Δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά να είσαι ποπ σταρ και φρόντμαν σε ένα ποπ συγκρότημα της εκλεκτικής πλευράς, και ειδικά στην ηλικία των 60.
Πριν από αρκετά χρόνια, είχα συναντήσει από κοντά τον Ελβις Κοστέλο και στη συζήτησή μας, με αφορμή τη μουσική στροφή που είχε επιχειρήσει τότε στην κλασική ή την ορχηστρική μουσική, μου είχε πει χαρακτηριστικά ότι τα χρόνια στην ποπ μουσική σε αντίθεση με τις άλλες μουσικές, τις πιο σοβαρές, μετράνε όπως τα χρόνια της ζωής του σκύλου σε σχέση με αυτά των ανθρώπων. Κάθε χρόνος στην ποπ μουσική μετράει για εφτά χρόνια. Αν ηχογραφείς για 10 χρόνια ποπ μουσική δεν είσαι τίποτα άλλο παρά ένας εβδομηντάχρονος. Βέβαια αυτή η νεανική ελαφράδα της είναι και η πεμπτουσία της.
Ο Τζάρβις Κόκερ, η μοναδικά υπέροχη και γοητευτική περσόνα και αιώνιος φρόντμαν των Pulp, είναι μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις στον κόσμο της ποπ μουσικής. Διασκεδάζει αφάνταστα στη σκηνή, λατρεύει τη γιορτή, είναι γεννημένος γι’ αυτή ακόμα και σε αυτή την ηλικία των 60 ετών. Στις περίπου 2 ώρες που βρέθηκε στη σκηνή στο φεστιβάλ Release, ο Τζάρβις Κόκερ όχι μόνο δεν αποχωρίστηκε το βελούδινο σακάκι του αλλά το ίδρωσε κάτω από τον ζεστό νυχτερινό ουρανό. Κράτησε τα γυαλιά με τον μεγάλο κοκάλινο σκελετό στο ύψος της μύτης όπως έπρεπε, χόρεψε, σκαρφάλωσε και τραγούδησε. Θυμήθηκε, αφιέρωσε και έκανε όλα τα σωστά πράγματα που έπρεπε να κάνει κάποιος για να ταρακουνήσει ένα κοινό που δίψαγε για να ζήσει τη δική του μαγική βραδιά. Και το ήθελε όσο τίποτα εκείνη τη στιγμή. Ακόμα και αν δισκογραφικά οι Pulp δεν υπάρχουν δημιουργικά εδώ και σχεδόν 20 χρόνια, ο Κόκερ τους έδωσε μια δεύτερη ζωή. Και αυτό είναι ένα ακόμη μεγαλύτερο επίτευγμα.
ΟΙ ΑΝΤΙΠΟΔΕΣ ΤΩΝ SMILE
Στην αντίθετη πλευρά από τους Pulp του Τζάρβις Κόκερ είναι οι The Smile του Τομ Γιορκ και του Τζόνι Γκρίνγουντ, δύο από τους πιο ανήσυχους και ασύχαστους μουσικούς της γενιάς τους. Εχουν στο παρελθόν ηχογραφήσει ένα ρεπερτόριο που ακόμα και σήμερα μοιάζει επίκαιρο και ζωντανό αφού συζητιέται με κάθε αφορμή και γίνεται το ιδανικό soundtrack για ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Και όμως στις live εμφανίσεις δεν κολακεύουν καθόλου το κοινό τους με ευκολίες, δεν αναπαράγουν και δεν αναμασούν τίποτα από εκείνο το ένδοξο και ιστορικό παρελθόν. Υπάρχει μία πιθανότητα βέβαια, μην παίζοντας το ρεπερτόριό τους, να μας κολακεύουν ακόμα περισσότερο σαν κοινό. Οι ίδιοι στην εμφάνισή τους δεν πάτησαν σε καμιά σιγουριά, σε καμιά βεβαιότητα παρά μόνο σε αυτό που είναι το δημιουργικό παρόν τους. Και αυτό είναι κομμάτι του δικού τους μύθου. Κολάκευσαν το κοινό τους δίνοντάς του κάτι για το μέλλον.
ΚΑΙ Ο ΜΥΘΟΣ
Ο Ντέιβιντ Μπόουι και ο Λέοναρντ Κοέν μας δίδαξαν ότι ο καλλιτέχνης δεν είναι υπεύθυνος μόνο για την πορεία του και τη διαδρομή του αλλά και για τον τρόπο που θα αποχωρήσει. Και μάλιστα κάποιες φορές κυρίως για αυτόν. Και με τον τρόπο που αποχώρησαν και μας αποχαιρέτησαν έδειξαν ότι υπήρξαν τόσο σημαντικοί ώστε να νιώθουμε ότι αποχωρούν στην πιο υψηλή στιγμή τους, αν και ξέραμε ότι κάτι τέτοιο δημιουργικά δεν ίσχυε. Και έτσι ο μύθος τους θα παραμείνει αιώνιος γιατί ο χρόνος και η απόσταση θα τον ενισχύουν όλο και περισσότερο. Στην πραγματικότητα ένας καλλιτέχνης, από ένα σημείο και μετά, δεν χρειάζεται να προσθέσει πράγματα, ιδιαίτερα αν έχει κάποιο σοβαρό έργο να επιδείξει στα πρώτα χρόνια του. Το μόνο που θα πρέπει να κάνει είναι να αποφύγει να κάνει αυτά τα λάθη που θα αφαιρέσουν από τον μύθο που χτίζει.
