Θα σας παραθέσω τώρα ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από μια πρόσφατη βαρυσήμαντη πολιτική ομιλία.
«Ολο λένε ότι μιλάει συνέχεια για καρχαρίες και γι’ αυτά. Οχι, κάνω μια παρομοίωση. Αν είμαι σε ένα πλοίο και είναι ηλεκτρικό και αρχίζει να βουλιάζει, ρωτάω τον τύπο: “Παθαίνεις ηλεκτροπληξία που κάθεσαι σ’ αυτό;” Και μετά λέω, και δεν νομίζω ότι κάνω λάθος, νομίζεις εσύ, γιατί είναι μια παρομοίωση και λέω, αν υπάρχει ένας καρχαρίας δέκα μέτρα μακριά, εκεί που κάθονται όλοι οι βουλευτές (δείχνει τους βουλευτές) κοιτάχτε τους, αυτοί είναι καρχαρίες! Είναι καρχαρίες! Αν είναι ένας καρχαρίας δέκα μέτρα μακριά, παθαίνω την ηλεκτροπληξία ή πάω με τον καρχαρία; Και λέω, θα προτιμήσω την ηλεκτροπληξία όλη μέρα. Παρ’ όλα όσα λένε οι περιβαλλοντιστές για τους καρχαρίες, τους έχετε ακούσει ποτέ αυτούς τους ανθρώπους; Είχαμε τρεις σκοτωμούς από καρχαρίες αυτό το Σαββατοκύριακο, πετσόκοψαν τους ανθρώπους και μετά έχεις τους περιβαλλοντιστές να έρχονται “ε, δεν ήθελαν να το κάνουν”. Σοβαρά; Τους μπέρδεψαν με φώκιες, δεν ήθελαν να κάνουν κακό στο παιδί. Οχι, δεν το θέλω αυτό. Κοινή λογική έτσι; Γιατί αυτό που πιάνουν έναν καρχαρία, μοχθηρό, που τον κυνήγαγαν, και τον πάνε σε μια αποθήκη νερού (;) και τον ξαναβάζουν πίσω, εγώ δεν θα το έκανα αυτό. Θα το έκανε κανένας εδώ αυτό; Να σας ρωτήσω. (σιωπή) Εδώ είναι το Μίσιγκαν. Αυτοί εδώ οι τύποι δεν θα το έκαναν. Αλλά όλο το συνεχίζουν και λένε γιατί λέει συνέχεια για ηλεκτρισμό και καρχαρίες. Ε, ξέρουν ακριβώς είναι μόνο μια χαριτωμένη μικρή ιστορία. Θα διάλεγα ηλεκτροπληξία ή θα διάλεγα θάνατο από καρχαρία; Και πάντα θα διάλεγα την ηλεκτροπληξία».
Ετσι ακριβώς. Αν ένας θείος έλεγε τέτοια στο οικογενειακό τραπέζι η οικογένεια θα έψαχνε πού να τον πάει για να να βρει την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που χρειάζεται, αλλά τα παραπάνω δεν τα είπε κανένας θείος ύστερα από τσίπουρα. Ηταν δύο λεπτά από την προεκλογική ομιλία του υποψήφιου προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη Κυριακή στο Μίσιγκαν. Ηταν σημαντική και πολυαναμενόμενη ομιλία, η πρώτη του μετά τη δολοφονική απόπειρα εναντίον του και μετά το συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Πολλά πράγματα μπορεί να πει κανείς για το πολιτικό περιεχόμενο αυτών των βαρυσήμαντων δηλώσεων, αλλά εδώ θα επικεντρωθούμε σε δύο:
Πρώτον, γίνεται προφανές από αυτήν αλλά και από όλες τις δημόσιες εμφανίσεις του ότι ο Ντόναλντ Τραμπ, στα 78 του χρόνια πια, έχει μεγάλο πρόβλημα διαύγειας και πολύ συχνά χάνει τον ειρμό της σκέψης και του λόγου του. Προφανώς δεν έχει τις αντοχές ή τη διανοητική επάρκεια για να αναλάβει την ηγεσία μιας ολόκληρης χώρας. Είναι υπερβολικά ηλικιωμένος (ο γηραιότερος υποψήφιος πρόεδρος στην ιστορία) και αδύναμος και θα πρέπει να παραιτηθεί, για το καλό της Αμερικής. Είμαι σίγουρος ότι οι New York Times πολύ σύντομα θα γράψουν πολυάριθμα άρθρα γι’ αυτό το θέμα.
Δεύτερον, ο Ντόναλντ Τραμπ είναι μια μοναδική περίπτωση στην παγκόσμια πολιτική ιστορία. Δεν υπάρχει άλλος σαν αυτόν. Το ότι έχει ακόμα πολιτική καριέρα αποτελεί ένα φαινόμενο πρωτοφανές που, στην ουσία του, δεν έχει ακριβώς σχέση με την πολιτική καθαυτήν αλλά αγγίζει άλλες, πιο πηγαίες πτυχές της ανθρώπινης κατάστασης. Ας το συζητήσουμε λιγάκι αυτό. Και για να το συζητήσουμε, θέλω να σας πάω τριάντα χρόνια πίσω.
