Εμαθε αγγλικά από πολύ μικρός, αφού ήξερε ότι θα του χρειάζονταν στο επάγγελμα που διάλεξε. Τα αγγλικά τον βοήθησαν στην αρχή της καριέρας του, όταν ανέλαβε ως βοηθός προπονητής – μεταφραστής του σερ Μπόμπι Ρόμπσον σε Σπόρτινγκ Λισαβόνας και Πόρτο.
Οταν ο αείμνηστος Αγγλος προπονητής συμφώνησε με την Μπαρτσελόνα, ο Ζοσέ Μάριο ντος Σάντος Μουρίνιο Φέλιξ φρόντισε να τελειοποιήσει τα ισπανικά, που μοιάζουν αρκετά με τα πορτογαλικά, ενώ έμαθε τα βασικά και στην τοπική διάλεκτο, την καταλανική.
Αργότερα, όταν θα εργαζόταν στην Ιντερ, θα μάθαινε ιταλικά, έμαθε γαλλικά, ενώ στην Τότεναμ έφτασε στο σημείο να πάρει μαθήματα… κορεατικών, απλώς και μόνο για να μπορεί να συνεννοείται καλύτερα με ένα από τα αστέρια της ομάδας του Λονδίνου, τον Σον Χέουνγκ Μιν!
«Η άμεση επικοινωνία είναι θεμελιώδης. Και είναι απόδειξη σεβασμού για τον σύλλογο να μπορείς να μιλάς τη γλώσσα όλων όσων τον αποτελούν» εξήγησε για τη δίψα του για μάθηση ξένων γλωσσών, η οποία ενδέχεται να συνεχιστεί με αφορμή την επόμενη ομάδα της καριέρας του, μετά την απόλυση του 60χρονου Πορτογάλου (και) από τη Ρόμα.
Στις 2 Ιουλίου του 2004, όντας πρωταθλητής Ευρώπης με την Πόρτο, τελευταία ομάδα εκτός πρώτης γραμμής που έκανε δικό της το Αγιο Δισκοπότηρο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, ρωτήθηκε στην παρουσίασή του από την Τσέλσι πώς περιγράφει τον εαυτό του. «Μη με πείτε αλαζονικό, αλλά θεωρώ ότι είμαι The Special One» είχε πει. Δηλαδή «ο ένας», ο ξεχωριστός.
Με το (ένδοξο) πέρασμα των ετών, ο Μουρίνιο απαρνήθηκε το παρατσούκλι που ο ίδιος κόλλησε στον εαυτό του και προτίμησε το «The Experienced One», ήτοι «ο έμπειρος». Τα τελευταία χρόνια οι πολέμιοί του, οι οποίοι είναι πολλοί όπως και οι θαυμαστές, τον βάφτισαν «The Sacked One», ήτοι «ο απολυμένος».
Η πρόωρη λύση συμβολαίου με τη Ρόμα ήρθε εξαιτίας της προβληματικής σχέσης του με τη διοίκηση και της κακής αγωνιστικής εικόνας μιας ομάδας που βρίσκεται στην ένατη θέση της βαθμολογίας του ιταλικού πρωταθλήματος, παρότι στα δυόμισι χρόνια παρουσίας του ο Μουρίνιο χάρισε στον σύλλογο της Αιώνιας Πόλης τον πρώτο ευρωπαϊκό του τίτλο μετά από 60 χρόνια (Europa Conference League), ενώ κατάφερε να γεμίσει και πάλι το «Ολίμπικο», το οποίο είχε μισοαδειάσει.
Στο (δακρυσμένο) αντίο του έξω από το προπονητικό κέντρο της Τριγκόρια, οι φίλαθλοι τον αποχαιρετούσαν με μία λέξη να κυριαρχεί στα χείλη τους: «Grazie», ήτοι «ευχαριστώ». Ο Μουρίνιο, λίγες ημέρες πριν από τα 61α γενέθλιά του (26 Ιανουαρίου) πήρε ως πρόωρο «δώρο» μια αποζημίωση ύψους 3,5 εκατ. ευρώ.
Αν προσθέσουμε σε αυτά τα 35,4 εκατ. ευρώ από δύο απολύσεις από την Τσέλσι, τα 19,7 από τη Ρεάλ, τα 19,7 από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τα 20,9 από την Τότεναμ, φτάνουμε σε ένα ποσό-μαμούθ της τάξεως των 99,2 εκατ. ευρώ, τα οποία μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο την ήδη σημαντικότατη περιουσία του Μουρίνιο. Ταυτόχρονα, όμως, κατάφεραν και άλλες πληγές στο τεράστιο «εγώ» του.
Σύμφωνα με έρευνα βρετανικής ιστοσελίδας, ο Πορτογάλος είναι ο πιο πλούσιος προπονητής στον κόσμο σε επαγγελματικό επίπεδο, ανεξαρτήτως αθλήματος (!), με μια περιουσία που αγγίζει τα 200 εκατ. ευρώ. Τιμητική ιδιότητα, η οποία όμως δεν καλύπτει έναν εμμονικό επαγγελματία που νιώθει ότι το άθλημα που υπηρετεί εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια έχει αρχίσει να τον ξεπερνάει.
