Σας έχει τύχει να συναντήσετε αυτούς τους κυνικούς τύπους που τα ξέρουν όλα; Του στυλ κάθισε εδώ να σου πω τι πάει στραβά; Στην αφήγησή τους τίποτα ποτέ δεν λειτουργεί. Δεν είναι δύο πράγματα στραβά κι ένα καλό. Οχι! Ολα πάνε στραβά! Είναι απολύτως σίγουροι για την ερμηνεία τους. Εχουν και μερικές συμβουλές αναμεμειγμένες με λάιτ συνωμοσίες. Η γκρίνια ξεκινάει από τα πολύ μικρά: τον δρόμο για τη δουλειά, την υπάλληλο που απασχολούν, το σχολείο του παιδιού τους. Κι ύστερα η γκρίνια παίρνει διαστάσεις εθνικές: τίποτα-δεν-λειτουργεί, όλοι κοιτάνε το συμφέρον τους, homo homini lupus και άλλα ηχηρά παρόμοια με τα οποία μας γαλουχούν.
Τι ζωή ζουν οι καχύποπτοι άνθρωποι; Πώς περνούν τη μέρα τους κουβαλώντας αυτά τα ιλιγγιώδη trust issues – τη δυσκολία που έχουν να εμπιστεύονται; Φαντάσου να βλέπεις τα πάντα πίσω από ένα πέπλο άγονης αμφισβήτησης. Ο κόσμος είναι εχθρικός. Πρέπει να προστατεύεται κανείς και να μην εμπιστεύεται κανέναν. Ολοι εξυπηρετούν συμφέροντα, έχουν ατζέντες, διασυνδέσεις, στοχεύσεις και κυρίως κακία και πνιγηρή φιλοδοξία μέσα τους κ.λπ. κ.λπ. Μία τέτοια θεώρηση του κόσμου –μία διανοητική/συναισθηματική στενωπός– φέρνει αγωνία και σιγά σιγά παράνοια. Η σύγχρονη ζωή δείχνει απειλητική!
Αναρίθμητες έρευνες και επιστημονικές αναλύσεις τονίζουν τη σημασία της εμπιστοσύνης για τη λειτουργία του κόσμου μας. Εχουμε φύγει από τη σπηλιά, την οικογένεια, το χωριό μας. Συναλλασσόμαστε, ερωτευόμαστε, συνεπιβιβαζόμαστε, συζητούμε με αγνώστους. Ολ’ αυτά χρειάζονται εμπιστοσύνη. Οι εφαρμογές που χρησιμοποιούμε καθημερινά, από το Uber μέχρι τις εφαρμογές αναζήτησης ραντεβού ή μάστορα βασίζονται στην εμπιστοσύνη, σε κάποιου είδους πίστη, στην ιδέα ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι καλοί κι ευγενικοί και ξέρουν να καταπιέζουν τα εχθρικά τους ένστικτα. Οι αγορές λειτουργούν στη βάση μίας αμοιβαίας, γενικευμένης πίστης.
Από κοντά έρχεται και η θεσμική εμπιστοσύνη. Η ιδέα ότι το σύστημα λειτουργεί. Αν με κλέψουν, υπάρχουν μηχανισμοί απονομής δικαιοσύνης. Αν με αδικήσουν, υπάρχουν όργανα που θα αποκαταστήσουν τη ζημιά, δημοσιογράφοι που θα κράξουν τους κακούς, πολιτικά κόμματα που θα αλλάξουν τα πράγματα κ.λπ. Περιττό να πω ότι η Ελλάδα σ’ αυτόν τον τομέα τα πάει χάλια – ο κόσμος δεν πιστεύει όλ’ αυτά που προανέφερα, φάνηκε στις εκλογές. Ξέρει ότι αν πάει στα δικαστήρια θα μπλέξει (δεν έχει άδικο). Αλλά και στην εμπιστοσύνη που έχουμε μεταξύ μας κι εκεί χάλια τα πάμε. Σε έρευνα της διαΝΕΟσις για το 2024 86,6% των Ελλήνων είπαν πως πρέπει να είναι κανείς ιδιαιτέρως προσεκτικός στις επαφές του με τους γύρω του. Ζωή με τους κοντινούς, μίζερη, στενή, κουτσουρεμένη.
