ. Ιταλία, Αυστρία).
Μια μεταστροφή στον εσωτερικό κόσμο πολλών νέων έρχεται με το Erasmus. Κοσμοπολιτισμός για τις μάζες. Σύντομη μαθητεία στη ζωή μιας άλλης πόλης ανάμεσα σ’ ανθρώπους απ’ αλλού, σε μία ηλικία που οι καταβολές, η γλώσσα κι η αφετηρία ξεχνιούνται εύκολα με δύο ποτά.
Τέτοιες περιπλανήσεις άλλοτε θα προϋπέθεταν οικογενειακά λεφτά. Τα τελευταία χρόνια μπορείς να ξεχωρίσεις τους Ερασμίτες σ’ ένα μπαρ από την κατανάλωση που περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο, για να μην τους πετάξει έξω το μαγαζί, από το νεαρό της ηλικίας τους, από τον τρόπο που μιλάνε αγγλικά με διαφορετικές προφορές και από την ειλικρινή αγωνία τους να μάθουν πώς είναι η ζωή σ’ άλλα μέρη.
Εκπληξη: Είμαι οπαδός των ανταλλαγών φοιτητών. Εκεί στα είκοσι με τριάντα πρέπει κανείς να γυρίσει τον κόσμο ή, αν δεν μπορεί, τουλάχιστον να δει μερικές παλιές πόλεις, να δει τη Βιέννη και το Βερολίνο, ή τις μικρές φοιτητοφωλιές, τη Χαϊδελβέργη, το Ντελφτ, πριν ο κόσμος του γίνει κλειστός.
Αν κάτι πέτυχε από τις πολιτικές συναισθηματικής εμπλοκής της νεολαίας με κάποια ιδέα της Ευρώπης, αυτό είναι το Erasmus. Ειδικά έτσι όπως γίνεται στην πράξη. Η συμφωνία είναι και καλά να πας να σπουδάσεις. Αλλά συνήθως θα βρεθεί στον δρόμο σου κάποιος που θα σου πει να γυρίσεις τα καφέ και τα πάρκα, τα μουσεία και τις γκαλερί.
Οσοι πάνε Erasmus κατά βάθος ξέρουν ότι στην κοινόχρηστη κουζίνα της εστίας ή στο πιο άθλιο τρένο, την πιο άθλια ώρα αναχώρησης (νύχτα, ξημερώματα) μπορούν να πάρουν μια μόρφωση που δεν υπάρχει στο Google ή το αμφιθέατρο. Οπως και στο μεταπτυχιακό στο εξωτερικό, η έκθεση στο κάπως οικείο/διαφορετικό/ημιγνώριμο στυλ ανθρώπων της ηλικίας σου με παγκοσμιοποιημένες πολιτισμικές αναφορές (συμφοιτητές που βλέπανε κι αυτοί «Φιλαράκια» και τρώνε μπέργκερ) και εντελώς ανοίκειες καταβολές (διαφορετική γειτονιά παιδικών χρόνων, άλλο σύστημα εκπαίδευσης) είναι απλός, σκέτος πλούτος.
Ο Ερασμίτης δεν είναι τουρίστας. Εχει έρθει κι αυτός για να καταναλώσει, όμως θέλει να καταναλώσει την πόλη, τους δρόμους, τους ανθρώπους της και τ’ αμφιθέατρα, κάπως πιο ευγενές απ’ το να τρως αυγά με ντάκο και στα τρία γεύματα. Χωρίς τα προνόμια και την απάθεια του τουρίστα, ο Ερασμίτης είναι μια πιο ευχάριστη παρουσία – αυτή η πρόταση έχει και λίγο ηλικιακό ρατσισμό μέσα, ένα κοπάδι εικοσάχρονων που συζητούν ζωηρά στη μέση του δρόμου είναι ένα ευχάριστο θέαμα.
