Μίκλος «Μίκι» Φεχέρ, ετών 24. Αντόνιο Χοσέ Πουέρτα Πέρεθ, ετών 22. Αντόνιο ντε Νίγκρις Γουαχάρδο, ετών 31. Τζορτζ Χένρι Ιβορ Μπάλντοκ, ετών 31. Τέσσερις νέοι άνθρωποι, τέσσερις ποδοσφαιριστές που το νήμα της ζωής τους κόπηκε πρόωρα και άδικα, με την Ελλάδα να συνδέεται, άμεσα ή έμμεσα, με τον τραγικό χαμό τους.
Στις 25 Ιανουαρίου του 2004, στο Γκιμαράες της Πορτογαλίας, η Μπενφίκα αντιμετωπίζει την τοπική Βιτόρια για το πρωτάθλημα. Ο Μίκλος Φεχέρ έχει μπει αλλαγή και έχει δώσει στον Φερνάντο Αγκιάρ την ασίστ για το (μοναδικό) γκολ της νίκης.
Στις καθυστερήσεις, ο Ούγγρος επιθετικός αντικρίζει κίτρινη κάρτα και, ξαφνικά, καταρρέει στον αγωνιστικό χώρο. Το βλέμμα του είναι παγωμένο και απλανές, συμπαίκτες και αντίπαλοι καταλαβαίνουν ότι κάτι πολύ σοβαρό έχει συμβεί και ξεσπούν σε λυγμούς, με την καταρρακτώδη βροχή που πέφτει στην πόλη να κάνει ακόμα πιο δραματικό το σκηνικό.
Ανάμεσα στους συμπαίκτες του, ο Τάκης Φύσσας. «Ηταν εξαιρετικό παιδί, ένας παλίκαρος δύο μέτρα. Ενας υπέροχος άνθρωπος στα μάτια μου, παρά το γεγονός ότι τον γνώριζα λίγο καιρό», θυμάται, είκοσι χρόνια μετά, ο Ελληνας αμυντικός, ο οποίος έμαθε λίγη ώρα αργότερα ότι ο Φεχέρ, μόλις στα 24 του χρόνια, είχε φύγει από τη ζωή από καρδιακή ανακοπή, αφού αποδείχθηκε ότι είχε υπερτροφική καρδιά.
Η Μπενφίκα απέσυρε στη μνήμη του τον αριθμό 29 που φορούσε στην ομάδα, η οποία του αφιέρωσε, τέσσερις μήνες αργότερα, το Κύπελλο που κατέκτησε κόντρα σε μια άλλη ομάδα του, την Πόρτο. Εκ των σκόρερ σε εκείνο τον τελικό που κρίθηκε στην παράταση ο Φύσσας, ο οποίος μπόρεσε λίγες εβδομάδες μετά να του αφιερώσει και το ιστορικό Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που κατέκτησε η Ελλάδα, επίσης επί πορτογαλικού εδάφους.
«Σε κάποια φάση τον είδαμε να γονατίζει και να πέφτει στο έδαφος. Ετσι έφυγε, σε μια στιγμή», θυμάται ο Τάκης, για μια τραγωδία που εξαιτίας της παρουσίας του Φύσσα (και όχι μόνο αυτής) άγγιξε αρκετά και την Ελλάδα εκείνη την εποχή.
Τρία χρόνια αργότερα ένας άλλος αριστερός μπακ, όπως ήταν δηλαδή και ο Φύσσας, περίμενε πώς και πώς την ευκαιρία να παίξει, για πρώτη φορά στην καριέρα του, στα σαλόνια του Champions League. Για να τα καταφέρει, η αγαπημένη του Σεβίλλη έπρεπε πρώτα να ξεπεράσει το εμπόδιο της ΑΕΚ.
Ο Αντόνιο Πουέρτα, όμως, δεν ήρθε ποτέ στην Αθήνα για τη ρεβάνς της νίκης των κατόχων του Κυπέλλου UEFA με 2-0. Στην πρεμιέρα του ισπανικού πρωταθλήματος κόντρα στη Χετάφε, ένιωσε αδιαθεσία και κατέρρευσε στον αγωνιστικό χώρο. Συνήλθε λίγο αργότερα και πήγε περπατώντας προς τα αποδυτήρια, όπου κατέρρευσε εκ νέου.