Στις καπιταλιστικές οικονομίες η εμπιστοσύνη είναι η βάση των συναλλαγών, άρα, και της παραγωγής πλούτου μέσω της λειτουργίας της αγοράς. Μαζικές, ταχύτατες συναλλαγές, συνεργασία με αγνώστους, ανταλλαγή γνώσης και πληροφοριών (διαφάνεια), ανταγωνισμός για την τιμή και την ποιότητα, αυτά είναι τα must της λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς με βάση τη θεωρία. Δεν γίνονται αυτά χωρίς εμπιστοσύνη. Αλλά και για την επιχειρούμενη τον προηγούμενο ήδη αιώνα ανατροπή αυτού του συστήματος και την ανάληψη επαναστατικής δράσης, η εμπιστοσύνη ήταν κορυφαίας σημασίας. Για να ενταχθεί κανείς στα ανατρεπτικά κινήματα, έπρεπε να ’χει μία πίστη που προσιδιάζει στη θρησκευτική και να δρα ομαδικά βασιζόμενος σε αγνώστους και καθοδηγούμενους από την ηγεσία του κόμματος – έως και συνωμότης γινόταν κανείς στη βάση της πίστης του στην ιδεολογία, στο κόμμα και στην εξέλιξη της ιστορίας. Σε κοινωνίες με ισχυρό κοινωνικό κράτος πρόνοιας, ο κόσμος εμπιστευόταν το κράτος, όχι τους στενούς του συγγενείς, ήξερε ότι οι γιατροί του δημόσιου νοσοκομείου θα βοηθούσαν περισσότερο απ’ ό,τι τα μαντζούνια των συγγενών του, η γνώση του δημόσιου πανεπιστημίου θεωρούνταν αυτονοήτως ανώτερη από το homeschooling (την κατ’ οίκον εκπαίδευση) κ.λπ. Στις αρχές του 21ου αιώνα όλα τα παραπάνω μοιάζουν υπό αμφισβήτηση, κι αυτή η αμφισβήτηση έχει δύο πρόσωπα.
Η μία είναι η πολλά υποσχόμενη παραγωγική αμφισβήτηση που δίνει χυμώδεις νέες ιδέες. Αλλά εδώ μ’ ενδιαφέρει η άλλη, η μη παραγωγική αμφισβήτηση που καταντά πρώτα καχυποψία και μετά παράνοια. Περπατάμε στον δρόμο στη χώρα μας και 86,6% των συμπολιτών μας θεωρεί πως πρέπει να φυλάγεται. Κάμποσοι απ’ αυτούς διακινούν θεωρίες συνωμοσίας χωρίς καν να το έχουν πάρει χαμπάρι και μερικοί είναι αυτοί οι κυνικοί τύποι με το στραβοχυμένο πρόσωπο που θα σου πουν πως όλα είναι μάταια – μερικές φορές πρωί πρωί.
Κι από κοντά κι η ηδονοβλεψία. Το φανερώνει ο αγώνας δρόμου για το ποιο Μέσο Ενημέρωσης θα επιδείξει τα αισχρότερα αντανακλαστικά στην κάλυψη του αστυνομικού ρεπορτάζ. Ποιος θα δείξει φωτογραφίες, ποιος θ’ αφήσει να γίνει πάρτι στα σχόλια με το πτώμα της δολοφονημένης; Το ξέρατε ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπαίνουν στις εφημερίδες μόνο για ν’ αφήνουν σχόλια δηλητήριο; Ετσι είναι. Και μερικοί γουστάρουν άγρια να βλέπουν σκηνές βίας να εκτυλίσσονται στη διπλανή πόρτα, και από τη μία απαιτούν καλύτερη αστυνόμευση, μα από την άλλη βρίσκουν κι απείρως γαργαλιστικό το «ρεπορτάζ» και τα σχόλια που το ακολουθούν.
