Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία των Ηνωμένων Πολιτειών ανακοίνωσε πριν από λίγες ώρες την πρόσληψη του Μαουρίσιο Ποτσετίνο για την θέση του ομοσπονδιακού προπονητή, στο πλαίσιο του φιλόδοξου πρότζεκτ της ενόψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2026, το οποίο θα συνδιοργανώσει η χώρα μαζί με Καναδά και Μεξικό.
Στην ανακοίνωση της πρόσληψης, η ομοσπονδία χαρακτηρίζει τον 52χρονο Αργεντινό ως «serial winner», ήτοι «κατ’ εξακολούθηση νικητή». Και πιθανόν έτσι να ένιωθε ο «Πότσε» σε όσες ομάδες εργάστηκε, με εξαίρεση την τελευταία η οποία, κατά σύμπτωση, έχει (και) Αμερικανό ιδιοκτήτη!
Η Τσέλσι, για την οποία και η αναφορά, διαπιστώνει στην πράξη ότι οι συνιδιοκτησίες σπάνια αποδίδουν στο ποδόσφαιρο. Κατά (νέα) σύμπτωση (;), το πιο τρανό παράδειγμα μη ειρηνικής συμβίωσης ιδιοκτητών στην Premier League έλαβε χώρα με Αμερικανούς στην Λίβερπουλ.
Τζορτζ Τζίλετ και Τομ Χικς συμφώνησαν γρήγορα ότι διαφωνούν, με την συνιδιοκτησία να διαρκεί μετά βίας τρία πολύ δύσκολα χρόνια, προτού παρέμβει μια δικαστική απόφαση που οδήγησε σε νέα πώληση του συλλόγου του «Ανφιλντ». Αυτή, ευτυχώς, έφερε και την εποχή της αναγέννησης για τους Κόκκινους.
Η «ιδιοκτησιακή λυκοφιλία» επαναλαμβάνεται πλέον στην Τσέλσι, με πρωταγωνιστές τον Αμερικανό Τοντ Μπόελι και τον Ιρανό-Αμερικανό Μπεντάντ Εγκμπαλί. Ο πρώτος έχει κερδίσει τα περισσότερα πρωτοσέλιδα, αλλά ο δεύτερος έχει πάρει στα παρασκήνια πολλές και σημαντικές αποφάσεις αναφορικά με τον λονδρέζικο σύλλογο.
Η Λίβερπουλ δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα των δυσκολιών που προκαλεί μια συνιδιοκτησία, αφού η Κρίσταλ Πάλας αντιμετώπισε παρόμοια προβλήματα, ενώ (λογικές) αμφιβολίες υπάρχουν για Νιουκάστλ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, οι οποίες βρίσκονται (ακόμα) στην αρχή.
Με βάση την αρχική συμφωνία για την αγορά – αρπαγή της Τσέλσι από τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς, εξαιτίας του εμπάργκο της βρετανικής κυβέρνησης στους Ρώσους ολιγάρχες με αφορμή την εισβολή στην Ουκρανία, ο Μπόελι έχει πάρει το 13% των μετοχών, όπως και άλλοι μικρομέτοχοι (Μαρκ Γουόλτερ και Χάνσγκιοργκ Βις έχουν από 12,8% έκαστος), με την φίρμα Clearlake Capital, μέρος της οποίας ανήκει στον Εγκμπαλί, να παίρνει το πλειοψηφικό πακέτο με 61,5%.
Η εξαγορά, η οποία έφτασε τα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, έφερε μια δύσκολη συμβίωση που πλέον έχει μετατραπεί σε μια «αγεφύρωτη σχέση», όπως την χαρακτηρίζει στο στενό του περιβάλλον ο Μπόελι, ο οποίος ουσιαστικά δεν μιλιέται με τον Εγκμπαλί.
Οι δύο τους, ξεχωριστά βεβαίως, ψάχνουν τρόπους για να κάνουν δικό τους το 100% των μετοχών της Τσέλσι, ώστε να έχουν τον απόλυτο έλεγχο, σε μια εμπορική συνεργασία που έγινε γρήγορα κομμάτια, για τρεις βασικούς λόγους:
Πρώτον, υπάρχει μεγάλη διαφορά στον τρόπο διαχείρισης του συλλόγου. Δεύτερον, προέκυψε διαφωνία για την απόλυση του Ποτσετίνο, στην πρώτη απόφαση που έφερε την πρώτη μεγάλη ρήξη. Τρίτον, η καθυστέρηση του πρότζεκτ για την κατασκευή του νέου γηπέδου αποτέλεσε την σταγόνα που ξεχείλισε το ήδη γεμάτο ποτήρι.
Πριν από περίπου έναν μήνα, οι δύο πλευρές συμφώνησαν οριστικά ότι διαφωνούν και άρχισαν να ψάχνουν τρόπους για το πώς η μια θα εξαγοράσει την άλλη. Ο Μπόελι πήρε μικρό ποσοστό για λειτουργικούς λόγους, αλλά η περιουσία του εκτιμάται περίπου στο διπλάσιο (!) από αυτή του Εγκμπαλί: 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ ο ένας, 3,9 δισεκατομμύρια ευρώ ο άλλος.