Η στρατηγική στροφή του Ρεπουμπλικανικού κόμματος προς τον λαϊκισμό και προς την υιοθέτηση μιας ολοένα και πιο ακραίας ατζέντας δεν είναι καινούργια. Ξεκίνησε τη δεκαετία του ’90 με ενορχηστρωτές μορφές όπως ο Νιουτ Γκίνγκριτς που, όπως περιγράφει και το πολύ ωραίο βιβλίο του Τζούλιαν Ζέλιζερ “Burning Down The House”, αναγνώριζαν ότι η κυριαρχία των προοδευτικών ιδεών στην κοινωνία και η δημογραφική πραγματικότητα οδηγούσαν την παραδοσιακή συντηρητική βάση του κόμματος προς την εξαφάνιση και έκριναν πως το μόνο αντίδοτο είναι η πόλωση. Η ανάδειξη μικρών ή άσχετων θεμάτων όπως φανταστικές «εισβολές» αλλοδαπών εγκληματιών, το αν θα παντρεύονται οι ομοφυλόφιλοι ή το σε ποια τουαλέτα θα μπορούν να πηγαίνουν τα τρανς άτομα σε κορυφαίους πυλώνες της πολιτικής του κόμματος, αντικαθιστώντας τα παραδοσιακά βαρετά δημοσιονομικά ή φορολογικά θέματα ήταν σχεδιασμένη, σταδιακή και διαρκής. Εφόσον οι συντηρητικοί ορθολογιστές ψηφοφόροι του Ρέιγκαν γερνούσαν κι έφευγαν σιγά σιγά, η έμφαση έπεσε στους ευάλωτους, αδύναμους ανθρώπους που άφηνε πίσω η παγκοσμιοποίηση (και οι κακοσχεδιασμένες πολιτικές του Ρέιγκαν και των επιγόνων τους). Η μέθοδος στρατολόγησής τους ήταν η υποδαύλιση του φανατισμού, του θυμού και της οργής, η πυροδότηση της ακραίας πολιτικής πόλωσης. Από την εποχή όμως του Γκίνγκριτς έχουν περάσει τριάντα χρόνια. Η προσπάθεια αυτής της στροφής κρατάει δεκαετίες. Μεγάλωσε, γιγαντώθηκε, μετατράπηκε ακόμα και σε βροντερό πολιτικό κίνημα (θυμάστε το “Tea Party”;) αλλά δεν κατάφερε ποτέ να κερδίσει, πραγματικά, τον στόχο για τον οποίο ξεκίνησε: την εξουσία. Μέχρι που ήρθε εκείνος.
Ο Ντόναλντ Τραμπ χαίρει μιας ασυλίας που κανένας άλλος πολιτικός στον κόσμο δεν διαθέτει. Ακόμα και ο Κιμ Γιονγκ Ουν ενορχηστρώνει τις δημόσιες εμφανίσεις του στην εντέλεια, ακόμα και ο Πούτιν σκέφτεται προσεκτικά το τι θα πει πότε και πού. Το τι κάνει και το τι λέει ο Ντόναλντ Τραμπ, δεν έχει καμία σημασία. Καμία, ποτέ. Κανένας δεν πρόκειται να αλλάξει την ψήφο του επειδή ο Τραμπ καταδικάστηκε από το δικαστήριο για 34 κακουργήματα για απάτες, ή επειδή απάτησε τη λεχώνα σύζυγό του με πορνοστάρ που μετά πλήρωσε για να μη μιλήσει, ή επειδή χάνει τον ειρμό του και μερικές φορές μοιάζει να μην καταλαβαίνει ούτε ο ίδιος τι λέει. Δεν πρόκειται επίσης να αλλάξει την ψήφο του επειδή ο Τραμπ κοροϊδεύει από σκηνής άτομο με αναπηρία, ή επειδή βρίζει και λοιδορεί όποιον θεωρεί εχθρό του, ή επειδή είναι ένας απατεώνας που άφηνε απλήρωτους προμηθευτές κι εργαζομένους, ή επειδή έχει χρεοκοπήσει έξι φορές, ή επειδή μιλάει χυδαία για τις γυναίκες (ακόμα και για την κόρη του) ή… καταλαβαίνετε τι εννοώ. Σαν ένας υπέρβαρος και πλαδαρός Homelander, είναι απρόσβλητος. Και το ξέρει. «Θα μπορούσα να πυροβολήσω κάποιον στην Πέμπτη Λεωφόρο και δεν θα έχανα κανέναν ψηφοφόρο, ΟΚ;» έλεγε σε ομιλία του το 2016. Τότε αυτό μπορεί να μην ήταν κυριολεκτικά ακριβές. Σήμερα, όμως, είναι.