Οι γιατροί τον επανάφεραν με απινιδωτή, νοσηλεύτηκε σε ΜΕΘ νοσοκομείου της πρωτεύουσας της Ανδαλουσίας, αλλά άφησε την τελευταία του πνοή τρεις ημέρες αργότερα. Η διάγνωση: Σύνδρομο δυσλειτουργίας πολλαπλών οργάνων και ανεπανόρθωτη ζημιά στον εγκέφαλο, προβλήματα που προέκυψαν από μια κληρονομική ασθένεια γνωστή ως αρρυθμιογόνος καρδιομυοπάθεια.
Οι συμπαίκτες του έμαθαν τα τραγικά μαντάτα ενώ βρίσκονταν στην Ελλάδα, η οποία εκείνες τις μέρες θρηνούσε τους 49 νεκρούς της από τις φονικές πυρκαγιές στην περιοχή της Ζαχάρως Ηλείας.
Η UEFA, η οποία δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα της ΑΕΚ για αναβολή του αγώνα εξαιτίας του εθνικού πένθους, ανέβαλε εντέλει το ματς λόγω του χαμού του Πουέρτα, ο οποίος κηδεύτηκε λίγες ημέρες αργότερα. Ο Χεσούς Νάβας, καλός του φίλος και μέλος του φυτωρίου όπως και ο Πουέρτα, ήταν μεταξύ αυτών που μετέφεραν το φέρετρο.
Στη μνήμη του, φόρεσε τη φανέλα με το «16» όταν επέστρεψε στη Σεβίλλη από τη Μάντσεστερ Σίτι, το 2017, και τη φοράει μέχρι και σήμερα. Ο συγκεκριμένος αριθμός προοριζόταν αρχικά μόνο για τον γιο του, Αϊτόρ Αντόνιο, ο οποίος γεννήθηκε δύο μήνες μετά τον θάνατο του πατέρα του.
Στις 16 Νοεμβρίου του 2009, σε ένα σπίτι στη Λάρισα, η καρδιά ενός άλλου Αντόνιο, του Ντε Νίγκρις, σταμάτησε να χτυπά. Το έκανε ενώ κοιμόταν στην αγκαλιά της γυναίκας του, Σόνια, και αφού λίγο πριν είχε καληνυχτίσει με ένα τρυφερό φιλί την τεσσάρων ετών κορούλα του, Μιράντα.
Ο Μεξικανός επιθετικός της ΑΕΛ, ο οποίος έφυγε από τη ζωή στα 31 του, όπως και ο Τζορτζ Μπάλντοκ, ήξερε ότι είχε πρόβλημα στην καρδιά. Λίγους μήνες νωρίτερα, το ιατρικό επιτελείο της τουρκικής Ανκαραγκουτσού, με την οποία είχε συμφωνήσει, τον ειδοποίησε ότι πάσχει από γενετική δυσπλασία στην καρδιά και πιθανόν να έπρεπε να κρεμάσει πρόωρα τα παπούτσια του.
Η αγάπη του για την μπάλα, όμως, έκανε τον Αντόνιο να συνεχίσει. Εφυγε από την Τουρκία, ήρθε στην Ελλάδα και υπέγραψε στην ΑΕΛ, όπου πιθανότατα οι όχι τόσο ενδελεχείς εξετάσεις δεν αποκάλυψαν το πρόβλημα, το οποίο και τον οδήγησε εντέλει στον θάνατο.
«Ο Ντε Νίγκρις πήγε προς τον θάνατο γνωρίζοντάς το», υποστήριξε εκείνες τις ημέρες ο γιατρός της Ανκαραγκουτσού, Μπουράκ Κουντουρατσίογλου, για μια τραγωδία που συγκλόνισε το ελληνικό ποδόσφαιρο και, όπως φάνηκε, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
Πιθανόν και με βάση τα πρώτα στοιχεία, κάτι ανάλογο ισχύει και με τον τραγικό χαμό του Τζορτζ Μπάλντοκ. Ο θάνατός του μαύρισε τις καρδιές των Ελλήνων φιλάθλων, οι οποίοι στο παρελθόν έχουν πενθήσει, παρότι δεν τους γνώριζαν προσωπικά, και άλλους ποδοσφαιριστές που έφυγαν τόσο πρόωρα και άδικα από τη ζωή.