Οι Ερασμίτες αναζητούν τη γνώση ακόμη κι όταν σέρνονται λιπόθυμοι στο κλασικό μπαρ που υπάρχει σ’ όλες τις φοιτητικές πόλεις, στον κλασικό δρόμο όπου εδρεύουν όλοι όσοι σπουδάζουν κι όσοι παρασιτούν γύρω από τις σπουδές τους (το μονίμως γερασμένο-ψευτονεανίζον διδακτικό προσωπικό, τα φωτοτυπάδικα, τα πιο βρώμικα των βρώμικων φαστφουντάδικα). Ψάχνουν μια γνώση εντελώς εμπειρική, διδάσκονται λεξιλόγιο που δεν ξέρουν τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών, το duolingo.
Το Erasmus είναι ευκαιρία για λίγη Ιστορία. Μια περιπλάνηση στην Πολωνία, τη Γερμανία, την Κεντρική Ευρώπη σε νεαρή ηλικία μπορεί να είναι απολύτως ευεργετική και διαμορφωτική. Δεν χρειάζεται να καταπιεί κανείς τόμους από τα καλά βιβλιοπωλεία που σίγουρα θα συναντήσει στην περιπλάνηση, αν και το συστήνω. Αρκεί να πάει στα βασικά μουσεία (μειωμένο εισιτήριο! όποιος δεν το ’χει το νοσταλγεί) και να διαβάζει τις επιγραφές στους δρόμους. Μερικές φορές αρκεί απλώς να κοιτάζει γύρω του, για να αντιληφθεί πόσο αυτό το πράγμα στις Βρυξέλλες, φαινομενικά απαθές και νερόβραστο, φτιάχτηκε με στόχο την αποφυγή της έντασης ενός ευρωπαϊκού πολέμου.
Οσοι επιβιβάζονται σε λεωφορεία που περνούν τα σύνορα, όσοι έχουν εκτίσει την ποινή αναμονής σε αεροδρόμια και σταθμούς, γραφειοκρατικές υπηρεσίες φοιτητικής στέγης και επιδομάτων, όσοι έχουν μπλεχτεί με μία ξένη γλώσσα, με μία αλλόκοτη προφορά, μοιάζουν με λαχανικά που έχουν βγει από το έδαφος κι απλώνουν περίεργες ρίζες προς τα πάνω, προς μια ανώτερη ιδέα του εαυτού τους.
Σκεφτόμουν τι έχει πάει στραβά με το εγχείρημα της Ευρώπης και βρήκα πολλά πράγματα κι άλλαξα την ερώτηση, τι έχει πάει καλά; Η αληθινή πολιτική εμπλοκή χρειάζεται πάθος, συναίσθημα, νοιάξιμο για μια δέσμη αξιών. Πώς σφυρηλατείται αυτό; Πώς γίνεται ένα στέρεο πράγμα που παράγει ιδέες, πολιτικές, κοινά οράματα;
Καμία καμπάνια, όσο κουλ και καλά φτιαγμένη κι αν είναι, καμία σκληρή σχολική και νεανική προπαγάνδα δεν μπορεί να κάνει τους νέους στην Ολλανδία να ενδιαφερθούν πραγματικά για όσα συμβαίνουν στο Βέλγιο ή στη Χίο. Νομίζω, οι κοινόχρηστοι χώροι στις κακές φοιτητικές εστίες των διεθνών φοιτητών, τα ερευνητικά κέντρα σε μικρές πόλεις, τα ταξίδια στο επαρχιακό, οδικό δίκτυο μιας άλλης χώρας, οι απανταχού δημόσιες βιβλιοθήκες, τα τρένα, τα μουσεία, τα δημόσια πάρκα και οι συζητήσεις σε αμφιθέατρα με διεθνές πλήθος είναι τα μέρη όπου μαθαίνει κανείς πραγματικά πως δεν είναι πολίτης μόνον της χώρας του.
Το Erasmus είναι από τις ελάχιστες απολύτως επιτυχημένες προσπάθειες ευρωπαϊκής αγωγής της πράξης. Οσοι μετακινούνται ξέρουν. Αυτή η αίσθηση πως ο κόσμος είναι συντριπτικά, ασύλληπτα μεγάλος, περίπλοκος και πυκνοκατοικημένος, είναι μια πρώτη, ταπεινωτική δοκιμή απ’ τον καρπό της γνώσης σε μια ηλικία που ενδείκνυται για ταπεινώσεις.