Τον Φεβρουάριο του 2003, η αποστολή της εθνικής Βραζιλίας προσγειώθηκε στο Πεκίνο για να δώσει φιλικό με την Κίνα, η οποία εκείνη την εποχή ήταν μόλις στην 64η θέση της βαθμολογίας της FIFA. Σύμφωνα με πληροφορίες, η ποδοσφαιρική συνομοσπονδία της χώρας πήρε 1,25 εκατ. δολάρια για να συναινέσει στο (αν μη τι άλλο κουραστικό) ταξίδι της ομάδας που, λίγους μήνες πριν, είχε κατακτήσει το πέμπτο Παγκόσμιο Κύπελλο της ιστορίας της, σε Ιαπωνία και Νότια Κορέα.
Ο Μάριο Ζαγκάλο, με την ιδιότητα του τεχνικού συντονιστή της Σελεσάο, την υπερασπίστηκε απέναντι στις σκληρές κριτικές που δεχόταν και υποστήριξε ότι «η εθνική ομάδα της Βραζιλίας δεν παίζει ποτέ για τα λεφτά. Είμαστε πολύ χαρούμενοι που βρισκόμαστε εδώ, για να παίξουμε και να βοηθήσουμε στην ανάπτυξη του ποδοσφαίρου στη χώρα».
Τραγική ειρωνεία; Ο «γερόλυκος», στη μνήμη του οποίου ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, κήρυξε τριήμερο εθνικό πένθος, έφυγε πριν από λίγες ώρες από τον μάταιο τούτο κόσμο με ένα διπλό «αγκάθι» καρφωμένο στην καρδιά εδώ και 25 ολόκληρα χρόνια. Ενα «αγκάθι» που προέκυπτε από μια ιστορική συμφωνία αξίας 300 εκατ. δολαρίων.
Διαχρονικά, η βραζιλιάνικη συνομοσπονδία είχε πολύ στενούς δεσμούς με την αθλητική εταιρεία Nike η οποία, τη δεκαετία του ’90, έδωσε τα χέρια με τον τότε πρόεδρο Ρικάρντο Τέρα Τεϊσέιρα για ένα χορηγικό deal που θα κρατούσε δέκα ολόκληρα χρόνια και θα απέφερε στη CBF (Confederação Brasileira de Futebol) περί τα τριάντα εκατ. δολάρια τον χρόνο.
Στα 13 χρόνια της θητείας του Τεϊσέιρα στο τιμόνι της συνομοσπονδίας (1989-2012), οι εθνικές ομάδες της Βραζιλίας σε όλες της ηλικιακές κατηγορίες κατέκτησαν έντεκα παγκόσμιους τίτλους και άλλους 27 νοτιοαμερικανικούς, εδραιώνοντας την κυριαρχία της χώρας στην παγκόσμια ποδοσφαιρική σκηνή. Από την άλλη, αυξήθηκε σε υπερθετικό βαθμό η μαζική έξοδος Βραζιλιάνων παικτών για το εξωτερικό και όχι πάντα για μεγάλους ευρωπαϊκούς συλλόγους.
Η θητεία του, όμως, σημαδεύτηκε και από τη συγγενική του σχέση με τον Ζοάο Χαβελάνζε, την κόρη του οποίου, Λουσία, γνώρισε όταν ήταν 19 ετών και την παντρεύτηκε τρία χρόνια αργότερα. Την κόρη, δηλαδή, του παράγοντα που γιγάντωσε τη FIFA και τον θεσμό του Μουντιάλ, μετατρέποντας τη διεθνή συνομοσπονδία σε έναν οικονομικό κολοσσό, στις τάξεις του οποίου όμως αναπτύχθηκε ένα δίκτυο διαφθοράς, το οποίο άγγιξε σε μεγάλο βαθμό και τον τότε γαμπρό του.
Η στενή σχέση της Βραζιλίας με τη Nike σημάδεψε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1998, στο οποίο ο Ζαγκάλο οδήγησε την παρέα του 21χρονου τότε Ρονάλντο μέχρι τον τελικό, όπου επρόκειτο να αντιμετωπίσει την οικοδέσποινα Γαλλία.