Ακόμα και αυτή η υπέροχη και αειθαλής Καναδέζα, Λορίνα ΜαΚένιτ, έχει χτίσει ένα δικό της μύθο στην ιστορία της μουσικής τόσο δυνατό ώστε ώθησε το κοινό που βρέθηκε στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου να την αποθεώσει με σιγουριά και γενναιοδωρία. Αλλωστε και αυτής η πορεία είναι τόσο μοναδική και ξεχωριστή που στα επόμενα χρόνια οι εγκυκλοπαίδειες της μουσικής θα την αναφέρουν για τη συνέπεια, την προσέγγιση που έκανε, τις μουσικές του κόσμου αλλά και την ποιότητα που έβαλε σε αυτές. Και όχι μόνο αυτό αλλά έγινε και το πρώτο live της φετινής χρονιάς που έγινε sold out πάρα πολύ γρήγορα.
Τέσσερις διαφορετικοί καλλιτέχνες, Τζάρβις Κόκερ, Τομ Γιόρκ, Τζόντι Γκρίνγουντ και Λορίνα Μακένιτ, τέσσερις διαφορετικές περιπτώσεις και τέσσερις διαφορετικοί μύθοι αλλά όλοι τους ισχυροί και ζωντανοί.
Αν κάτι μας κινητοποιούσε από τη σκηνή σε όλες τις περιπτώσεις δεν ήταν μόνο η ζωντανή τους παρουσία αλλά κυρίως ήταν ο μύθος τους.
Και αυτό είναι κάτι που το καταλαβαίνει πολύ καλά πλέον η γενιά που μεγάλωσε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
ΔΙΑΒΑΖΩ: το βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό του Ερβέ λε Τελιέ με τίτλο «Δένομαι πολύ εύκολα». Ο ήρωάς του είναι ένας καλοδιατηρημένος άντρας που πλησιάζει τα 50 και σκέφτεται ότι υπάρχουν μόνο δύο τρόποι για να διαχειριστεί την ηλικία του. Ξεκινάει για ένα ταξίδι στη Σκωτία, για να συναντήσει μια κατά πολύ νεότερή του γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος, και καταλαβαίνουμε ότι στη σχέση αυτή είναι αυτός που βρίσκεται «από κάτω».
Είναι ο ευαίσθητος και ο ευάλωτος που αναγνωρίζει, όπως λέει και ο τίτλος, ότι δένεται πολύ εύκολα!
Είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Ερβέ λε Τελιέ και το χιούμορ των ιδεών του που κάνουν αυτό το μικρό βιβλίο, των 80 μόλις σελίδων, απολαυστικό. «Το χιούμορ», όπως λέει και ο ίδιος, «σε αντίθεση με το δράμα είναι αυτό που σου επιτρέπει να μοιραστείς. Το δράμα είναι πολύ προσωπική υπόθεση του καθενός, ενώ το χαμόγελο είναι κάτι συλλογικό, κοινό με τον άλλον». Πατώντας ίσως και στην κλασική ρήση του Λέοντος Τολστόι στην Αννα Καρένινα που έγραψε ότι
«όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους. Κάθε δυστυχισμένη οικογένεια όμως, είναι δυστυχισμένη με τον δικό της τρόπο».
ΒΛΕΠΩ: Το ντοκιμαντέρ “I am: Celine Dion” στο Amazon prime. Τα τραγούδια της ήταν πάντα πολύ mainstream και πολύ μελωμένα για τα γούστα μου. Δεν την άκουσα ποτέ από επιλογή αλλά και δεν θα μπορούσα να την αποφύγω αφού η φωνή της ήταν παντού. Το ντοκιμαντέρ είναι συγκλονιστικό γιατί δείχνει τον αγώνα ενός ανθρώπου, που έχει χτυπηθεί από μια σπάνια και ανίατη αρρώστια, να παραμείνει γεμάτος ζωντάνια και να διατηρήσει το ταλέντο του. Το κάνει διατηρώντας το φοβερό χιούμορ που έχει, μια πλευρά της που δεν τη γνωρίσαμε ποτέ μέχρι σήμερα. Και με μια φωνή που βγαίνει κάθε 50 χρόνια.
SPOTIFY BLENDER #35
Και μόνο για τα δύο πρώτα τραγούδια αυτής της λίστας αξίζει κανείς να την ακούσει: το “Genesis” της Raye και το “Spotlight” του Τζόνι Κας στο οποίο έχει προσθέσει ήχους και ο Νταν Αουερμπακ των Black Keys.