Με 26 τίτλους στη συλλογή του, είναι έκτος στο Top 10 των προπονητών με τα περισσότερα τρόπαια της ιστορίας. Πρώτος στη σχετική λίστα παραμένει ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον (49), στον οποίο δεν θα συγχωρήσει ποτέ ότι το καλοκαίρι του 2013, όταν αποχώρησε από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ μετά από 27 ολόκληρα χρόνια, επέλεξε για διάδοχό του τον Ντέιβιντ Μόγες και όχι τον ίδιο.
«Ο Μόγες δεν έχει κερδίσει απολύτως τίποτα» έλεγε με παράπονο και δάκρυα στα μάτια όταν πληροφορήθηκε τα… δυσάρεστα από υπάλληλο της εταιρείας «Gestifute» που τον εκπροσωπεί και ανέλαβε αυτή την επικίνδυνη αποστολή, αφού ούτε ο μάνατζερ και φίλος του, Ζόρζε Μέντες, δεν είχε το κουράγιο να το κάνει.
Στη δεύτερη θέση της λίστας, με 37 τίτλους, ο κατά εννέα χρόνια μικρότερός του Πεπ Γκουαρδιόλα, τον οποίο βλέπει ως τον μεγάλο του αντίπαλο. Οχι σε θέμα τίτλων, αλλά επειδή ο Καταλανός είναι ο πιο επιδραστικός προπονητής στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο τα τελευταία είκοσι χρόνια, την ώρα που ελάχιστοι είναι αυτοί που θεωρούν ότι ο Μουρίνιο έχει προσφέρει καινοτομίες στο άθλημα που τον έκανε διάσημο και πλούσιο.
Μήπως, λοιπόν, ήρθε η ώρα της συνταξιοδότησης; Στους έντεκα μήνες που το 2019 έμεινε εκτός πάγκων, τους περισσότερους εδώ και 23 χρόνια, ο Μουρίνιο εργάστηκε ως τηλεοπτικός σχολιαστής, με την αμοιβή του ανά αγώνα να αγγίζει τις 70.000 ευρώ. Θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να επιστρέψει στα τηλεοπτικά πλατό, αλλά το προπονητικό «μικρόβιο» δεν έχει βγει από τον οργανισμό του.
Η ποδοσφαιρική συνομοσπονδία της Βραζιλίας του πρόσφερε τέσσερα εκατ. ευρώ τον χρόνο για να αναλάβει την εθνική ομάδα, πριν από το «όχι» του (σχεδόν σίγουρου) Κάρλο Αντσελότι και την απόφαση της CBF να δώσει τα ηνία της Σελεσάο στον Ντοριβάλ Ζούνιορ.
Η προοπτική της Σαουδικής Αραβίας, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, τον ελκύει. Τα πετροδόλαρα τον περιμένουν, αφού η Saudi Pro League, εκτός από τους ποδοσφαιριστές-σταρ, θέλει και προπονητές-σταρ, προσφέροντας στον Ζοσέ ετήσιες αποδοχές που ξεπερνούν τα 60 εκατ. ευρώ.
Ο άνθρωπος που στον απόγειό του έγινε Special One, εξελίχθηκε σε Experienced One και πλέον (δεν θέλει να) ακούει στο κοροϊδευτικό Sacked One, βιώνει ακόμα ένα διαζύγιο. Οχι, όμως, τόσο οδυνηρό όσο το φημολογούμενο με την επί 35 χρόνια σύζυγό του, Ματίλντε, όταν υπήρξαν δημοσιεύματα ότι την απατούσε με την κατά έντεκα χρόνια νεαρότερή του Πρου Κάρτερ Ρόμπινσον.
Οι δύο τους γνωρίστηκαν όταν ο Ζοσέ ήταν 17 και η Τάμι, όπως την φωνάζει χαϊδευτικά, ήταν 15. Αχώριστοι έκτοτε, πριν από τέσσερα χρόνια υπήρξε έντονη φημολογία για διαζύγιο, η οποία διαψεύστηκε και διαψεύδεται.
«Το μυστικό όλων είναι η αγάπη. Αν έχεις επιτυχία στη δουλειά σου, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι είσαι ερωτευμένος με αυτό που κάνεις. Και αν έχεις μια τέλεια οικογένεια είναι γιατί αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Η αγάπη είναι η βάση όλων» εξηγεί ο Μουρίνιο, πατέρας της 27χρονης Ματίλντε και του 23χρονου Ζοσέ Μάριο. Η αγάπη του για την προπονητική παραμένει. Εσχάτως, όμως, η αγάπη για τη νίκη έχει ατονήσει ανησυχητικά…