To απόγευμα της μεγάλης ημέρας, ένα πολύ δυσάρεστο γεγονός αναστάτωσε την προετοιμασία της Βραζιλίας. Οπως περιγράφει χαρακτηριστικά ο Ζιοβάνι στην αυτοβιογραφία του «Ζιοβάνι: Ο θρύλος» (εκδ. MVP Publications), την ώρα που χαλάρωνε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου με τον Ριβάλντο, άκουσε φωνές.
«Διακρίνουμε αυτή του Ρομπέρτο Κάρλος να καλεί πανικόβλητος τον γιατρό της ομάδας. “Ελάτε γρήγορα, ο Ρονάλντο πεθαίνει!”. Τρέχουμε προς το δωμάτιο όπου έμεναν ο Ρομπέρτο Κάρλος με τον Ρονάλντο. Οταν φτάνουμε εκεί, ήταν ήδη ο Εντμούντο και ο Σέζαρ Σαμπάιο, οι οποίοι έμεναν στο διπλανό. Η εικόνα που αντικρίζουμε μας σκοράρει. Κοκαλώνουμε. Ο Ρονάλντο έχει σπασμούς, βγάζει αφρούς από το στόμα και στα μάτια του διακρίνεται μόνο το ασπράδι» αφηγείται ο μετέπειτα άσος του Ολυμπιακού.
«Ο γιατρός φτάνει γρήγορα, επεμβαίνει άμεσα, του βάζει μια μικρή πετσέτα στο στόμα για να μη δαγκώσει τη γλώσσα του. Εκείνη την ώρα έρχεται ο Ντούνγκα και, σοκαρισμένος από την εικόνα, δεν αντέχει, πάει σε μια γωνία και κάνει εμετό» συνεχίζει ο Ζιοβάνι.
Ο Ρονάλντο μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο, υποβλήθηκε σε εξετάσεις και ήταν ξεκάθαρο πως δεν ήταν σε θέση να αγωνιστεί, νικημένος από το άγχος για το μεγάλο ραντεβού. Στην ομιλία πριν αναχωρήσει η αποστολή για το «Σταντ ντε Φρανς», ο Μάριο Ζαγκάλο ανακοινώνει στους ποδοσφαιριστές ότι το Φαινόμενο δεν θα αγωνιστεί στον τελικό.
«Προέχει η ζωή του, η υγεία του», τους ξεκαθαρίζει. Είχε παρθεί ήδη η απόφαση να αντικατασταθεί στην ενδεκάδα του τελικού από τον Εντμούντο. Στα αποδυτήρια, ένας χλωμός Ρονάλντο εμφανίζεται μαζί με τον Τεϊσέιρα για να ευχηθεί καλή επιτυχία στους συμπαίκτες του. Εκείνη τη στιγμή, ο Ζαγκάλο κλείνεται σε ένα δωμάτιο με τον πρόεδρο της συνομοσπονδίας και τον γιατρό της ομάδας, Λίντιο Τολέντο.
Στην εξέδρα Τύπου μοιράζεται ένα χαρτί με την ενδεκάδα, όπου αναφέρεται το όνομα του Εντμούντο αντί αυτού του Ρονάλντο. Οι Βραζιλιάνοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι δεν γνωρίζουν τι έχει συμβεί, αντιδρούν με οργή και κοντεύουν να λιντσάρουν τον υπεύθυνο Τύπου της συνομοσπονδίας.
Λίγη ώρα αργότερα, μοιράζεται νέο χαρτί της ενδεκάδας, με το όνομα του Ρονάλντο αντί του Εντμούντο αυτή τη φορά. Ο νεαρός επιθετικός είναι παρών – απών στον αγωνιστικό χώρο, η Βραζιλία γνωρίζει την πιο βαριά ήττα της σε τελικό Μουντιάλ (3-0) και, τους επόμενους μήνες, αυτό το σκοτεινό συμβάν εξελίχθηκε σε εθνική υπόθεση. Οπως, άλλωστε, συμβαίνει πάντα στη Βραζιλία με οτιδήποτε αφορά το ποδόσφαιρο.
