Το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων που έφτασαν στο Ηράκλειο Κρήτης με τους διωγμούς του 1922 συνέρρευσε σε πρώην μουσουλμανικές συνοικίες εντός των τειχών, όπως η Αγία Τριάδα και ο Λάκκος, γειτονιά πολυπληθής και πριν από τους πρόσφυγες. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 ο Λάκκος είχε ήδη πέντε μπακάλικα, φούρνους και μικρομάγαζα, ενώ εκεί βρισκόταν και το μοναδικό νοσοκομείο, το Πανάνειο. Είχε ακόμα πολλά και ξακουστά καφενεία, καταφύγια τόσο για καλοβαλμένους όσο και για κάθε παραβατικό, καθώς η γειτονιά ήταν γνωστή και για τα πορνεία και τα χαμαιτυπεία της. Τα πιο γνωστά καφενεία ήταν του Κατσαρού, όπου επικρατούσε το αδιαχώρητο, του Νικήτα αλλά και του Θωμά, που διέθετε και λατέρνα.
Πολλές οικογένειες που ζούσαν στον Λάκκο εκείνη την εποχή ήταν πολύτεκνες. Μία από τις πιο ολιγομελείς ήταν μάλλον αυτή του Λευτέρη Μαραυγάκη και της Ευαγγελίας, που έμεναν σε ένα καμαράκι 30 τετραγωνικών με τέσσερις κόρες. Ο Λευτέρης, ο οποίος έκανε διάφορες δουλειές, αποφασίζει να ανοίξει το δικό του καφενείο μετά από μια φραστική αψιμαχία με έναν από τους καθιερωμένους μαγαζάτορες της περιοχής. Στήνει μια μεγάλη πέτρα, σαν κομμάτι από βράχο, έξω από το δωματιάκι όπου ζούσαν και βάζει πάνω δύο ποτήρια. Αρχίζει με πείσμα να σερβίρει περαστικούς. Στις λοιδορίες απαντά με όραμα και υποσχέσεις: «Το μαγαζί μου μια μέρα θα γίνει μπαρ και θα έχει και τηλέφωνο», δήλωνε ο ίδιος τότε, και τελικά τα κατάφερε.
Νύχτες με τζουκ μποξ και ζωντανό ρεμπέτικο, φοιτητοπαρέες, εκλεκτή πελατεία από την πολιτική και τη διανόηση και κάποια πεντανόστιμα πιάτα που δεν φεύγουν ποτέ από το μενού αποτελούν μέρος της ιστορίας τού μάλλον μακροβιότερου και σίγουρα πιο θρυλικού μαγαζιού του Λάκκου, του Βουρβουλάδικου, που χρονολογείται από το 1957. Χοχλιούς με αλάτι έψηνε ο Λευτέρης στη φουφού ως μεζέ για τη ρακή. Με τα χρόνια ο πέτρινος πάγκος έγινε ταβέρνα, την οποία ανέλαβε η μικρότερη κόρη του, η δυναμική Γωγώ, και σήμερα την «τρέχει» ο πιο αφοσιωμένος υπάλληλός της, ο Κώστας Μανδαλενάκης.
Λεμονιές, γιασεμιά και ένα τζουκ μποξ από το 1960 φτιάχνουν μια νοσταλγική ατμόσφαιρα. Παρ’ όλα αυτά, οι υπεύθυνοι δεν επαφίενται στη μεγάλη τους φήμη, κρατάνε το μαγαζί γεμάτο κυρίως με το υπέροχο φαγητό. Προσφέρουν πολλά παραδοσιακά πιάτα, αλλά και άλλα που διαφοροποιούνται από το βασικό κρητικό συνταγολόγιο.
Χειροποίητα ντολμαδάκια με μυρωδικά, ωραίος καγιανάς με τις πιο ώριμες ντόπιες ντομάτες, κεφτεδάκια κοκκινιστά με πουρέ μελιτζάνας –μια δική τους ερμηνεία στο μικρασιάτικο χιουνκιάρ–, απάκι και αργοψημένο χοιρινό, το παραδοσιακό καπρικό (χοιρινό κρέας αργοψημένο με αλάτι) είναι μερικά μόνο από τα νόστιμά τους. Για το τέλος σερβίρουν παγωτό με σπιτικό παστέλι. Στην ίδια αυλή με εσάς έχουν τσιμπολογήσει, στοχαστεί και χορέψει μερικοί από τους θρυλικότερους ρεμπέτες. Μεταξύ αυτών και η Μπέλλου.
Μονής Καρδιωτίσσης 50, Λάκκος, Ηράκλειο Κρήτης, Τ/ 2810-335323
*Τα καταστήματα και τα προϊόντα που προτείνονται είναι επιλογές της δημοσιογράφου και δεν έχουν εμπορικό σκοπό.