Μία από τις πιο δημοφιλείς ανθολογίες κόμικς της Marvel κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1977 και είχε τίτλο «What if?», ήτοι «τι θα συνέβαινε εάν;». Σε αυτήν, ο χαρισματικός Σταν Λι και η δημιουργική του ομάδα αναρωτιόντουσαν, μεταξύ άλλων, «τι θα συνέβαινε εάν;» ο Σπάιντερμαν γινόταν μέλος των Τεσσάρων Φανταστικών (στο πρώτο τεύχος), ο Χαλκ είχε το μυαλό του (alter ego του) Μπρους Μπάνερ ή ο Κάπτεν Αμέρικα εκλεγόταν πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Μια παράλληλη, διαφορετική πραγματικότητα από αυτή που είχε ήδη αποτυπωθεί στις σελίδες των κόμικς, τα οποία δεδομένα διάβαζε όταν ήταν πιτσιρικάς ο Ρομπέρτ Φερνάντεθ, αθλητικός διευθυντής της Μπαρτσελόνα από το 2015 έως το 2018.
Ενα χρόνο πριν από τη λήξη του συμβολαίου του και την αντικατάστασή του από τον Ερίκ Αμπιντάλ, ο παλαίμαχος Ισπανός διεθνής μέσος της Μπάρτσα και της Βαλένθια, μεταξύ άλλων, ανέλαβε μια πολύ δύσκολη (και επικίνδυνη όπως αποδείχθηκε) αποστολή: Να βρει αντικαταστάτη του Νεϊμάρ, τον οποίο είχε «αρπάξει» η Παρί Σεν Ζερμέν, πληρώνοντας τη ρήτρα αποδέσμευσης ύψους 222 εκατ. ευρώ.
Η πιο ακριβή μεταγραφή όλων των εποχών ήταν γεγονός. Επτά χρόνια αργότερα, κανένας δεν την έχει ξεπεράσει, αν και κάτι τέτοιο φαντάζει θέμα χρόνου. Ο Ρομπέρτ, λοιπόν, είχε λίγες εβδομάδες μπροστά του για να βρει τον «αντι-Νεϊμάρ», αφού η μεταγραφή-ρεκόρ του Βραζιλιάνου μπαλαδόρου έγινε τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου.
Ο καταλανικός σύλλογος είχε στη διάθεσή του 222 εκατ. ευρώ και ήθελε, έπρεπε, να επενδύσει μέρος αυτών σε έναν ποδοσφαιριστή που, έστω και σε βάθος χρόνου, θα εξελισσόταν σε ιδανικό αντικαταστάτη του Νεϊμάρ.
Το κάστινγκ, το οποίο είχε γίνει προκαταβολικά και για παν ενδεχόμενο, κατέληξε σε δύο νεαρούς Γάλλους και πολλά υποσχόμενους ποδοσφαιριστές: Τον 19χρονο Κιλιάν Μπαπέ της Μονακό και τον 20χρονο Ουσμάν Ντεμπελέ της Μπορούσια Ντόρτμουντ.
Ο πρώτος είχε κάνει ήδη το «μπαμ» στην ομάδα του, η οποία δεχόταν να τον παραχωρήσει αντί εκατό εκατ. ευρώ, προτιμώντας να πάει στην Ισπανία από το να φορέσει τη φανέλα της (επίσης σφόδρα ενδιαφερόμενης) Παρί, αφού δεν ήθελε να ενισχύσει την άμεση αντίπαλό της εντός συνόρων.
Ο δεύτερος, μόλις ένα χρόνο πριν, είχε μετακομίσει από τη Ρεν στην Μπορούσια αντί 35 εκατ. ευρώ και ο γερμανικός σύλλογος δεν ήθελε να τον αποχωριστεί, παρότι διαχρονικά ήταν (και είναι) της φιλοσοφίας «αγοράζω (σχετικά) φτηνά και πουλάω πολύ (πολύ) ακριβά».
Ο Ρομπέρτ έκρινε ότι ο Ντεμπελέ ταίριαζε καλύτερα στην Μπάρτσα, αφού ήταν περισσότερο δημιουργός από τον Μπαπέ, που προτιμούσε να σκοράρει παρά να δημιουργεί. Οι κακές γλώσσες (και όχι μόνο αυτές) λένε ότι ο Μέσι άσκησε βέτο για τη μεταγραφή του Μπαπέ, αφού θεωρούσε ότι ο νεαρός Γάλλος θα αποτελούσε απειλή για τον καλό του φίλο, γκολτζή Λουίς Σουάρες.
Εντέλει, στηριζόμενος και από τον γενικό διευθυντή Πεπ Σεγούρα, ο Ρομπέρτ κατέληξε στον Ντεμπελέ, για τον οποίο η Μπάρτσα έδωσε συνολικά 135 εκατ. ευρώ, κατατάσσοντάς τον στις πέντε πιο ακριβές μεταγραφές όλων των εποχών.