Πού τα ξέρω ολ’ αυτά; Μα σου τα λένε κι οι ίδιοι, δεν ντρέπονται, ειδικά μετά τον περίπατο της Ακροδεξιάς στις εκλογές, έσπασε ένα ταμπού, η ηθική αποχαλίνωση μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα ως μία τάση που διεκδικεί να γίνει μαζική. Γιατί να ντραπώ λοιπόν εγώ, αν είμαι και λίγο… στα χαμηλά μου σήμερα; Και το λένε και τα στοιχεία της κίνησης του Διαδικτύου, ο κόσμος θέλει να κανιβαλίσει κόσμο. Αγώνας διαρκείας για το ποιος θα πιάσει πρώτος το ιστορικό χαμηλό: το σάιτ που θα φανερώσει τις πιο ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της πρόσφατης κακοποίησης γυναίκας ή η εκπομπή που θα δώσει βίντεο από το τάδε σοκαριστικό συμβάν; «Κοπιάστε να φάτε», μας λένε.
Η καχυποψία, όμως, είναι κι από την άλλη μεριά. Το ίδιο το κράτος, τα ιδρύματα, οι φορείς είναι καχύποπτα απέναντι στους πολίτες. Πώς εξηγείται αλλιώς όλη αυτή η γραφειοκρατία που απλώς έχει ψηφιοποιηθεί αντί να καταργηθεί; Πώς εξηγούνται οι ενδελεχείς έλεγχοι για τα πάντα σε μικρούς και μεσαίους, τα βάρη στις μικροσκοπικές επιχειρήσεις; Πώς γίνεται κάποιος που παίρνει επιδόματα ή υποτροφίες να ελέγχεται σαν κανένας μεγαλοκαρχαρίας; Καχυποψία, μεμψιμοιρία και κακή οργάνωση.
Ολ’ αυτά τα λέω γιατί πιστεύω στην πίστη. Γιατί νομίζω ότι μία στενή ζωή μιζέριας δεν είναι το καλύτερο που μπορεί να πετύχουν οι πολίτες αυτής εδώ της χώρας. Και κυρίως επειδή, όπως βλέπει κανείς στους δρόμους ανθρώπους απογοητευμένους και πτωχευμένους (δείτε τα ρούχα, τις εκφράσεις του προσώπου), έτσι βλέπει και ανθρώπους χωρίς κανένα προσωπικό όραμα. Πού το ξέρω κι αυτό; Ψάξτε πόσοι νέοι ή μεσήλικες κάνουν ουρά για να μπουν στο Δημόσιο! Δείτε τις εκφράσεις τους αφού μπουν.
Το 86,6% που δεν εμπιστεύεται είναι στην ουρά για καφέ μαζί μας κάθε πρωί, βαρυγκομά μες στο λεωφορείο και τώρα μεταφράζει το εκλογικό αποτέλεσμα με όρους οπαδικούς: χάσατε εσείς, κερδίσαμε εμείς. Υπάρχει μία ιδιαιτέρως αηδιαστική αισθητική που πρέπει να επιβληθεί μαζί με την καχυποψία: η αγένεια, η χοντροκοπιά που περνιέται για ευθύτητα. Οι περίοδοι απώλειας της εμπιστοσύνης μοιάζουν με τις αναταράξεις στο αεροπλάνο. Τα πολλά πολλά κόβονται, ο καθένας πιάνεται από τον διπλανό του. Η πίστη καταρρέει, ίσως τελικά εδώ που είμαστε όλοι μαζί να μην είναι και τόσο ωραία. Και τότε παίρνει κεφάλι και η εξής στρέβλωση: σημασία δεν έχει τι λες και καθόλου πώς το λες, αλλά ποιος είσαι και με ποιους είσαι.