Στα δύο χρόνια της ιδιοκτησιακής αλλαγής, η Τσέλσι έχει δώσει 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ σε μεταγραφές, ενώ έβαλε στα ταμεία της και περί τα 600 εκατομμύρια ευρώ σε πωλήσεις, με τον Μπόελι σε άτυπο ρόλο αθλητικού διευθυντή, μια «θέση» από την οποία αποχώρησε τον Ιανουάριο του 2023, με Πολ Γουινστάνλεϊ και Λόρενς Στιούαρτ να αναλαμβάνουν ως αθλητικοί διευθυντές αμφότεροι.
Μαζί με την αλλαγή προσώπων, άλλαξε και η πολιτική των μεταγραφών, με τον σύλλογο να επενδύει πλέον στα ταλέντα με συμβόλαια που είναι μεγαλύτερα σε χρονική διάρκεια, με χαμηλότερες μεν αποδοχές, αλλά με πολύ υψηλά μπόνους.
Ενώ, όμως, ο Μπόελι έκανε όντως στην άκρη, ο Εγκμπαλί παρέμεινε πολύ δραστήριος στο αθλητικό κομμάτι, ταξιδεύοντας ακόμα και στην Τουρκία μαζί με τον Γουινστάνλεϊ για συνάντηση με τους ανθρώπους της ουκρανικής Σαχτάρ Ντόνετσκ, στο πλαίσιο της μεταγραφής του Μιχάιλο Μούντρικ αντί 70+30 εκατομμυρίων ευρώ.
Οι δύο άνδρες «έτρεξαν» τις διαπραγματεύσεις και για την μεταγραφή – ρεκόρ του Εντσο Φερνάντες από την Μπενφίκα αντί 120 εκατομμυρίων ευρώ, με τον Εγκμπαλί να συνεργάζεται στενά με Γουινστάνλεϊ και Στιούαρτ και να εμπλέκεται σταθερά στην καθημερινότητα του συλλόγου.
Ο Μπόελι είναι της λογικής της πρόσληψης ειδικών που θα αναλάβουν αυτοί την δουλειά, ενώ ο Εγκμπαλί θέλει αυτός να εμπλέκεται περισσότερο, έστω και αν το τελικό «πράσινο φως» για τις μεταγραφές δίνεται από κοινού από Εγκμπαλί, Μπόελι και τον συνιδρυτή της Clearlake, Χοσέ Φελισιάνο.
Ποτέ η μια πλευρά δεν έκανε… χαλάστρα στην άλλη. Ο Μπόελι, όμως, ήταν υπέρ της υπομονής, ειδικά στην περίπτωση του Ποτσετίνο, υπομονή που δεν έδειξε ο Εγκμπαλί. Λίγες ημέρες πριν από την απομάκρυνσή του από τον πάγκο σε κοινή συναινέσει λύση του συμβολαίου του, ο Αργεντινός δείπνησε σε τετ – α – τετ με τον Μπόελι.
Ενδιάμεσα, υπήρξαν συσκέψεις που κράτησαν συνολικά έξι ώρες μεταξύ Μπόελι, Εγκμπαλί, Γουινστάνλεϊ και Στιούαρτ, με τους δύο τελευταίους να είναι οι κύριοι υπέρμαχοι της αλλαγής προπονητή, αλλά τον Μπόελι να είναι σίγουρος ότι ο Εγκμπαλί κινούσε τα νήματα στο παρασκήνιο.
Οι δύο πλευρές δεν είχαν συνεργαστεί ποτέ σε άλλη επιχείρηση και, πιεσμένες από την βρετανική κυβέρνηση για την ολοκλήρωση της εξαγοράς, δημιούργησαν άρον – άρον ένα κονσόρτσιουμ, το οποίο όμως δεν έμελλε ποτέ να λειτουργήσει αρμονικά.
Τα προβλήματα στο πρότζεκτ του νέου γηπέδου, το οποίο ήταν μια από τις κύριες εξαγγελίες της νέας ιδιοκτησίας, ήταν το… κερασάκι μιας τούρτας που μόνο γλυκιά δεν είναι.
Ο Μπόελι θέλει να αγοράσει το ποσοστό της Clearlake, η οποία όμως δεν έχει καμία πρόθεση να πουλήσει το ποσοστό της. Η ένταση μεγαλώνει και οι διαφορές επίσης. Και στην μέση ο προπονητής Εντσο Μαρέσκα και οι ποδοσφαιριστές του ψάχνουν τρόπους και δύναμη για να μείνουν ανεπηρέαστοι και να κάνουν ξανά φουλ ανταγωνιστική την Τσέλσι, όπως ήταν δηλαδή επί της εποχής Αμπράμοβιτς…