Επτά χρόνια αργότερα, κλαίει με μαύρο δάκρυ αυτά τα χρήματα, αλλά και το γεγονός ότι τον προτίμησε αντί του παίκτη που προορίζεται για να είναι ο απόλυτος σταρ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου την επόμενη δεκαετία. Ρομπέρτ, αλήθεια, τι θα συνέβαινε εάν;
Στο συγκλονιστικό βιβλίο «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», το οποίο μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο από τον Τζον Χιούστον, με πρωταγωνιστές τους Σον Κόνερι και Μάικλ Κέιν, ο Ράντγιαρντ Κίπλινγκ εξιστορεί το ταξίδι δύο Βρετανών τυχοδιωκτών στη Βρετανική Ινδία, όπου καταφέρνουν να γίνουν βασιλιάδες, αλλά καταλήγουν ζητιάνοι και νεκροί.
Το κουνούπι, όπως είναι το παρατσούκλι του Ντεμπελέ, δεν έδειξε ποτέ φιλοδοξίες να γίνει βασιλιάς στα ποδοσφαιρικά γήπεδα. Το μυαλό του ταξίδευε πάντα αλλού. Και συνήθως έπαιρνε τις λάθος αποφάσεις για μια καριέρα που δεν συγκρίνεται ούτε στο μικρό δαχτυλάκι με αυτή του Μπαπέ, τόσο ποδοσφαιρικά όσο βεβαίως και οικονομικά.
Για να πιέσει την Μπορούσια ώστε να αποδεχθεί τελικά να τον παραχωρήσει στην Μπαρτσελόνα, διέλυσε το σπίτι όπου διέμενε στο Ντόρτμουντ, ιδιοκτησίας… Γιούργκεν Κλοπ (!).
Ο Γκερντ Βάισενμπεργκ, ο οποίος είχε αναλάβει ρόλο διαχειριστή της οικίας που ανήκε στον νυν προπονητή της Λίβερπουλ, τον κατήγγειλε και του ζητούσε αποζημίωση ύψους 20.000 ευρώ, γιατί άφησε το σπίτι σε άθλια κατάσταση, με σάπια φαγητά στο ψυγείο, πλαστικές σακούλες στο πάτωμα και βρωμιές παντού.
Στη Βαρκελώνη, δυσκολεύτηκε πολύ να προσαρμοστεί. Εθισμένος στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, περνούσε ώρες μπροστά στην οθόνη, ξενυχτούσε σχεδόν καθημερινά και, όταν τον έπαιρνε ο ύπνος και δεν προλάβαινε να βρεθεί εγκαίρως στην προπόνηση, επικαλούταν (ανύπαρκτα βεβαίως) προβλήματα υγείας. Συνολικά, πλήρωσε περί τις 200.000 ευρώ σε σχετικά πρόστιμα.
«Ο Ουσμάν είναι καλό παιδί, αλλά δεν έχει τη ζωή του στα χέρια του, είναι εκτός ελέγχου», εξηγούσε ο άλλοτε προσωπικός του σεφ, Μικαέλ Ναγιά, για να δικαιολογήσει τους συνεχείς μυϊκούς τραυματισμούς του Γάλλου εξτρέμ, απόρροια της κακής του ζωής και της λανθασμένης του διατροφής.
Ακόμα και όταν αυτή μπήκε σε μια τάξη, χάρη στον σεφ Αντονί Οντεμπό, τα προβλήματα τραυματισμού συνεχίστηκαν. Στα έξι χρόνια της παρουσίας του στην Μπαρτσελόνα, κατέγραψε 14 (!) διαφορετικούς τραυματισμούς (όλοι μυϊκοί) εξαιτίας των οποίων έχασε 119 παιχνίδια της ομάδας του. Η οποία, σημειωτέον, εκτός από τα 135 εκατ. ευρώ που ξόδεψε για την απόκτησή του, του έδινε περί τα δέκα εκατ. ευρώ καθαρά τον χρόνο.
Πάνω από 50 εκατ. ευρώ, δηλαδή, για μια εξαετία γεμάτη με πολύ περισσότερες σκιές απ’ ό,τι φως από έναν γεμάτο ταλέντο και ικανό και με τα δύο πόδια (σπάνια αρετή) ποδοσφαιριστή, αλλά άδειο από σωστές ιδέες και ορθές προτεραιότητες στη ζωή του.
Το περασμένο καλοκαίρι, παρότι ο Τσάβι τον ήθελε στην Μπάρτσα και τον στήριζε δημοσίως με κάθε ευκαιρία, ο 26χρονος από τη Βερνόν αποφάσισε να αποδεχθεί την πρόταση της Παρί Σεν Ζερμέν και να κλείσει για πάντα πίσω του την πόρτα στην ομάδα που τον πίστεψε, αλλά δεν δικαιώθηκε ποτέ γι’ αυτή την εμπιστοσύνη.
Οκτώ μήνες μετά από εκείνη τη μεταγραφή, η οποία έφτασε στα 50 εκατ. ευρώ (περίπου το 1/3, δηλαδή, απ’ όσα είχε στοιχίσει στους Καταλανούς), ο Ντεμπελέ ανταμώνει απόψε με την πρώην ομάδα του για τα προημιτελικά του Champions League.
Στο «Παρκ ντε Πρενς» του Παρισιού και σε μια πρώτη σεζόν με την Παρί χωρίς τραυματισμούς είναι ο κορυφαίος δημιουργός της ομάδας του με 13 ασίστ (και μόλις ένα γκολ), όταν ο Μπαπέ έχει εννέα ασίστ, αλλά και… 39 γκολ. Σε αυτό τουλάχιστον… έπεσε μέσα ο Ρομπέρτ Φερνάντεθ!