Υπάρχει η (εσφαλμένη;) εντύπωση ότι η Nike, ως μεγάλος χορηγός της εθνικής ομάδας, έχει ασκήσει πιέσεις στον Τεϊσέιρα και τον Ζαγκάλο προκειμένου να αγωνιστεί ο Ρονάλντο, ο οποίος άλλωστε ήταν ο νούμερο ένα σταρ της αθλητικής εταιρείας, όντας ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής στον κόσμο εκείνη την εποχή.
Η υπόθεση οδηγείται στη Γερουσία, η οποία καλεί για κατάθεση όλους τους εμπλεκομένους, προκειμένου να διαπιστώσει τι ακριβώς συνέβη εκείνη την ημέρα στο Παρίσι. «Δεν είμαι μαριονέτα» ξεκαθαρίζει ο Ζαγκάλο για την πιο οδυνηρή εμπειρία της καριέρας του, αφού στο παρελθόν είχε κατακτήσει τέσσερα Μουντιάλ, δύο ως παίκτης (1958, 1962), ένα ως προπονητής (1970) και ένα ως βοηθός προπονητή – σύμβουλος του Κάρλος Αλμπέρτο Παρέιρα (1994).
Ο «γερόλυκος» παραδέχθηκε ότι είχε αποφασίσει να ξεκινήσει τον Εντμούντο αλλά, 45 λεπτά πριν από τον αγώνα, ο Ρονάλντο τον παρακάλεσε να τον βάλει, διαβεβαβιώνοντάς τον ότι είχε πάρει το «πράσινο φως» των γιατρών. «Μου είπε ότι ήταν σε τέλεια φυσική κατάσταση» υποστήριξε, την ώρα που ο Ρονάλντο ξεκαθάρισε στην κατάθεσή του ότι «η Nike δεν με υποχρέωσε να παίξω, απλώς μου ζήτησε να φορέσω τα παπούτσια της».
Ο Εντμούντο, ο οποίος επίσης κατέθεσε και επιβεβαίωσε ότι είχε ενημερωθεί πως θα ξεκινούσε βασικός στον τελικό, δήλωσε με νόημα στην επιτροπή ότι σε κάθε προπόνηση, αλλά και σε κάθε αγώνα της εθνικής ομάδας, υπήρχε στα αποδυτήρια στέλεχος της Nike που «επέβλεπε» ότι όλα βαίνουν καλώς.
Οσα ειπώθηκαν στη Γερουσία για μια υπόθεση που εντέλει μπήκε στο αρχείο δεν έπεισαν απόλυτα την επιτροπή που ανέλαβε την έρευνα. Ο Ρονάλντο αρνήθηκε να αποκαλύψει τους προσωπικούς όρους του συμβολαίου του με τη Nike και τι μπόνους προβλεπόταν για τη συμμετοχή σε τόσο μεγάλα παιχνίδια, όπως ο τελικός του Μουντιάλ.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Ρονάλντο βίωσε τη δική του εξιλέωση, οδηγώντας την Σελεσάο στην κατάκτηση του πέμπτου (και τελευταίου μέχρι σήμερα) Μουντιάλ της μυθικής συλλογής της. Ο Ζαγκάλο, παρά τις τεράστιες επιτυχίες του, δεν ξεπέρασε ποτέ εκείνη την απώλεια και όσα επακολούθησαν αυτής.
Ο Τοστάο, παίκτης του Ζαγκάλο στο Μουντιάλ του 1970, είχε πει κάποτε ότι «τον καιρό μου, ήταν οι στρατηγοί της χούντας που κυβερνούσαν τη Βραζιλία αυτοί που προσπαθούσαν να επιλέξουν την ενδεκάδα. Σήμερα (σ.σ. τα τελευταία τριάντα χρόνια δηλαδή) είναι οι χορηγοί, οι επιχειρηματίες, οι μεγιστάνες των ΜΜΕ που θέλουν να κάνουν κάτι ανάλογο. Ο τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου είναι το μεγαλύτερο τηλεοπτικό σόου στον κόσμο». Ενα σόου που πλήγωσε και πλήγωνε τον Μάριο Ζαγκάλο μέχρι το φευγιό του…