Χάρη στον Τραμπ, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα έχει μετατραπεί σε κάτι που μόνο με θρησκευτική αίρεση μπορεί να παρομοιαστεί. Λειτουργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχει ένα πρόσωπο το οποίο οι πιστοί ακολουθούν τυφλά, ό,τι κι αν κάνει, όσους κι αν βρίσει, ό,τι κι αν πυροβολήσει. Κι επειδή αυτό το πρόσωπο έχει την απόλυτη αφοσίωση των πιστών/ψηφοφόρων, όποιος θέλει να κάνει καριέρα στο συγκεκριμένο κόμμα, οφείλει να γονατίσει μπροστά στον ηγέτη. Οποιος παρεκκλίνει λόγω «αξιοπρέπειας» ή «ηθικών αξιών», τον τρώει η μαρμάγκα. Το 2016 ο Τραμπ είπε ότι ο πατέρας του αντιπάλου του για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών Τεντ Κρουζ ήταν μπλεγμένος στη δολοφονία του Τζον Κένεντι (φυσικά χωρίς κανένα στοιχείο) και επίσης ότι η γυναίκα του Τεντ Κρουζ είναι άσχημη. Για να συνεχίσει να έχει πολιτική καριέρα στο Τέξας, ο Τεντ Κρουζ παραμένει μέχρι σήμερα ένας από τους πιο πιστούς ακολούθους και σφουγγοκωλάριους του Τραμπ. Βεβαίως, έχουν υπάρξει εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό, και πριν από περίπου δύο χρόνια, όταν το κόμμα τα πήγε άσχημα στις βουλευτικές εκλογές, φάνηκε ότι αυτή η απόλυτη ισχύς του αδυνατίζει. Αλλά φευ! Η πίστη και ο ζήλος είναι πανίσχυρες δυνάμεις, και η Ρεπουμπλικανική “cult” παραμένει ζωντανή.
Πώς έγινε αυτό; Πώς γίνεται τόσοι άνθρωποι να ακολουθούν τυφλά έναν τέτοιο άνθρωπο; Δεν έχω ιδέα. Το “Educated” της Τάρα Γουέστοβερ και το δεύτερο μέρος του “Underground” του Χαρούκι Μουρακάμι μας δίνουν μια εικόνα για το πώς καλόπιστοι κατά τα άλλα άνθρωποι μπορούν να παρασυρθούν σε μια πίστη που στους απέξω μοιάζει με παράνοια. Αλλά εδώ είμαστε. Κι αν υπάρχει κάτι αισιόδοξο μέσα σε αυτή την κατά τα άλλα δυσοίωνη, δυστοπική κατάσταση, είναι το εξής: δεν μπορεί να υπάρξει άλλος τέτοιος.
Οι οπαδοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος δεν πιστεύουν στη «χαμηλή φορολογία» ή στη «μείωση του χρέους». Δεν πιστεύουν στον περιορισμό του ρόλου του κράτους στην υγεία και την εκπαίδευση, ή στην επιβολή δασμών στο διεθνές εμπόριο. Πιστεύουν στον Τραμπ, προσωπικά. Γι’ αυτό το διακύβευμα των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου είναι τόσο μεγάλο: αν χάσει πάλι εμφατικά ο Τραμπ, ένας άνθρωπος 78 χρονών, με διαύγεια και αντοχές που φθίνουν, δεν θα υπάρξει κάτι αντίστοιχο να τον αντικαταστήσει. Ο κόσμος που πιστεύει στον Τραμπ σήμερα θα συνεχίσει να υπάρχει. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να είναι ευάλωτοι στον λαϊκισμό και την εκμετάλλευση. Μοιάζει όμως εντελώς αδύνατο να εμφανιστεί μια άλλη, τόσο ακραία και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών φιγούρα, που θα διεκδικήσει και θα κερδίσει αυτή τη μοναδική ασυλία, και θα την κρατήσει κιόλας για χρόνια. Οι ΗΠΑ δεν είναι Ρωσία ή Βόρεια Κορέα. Αν ο δικτάτορας που θα πάει να αλώσει τη δημοκρατία της δεν έχει μια τέτοια πρωτοφανή λαϊκή αποδοχή και ασυλία, τα θεσμικά αναχώματα που υπάρχουν ακόμα σε αυτή τη χώρα θα τον κατασπαράξουν. Διάδοχοι θα εμφανιστούν, κενοί αμοραλιστές/μαριονέτες δισεκατομμυριούχων όπως ο Τζέι Ντι Βανς, ή τα ταλαίπωρα τα παιδιά του Τραμπ μπορεί να διεκδικήσουν ρόλο (από υποψήφιους δικτάτορες άλλο τίποτε) μα όλοι αυτοί και όλοι οι υπόλοιποι που έχουν εμφανιστεί στο στερέωμα, είναι «κανονικοί». Κι απολύτως κανένας τους δεν θα μπορεί να σταθεί στην πολιτική, αν εμφανιστεί σε μια σκηνή και αρχίσει να μιλάει για ηλεκτρικά πλοία και καρχαρίες.